Ο Γιώργος Παπαπαύλου, ο Ντίνος της Νύχτας, ένας χαρακτήρας που έχει κάνει μεγάλη αίσθηση από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στη σειρά, βρέθηκε στο «Καλύτερα δε γίνεται!» και μίλησε για όλα.
Όσο για την αποδοχή του κόσμου, δήλωσε: «Αισθάνομαι υπέροχα, νιώθω ότι ζω ένα όνειρο. Όταν νιώθεις ότι αυτό που κάνεις έχει αυτή την ανταπόκριση και αυτή την αποδοχή και εισπράττεις τόσο πολλή αγάπη τόσο γρήγορα, νιώθω ευγνώμων».
Ο ρόλος του Ντίνου είναι βασισμένος σε υπαρκτό πρόσωπο. «Είναι ο Μάριος Βεάνος. Εμπνευστήκαν από την ιστορία του Μάριου. Εγώ δεν μιμούμαι τον Μάριο, κάνω έναν τελείως διαφορετικό ρόλο. Αλλά υπήρξε ένας άνθρωπος που τόλμησε τη δεκαετία του ’80 να εμφανιστεί ως γυναίκα στα μαγαζιά της Βέροιας».
Τον αποδέχονται τον Ντίνο; «Υπάρχουν άνθρωποι που τον αποδέχτηκαν και υπάρχουν και άνθρωποι που στέκονται απέναντί του, όπως συμβαίνει με όλους αυτούς τους ανθρώπους που τολμούν να είναι ο εαυτός τους. Τολμούν να βγουν μπροστά και να πουν εγώ αυτός είμαι κι έτσι θέλω να ζήσω».
Πως ήρθε η συνεργασία: «η πρόταση ήρθε από την casting director Ηρώ Γάλλου. Πέρασα από δοκιμαστικό έφτασα στους δύο τελευταίους μετά από τρεις μήνες που είδαν πάρα πολλά πρόσωπα, έχασα το ρόλο ανάμεσα στους δύο την πρώτη φορά, υπάρχει ένα παρασκήνιο με πολλές διαπραγματεύσεις, και ήταν να ‘ρθει σε μένα αυτός ο ρόλος τον οποίο ήθελα πάρα πολύ, γιατί είναι σπάνιο στην τηλεόραση να σου δίνεται η ευκαιρία να κάνεις κάτι τόσο διαφορετικό και κάτι τόσο ενδιαφέρον και τόσο του “the point” αυτή τη στιγμή. Γιατί ζούμε μια στιγμή που αυτά τα πράγματα πρέπει να τα θίξουμε και πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά για αυτά, να μπούμε στη θέση αυτών των ανθρώπων. Σας μιλάω για το πως εγώ μπήκα σε αυτό το ρόλο. Το είδα ως μια πολιτική πρόταση των ημερών. Δηλαδή ήθελα να φύγω από κλισέ, από τετριμμένα. Ήθελα να δω την ουσία αυτών των ανθρώπων, το βάθος τους, την ψυχούλα τους, όχι τα φρουφρου, τα αρώματα, το σόου και γι’ αυτό τον πήγα προς τα εκεί τον Ντίνο. Ήθελα πιο πολύ να φωτίσω τις ρωγμές του, τις ευαίσθητες στιγμές του, γιατί όταν βλέπουμε τέτοιους ανθρώπους, πολύ συχνά μένουμε στο “έξω”».