Με γιατρούς από το εξωτερικό προσπαθεί η Γερμανία να καλύψει τα σημαντικά κενά στο υγειονομικό της σύστημα. Το 2023, ο αριθμός των γιατρών που εργάζονταν στη χώρα και είναι κάτοχοι ξένου διαβατηρίου ήταν ο υψηλότερος όλων των εποχών. Οι Έλληνες γιατροί είναι οι τέταρτοι περισσότεροι.
Σύμφωνα με στοιχεία του Γερμανικού Ιατρικού Συλλόγου, στο τέλος του προηγούμενου έτους οι γιατροί από το εξωτερικό ήταν 63.763, σε σύνολο 421.000 γιατρών στη χώρα.
Ενδεικτικά, το 2013 ήταν περίπου 30.000 και το 1993 σχεδόν 10.000. Οι περισσότεροι γιατροί με ξένο διαβατήριο προέρχονται από την Συρία (6.120), την Ρουμανία (4.668), την Αυστρία (2.993), την Ελλάδα (2.943), την Ρωσία (2.941) και την Τουρκία (2.628).
Ο υψηλός αριθμός ξένων γιατρών προκαλεί ωστόσο και προβλήματα, κυρίως λόγω της ελλιπούς γνώσης της γερμανικής γλώσσας. Ο γενικός διευθυντής της κρατιδιακής ιατρικής ένωσης Ρηνανίας – Παλατινάτου Γιούργκεν Χόφαρτ, δηλώνει μάλιστα στις εφημερίδες του Ομίλου Funke ότι «συχνά υπάρχουν παρεξηγήσεις ακόμη και επικίνδυνες για τη ζωή του ασθενούς», όταν π.χ. συγχέονται οι όροι για το κοιλιακό άλγος και τον πόνο στο στήθος, με αποτέλεσμα, όπως επισημαίνει ο κ. Χόφαρτ, ο γιατρός να εξετάσει το στομάχι και να χάσει το έμφραγμα.
Ο πρόεδρος του Γερμανικού Ιδρύματος Προστασίας Ασθενών Όιγκεν Μπρις τονίζει ότι η καλή γνώση της γερμανικής γλώσσας δεν μπορεί παρά να αποτελεί προϋπόθεση για την εργασία των γιατρών στην Γερμανία. Πρέπει κανείς να γνωρίζει γερμανικά σε επίπεδο C1, διευκρινίζει, ενώ υπογραμμίζει και την σημασία της καλής γνώσης της καθομιλουμένης, προκειμένου να αποφεύγονται οι παρεξηγήσεις με τους ασθενείς.
Ταυτόχρονα, το Γερμανικό Κέντρο Ερευνών για την Ενσωμάτωση και την Μετανάστευση εκτιμά ότι η ένταξη ξένων γιατρών στο γερμανικό υγειονομικό σύστημα θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά τη λειτουργία του κλάδου, από τον οποίο, όπως επισημαίνεται, «δεν λείπουν διακρίσεις και ρατσιστικές συμπεριφορές».