Πίτσες, μπέργκερ και σουβλάκια θα πρέπει να περιοριστούν από τη διατροφή των ανδρών, με στόχο να διατηρήσουν ακέραιη την ποιότητα του σπέρματος, αλλά και την υγεία των παιδιών τους. Μια νεότερη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Nature προσθέτει και την ποιότητα της διατροφής ως παράγοντα που θα μπορούσε να επηρεάσει την ποιότητα του σπέρματος, καθώς και τη μεταβολική υγεία των απογόνων.
Αξιοποιώντας δεδομένα από περισσότερες από 3.000 οικογένειες και ένα πειραματικό μοντέλο ποντικιών, οι ερευνητές από το ερευνητικό κέντρο Helmholtz του Μονάχου της Γερμανίας και του Γερμανικού Κέντρου Έρευνας για τον Διαβήτη απέδειξαν ότι η διατροφή του πατέρα πριν από τη σύλληψη μπορεί να επηρεάσει το βάρος των παιδιών και τον κίνδυνο μεταβολικών ασθενειών.
Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές εντόπισαν μια σχέση μεταξύ του αυξημένου σωματικού βάρους του πατέρα και της πιθανότητας ένα παιδί να εμφανίσει κάποια μεταβολική διαταραχή. Η σχέση αυτή ήταν ανεξάρτητη από το βάρος της μητέρας. Για να το επαληθεύσουν και στο εργαστήριο, οι ερευνητές τάισαν ποντίκια με δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά για δύο εβδομάδες και στη συνέχεια παρακολούθησαν το σπέρμα τους και τον μεταβολισμό των απογόνων τους. Όπως συμπέραναν, οι απόγονοι των ποντικιών που τρέφονταν με μια δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, είχαν αυξημένη συχνότητα δυσανεξίας στη γλυκόζη σε σύγκριση με τα ποντίκια που τρέφονταν με κανονική διατροφή.
«Η υπόθεσή μας ότι οι επίκτητοι φαινότυποι κατά τη διάρκεια της ζωής, όπως ο διαβήτης και η παχυσαρκία, μεταδίδονται μέσω επιγενετικών μηχανισμών από γενιά σε γενιά, ενισχύεται από τη μελέτη αυτή. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο μέσω της μητέρας αλλά, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα της έρευνάς μας, και μέσω του πατέρα» εξηγούν οι ερευνητές.
Βασικό και θετικό στοιχείο των ευρημάτων είναι ότι οι αλλαγές είναι αναστρέψιμες. Όπως παρατηρήθηκε, όσο ποντίκια τράφηκαν με τη δίαιτα υψηλών λιπαρών και και στη συνέχεια επέστρεφαν σε κανονική διατροφή δεν απέκτησαν απόγονους με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης δυσανεξίας στη γλυκόζη: «Η δυνατότητα αυτή δίνει την ευκαιρία στους υποψήφιους πατεράδες να λάβουν τα μέτρα τους. Ωστόσο, πρώτα απαιτείται καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το RNA που μεταφέρεται στο σπέρμα επηρεάζει τη γονιδιακή έκφραση» κατέληξε ο καθηγητής Δρ Martin Hrabě de Angelis, συν-συγγραφέας και διευθυντής έρευνας στο ερευνητικό κέντρο.