Οι μικρές, καθημερινές «διαμάχες» είναι αναπόφευκτες σε μία σχέση. Από τα χρήματα που χρειάζονται για τις καθημερινές ανάγκες μέχρι τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών κι από τις δουλειές του σπιτιού μέχρι τις δραστηριότητες στον ελεύθερο χρόνο, ένα ζευγάρι έχει πολλές αφορμές να διαφωνεί.
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα ζευγάρια, που μιλούν ανοιχτά για τα σεξουαλικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν, είναι πιο ικανοποιημένα από τις σχέσεις τους. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι θα προτιμούσαν να έχουν μια όχι και τόσο ευχάριστη σεξουαλική ζωή από το να συμμετάσχουν σε μια τέτοια κουβέντα. Γιατί λοιπόν είναι τόσοι πολλοί οι άνθρωποι που φοβούνται να επικοινωνήσουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες στον σύντροφό τους; Σε αυτό το ερώτημα προσπάθησε να απαντήσει η Καναδή ψυχολόγος Uzha Rehman και οι συνεργάτες της στην πρόσφατη μελέτη που διεξήγαγαν σχετικά με την επικοινωνιακή σύγκρουση στα ζευγάρια.
Η επικοινωνιακή σύγκρουση είναι πάντα δύσκολη, κυρίως επειδή είναι στη φύση μας να προσπαθούμε να αποφύγουμε τα αρνητικά συναισθήματα που ανεβάζουν τους τόνους και πληγώνουν το έτερόν μας ήμισυ. Οπότε, προτιμούμε να αφήσουμε τα πράγματα να κυλήσουν ως έχουν.
Ακόμα, όμως, και τα ζευγάρια που καταφέρνουν να επιλύσουν με επιτυχία άλλους τύπους συγκρούσεων, πολλές φορές «τα βρίσκουν σκούρα» όταν πρόκειται να συζητήσουν τα σεξουαλικά προβλήματα της σχέσης τους. Τότε, αντί να επικοινωνήσουν τις προτιμήσεις τους και να μάθουν για αυτές του συντρόφου τους, βασίζονται σε στερεοτυπικά σενάρια που μεθοδεύουν τη σεξουαλική πράξη. Αντί να «ακούσουν» την ανάγκη τους για μια αλλαγή μέσα στην καθημερινότητα, κρατούν τις φαντασιώσεις τους για τον εαυτό τους. Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, να καταλάβουμε γιατί η σεξουαλική ζωή των ζευγαριών φθίνει μετά από κάποια χρόνια γάμου.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα ζευγάρια αποφεύγουν την επικοινωνιακή σύγκρουση επειδή την εκλαμβάνουν ως απειλητική, με τρεις διαφορετικούς τρόπους:
- Απειλή για τη σχέση: Φοβούνται ότι μια συγκρουσιακή συζήτηση θα πλήξει ανεπανόρθωτα τη σχέση τους. Με άλλα λόγια, εκτιμούν τη σχέση τους ακόμα κι όταν δε νιώθουν ευτυχισμένοι μέσα σε αυτή, επομένως προτιμούν να μην πουν τίποτα από το να διακινδυνεύσουν μια σύγκρουση που μπορεί να τη βελτιώσει, αλλά μπορεί και να την καταστρέψει.
- Απειλή για τον σύντροφο. Φοβούνται ότι η συγκρουσιακή συζήτηση θα πληγώσει τον σύντροφό τους. Νοιάζονται, λοιπόν, για την καλή ψυχολογική κατάσταση του συντρόφου τους ακόμα κι όταν οι ίδιοι δεν είναι χαρούμενοι από την πορεία της σχέσης. Και σε αυτή την περίπτωση, προτιμούν να σιωπήσουν από το να κάνουν τον σύντροφό τους να αισθανθεί άβολα, ακόμα κι αν υπάρχει περίπτωση να κάνουν τα πράγματα καλύτερα.
- Απειλή για τον εαυτό τους. Φοβούνται ότι η συγκρουσιακή συζήτηση θα τους κάνει ευάλωτους. Αν αποκαλύψουν πολλά για τον εαυτό τους φοβούνται ότι ο σύντροφός τους θα τους αποδοκιμάσει ή θα τους κάνει να αισθανθούν ντροπή. Όλοι οι άνθρωποι χρειάζονται την αποδοχή του συντρόφου τους και ο φόβος της απώλειάq της αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τον οποίο πολλοί αποφεύγουν από την αρχή να μιλούν για ευαίσθητα θέματα.
Στη μελέτη τους, η Δρ. Rehman και οι συνεργάτες της ρώτησαν κάποιους ανθρώπους που βρίσκονταν σε σχέση να φανταστούν τον εαυτό τους σε μια συγκρουσιακή κατάσταση με τον σύντροφό τους. Το σενάριο περιελάμβανε είτε θέματα σχετικά με τις δουλειές του σπιτιού είτε σεξουαλικά θέματα σχετικά με τη συχνότητα των επαφών.
Στη συνέχεια, κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο που μετρούσε την αίσθηση της απειλής για τη σχέση, το σύντροφο και τον εαυτό τους. Από τη μια πλευρά, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι σεξουαλικές διαμάχες είναι παρόμοιες με τις άλλες και σε όλες οι τρεις τύποι της εκλαμβανόμενης απειλής ήταν εξίσου υψηλοί. Από την άλλη πλευρά, οι σεξουαλικές διαφωνίες είχαν ως αποτέλεσμα υψηλότερα επίπεδα της εκλαμβανόμενης απειλής προς τον εαυτό, σε σχέση με τις μη σεξουαλικές διαμάχες.
Με λίγα λόγια, η μελέτη έδειξε ότι ο κύριος λόγος που οι άνθρωποι αποφεύγουν να μιλούν με τους συντρόφους τους για σεξουαλικά ζητήματα είναι επειδή θεωρούν μια τέτοια συζήτηση απειλητική για τους εαυτούς τους.