Κάποτε στις ΗΠΑ, ένα πρωτοσέλιδο ή μια φήμη στα ΜΜΕ για πιθανή ερωτική παράνομη σχέση ενός πολιτικού, μπορούσε να του τερματίσει τη πορεία στο Κογκρέσο ή στον Λευκό Οίκο. Πλέον, όμως ειδικοί παρατηρούν ότι η χώρα του Τόμας Τζέφερσον έχει χάσει την τσίπα της και στα σεξουαλικά σκάνδαλα.
Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα γνωστών πολιτικών στις ΗΠΑ που τα ΜΜΕ αποκαλύπτουν αμαρτωλές ερωτικές σχέσεις με πορνοστάρ, δημοσιογράφους κτλ.
Η πιο γνωστή περίπτωση είναι της πορνοστάρ, Στόρμι Ντάνιελς, οι ζουμερές περιγραφές της οποίας για τις σεξουαλικές επαφές με τον υποψήφιο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ δεν έκαναν το αυτί των Αμερικανών ψηφοφόρων να ιδρώσει.
Άλλη υπόθεση είναι εκείνη του υποψήφιο Ρόμπερτ Κέννεντι που συνδέθηκε ερωτικά με τη δημοσιογράφο Ολίβια Νούτσι κατά τη διάρκεια της προεδρικής του εκστρατείας. Ο δε βουλευτής Matt Gaetz ερευνάται από τις Αρχές για εμπορία ανθρώπων και σεξ με πληρωμένο σεξ με ανήλικα.
Σε παλαιότερους καιρούς τα παραπάνω σκάνδαλα θα έστελναν τους πρωταγωνιστές σπίτια τους. Ενδεικτικά, το 1987 όταν πήρε διαστάσεις η φερόμενη ερωτική σχέση του Δημοκρατικού υποψήφιου για τη προεδρία Γκάρι Χαρτ με την ελκυστική ακτιβίστρια Ντόνα Ράις, έληξε η καριέρα κατέρρευσε.
Η εκλογική συμπεριφορά πλέον καθοδηγείται ουσιαστικά από αυτούς που μισείτε περισσότερο.
Σε έρευνα της Washington Post για 38 σεξουαλικά σκάνδαλα το διάστημα 1974-2024, φάνηκε ότι «μόνο το 39% των αξιωματούχων κέρδισαν επανεκλογή αφού ελέγχθηκαν για σεξουαλική παρενόχληση ή πορνεία, ενώ οι υπόλοιποι επέλεξαν να μην είναι υποψήφιοι, παραιτήθηκαν ή έχασαν».
Προφανώς, τα πράγματα έχουν αλλάξει από τότε, όπως καταδεικνύει ρεπορτάζ της Guardian.
«Έχουμε χάσει τη ντροπή μας στις ΗΠΑ», λέει η δρ. Άλισον Ντάγκνες, καθηγήτρια του τμήματος πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Shippensburg.
Υποστηρίζει ότι επειδή οι πολιτικοί δεν ντρέπονται ώστε να αποσυρθούν από τα κοινά, οι λεπτομέρειες αυτών των σκανδάλων παραμένουν κυρίως φήμες και εξαφανίζονται από τη δημόσια μνήμη. «Ορισμένοι πολιτικοί συνειδητοποιούν ότι αν δεν ζητήσεις συγγνώμη για κάτι, τότε κανείς δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει ξανά εναντίον σου. Για όσους είναι ξεδιάντροποι, αυτός είναι ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος για να τα βγάλουν πέρα στη ζωή» λέει η ειδική.
Εάν στο σεξ εμπλέκονται βέβαια χρήματα φορολογούμενων τότε το σκάνδαλο τότε είναι δύσκολο να το καταπιούν οι ψηφοφόροι. «Εάν είναι ένα ζήτημα που είναι ιδιωτικό θέμα, το αμερικανικό κοινό είναι πιο πιθανό να το αφήσει», σημειώνει η Ντάγκνες. «Αλλά αν εμπλέκεται κάποιο είδος επίσημης διαφθοράς, τότε είναι λιγότερο πιθανό» προσθέτει υπενθυμίζοντας τη περίπτωση του Ρεπουμπλικανού Άντονι Ντ’ Εσποζίτο, που σύμφωνα με τους New York Times, έβαλε στο μισθολόγιο την κόρη της αρραβωνιαστικιάς του και μια γυναίκα με την οποία είχε σχέση.
Γιατί όμως άλλαξε η γνώμη που βλέπουν τα πράγματα οι Αμερικανοί
Όπως αναφέρει η Guardian, αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η εμπιστοσύνη της Αμερικής στα ΜΜΕ έχει πέσει σε ιστορικά χαμηλά τα τελευταία χρόνια, κάτι που συνδέεται με την αυξανόμενη πόλωση. Ο Τζέι Βαν Μπέιβελ, καθηγητής νευρωνικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης σημειώνει ότι «οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται θεσμούς και πηγές ΜΜΕ που δεν ευθυγραμμίζονται με αυτούς ιδεολογικά».
Πολλοί από τους υποστηρικτές του Τραμπ απλά δεν πιστεύουν τους κατηγόρους του και δεν πιστεύουν τις πηγές των μέσων ενημέρωσης που αναφέρουν τις ενέργειές του.
Ακόμα κι αν οι άνθρωποι πιστεύουν όντως τους ισχυρισμούς για έναν πολιτικό, λέει ο καθηγητής, «είναι πρόθυμοι να δικαιολογήσουν την κακή συμπεριφορά και να συνεχίσουν να ψηφίζουν για ένα άτομο ή ένα μέλος του κόμματος επειδή δεν θέλουν το άλλο κόμμα να πάρει την εξουσία».
Μελέτη του 2020 που εξέτασε δεδομένα από τη δεκαετία του 1970 διαπίστωσε ότι, για πρώτη φορά, η περιφρόνηση για το άλλο πολιτικό κόμμα είναι μεγαλύτερη από τη «στοργή» για το δικό του.
Το γεγονός ότι τα σεξουαλικά σκάνδαλα δεν φαίνεται πλέον να καταγράφονται στους ψηφοφόρους φαίνεται να συνδέεται με την ευρύτερη αποδοχή της εξωφρενικής πολιτικής συμπεριφοράς. «Οι πολιτικοί μπορούν τώρα να βγουν και να πουν ότι είναι υπέρ της πυρηνικής επίθεσης στη Γάζα [όπως υπαινίχθηκε ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ και ο βουλευτής Greg Murphy]», παρατηρεί ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στα Κολλέγια Χόμπαρτ και Γουίλιαμ Σμιθ στις ΗΠΑ, Τζόντι Ντιν. «Οι πολιτικοί είναι ανοιχτά αιμοδιψείς και γενοκτονικοί. Αυτή τη στιγμή αυτός είναι επιτρεπτός λόγος» λέει ο Ντιν. «Η εποχή μας είναι τώρα μια εποχή όπου η γενοκτονία δεν είναι ένα μεγάλο σκάνδαλο, όπου η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα μεγάλο σκάνδαλο» λέει και προσθέτει κάπως απαισιόδοκα ότι «Βλέπουμε μια αίσθηση του σωστού και του λάθους να καταρρέει εντελώς».