«Τίποτε από όλα αυτά τα σχόλια δεν με αγγίζει στο παραμικρό. Ξέρω τι θέλω και πού βαδίζω καλλιτεχνικά. Κατευθύνομαι προς τα εκεί ήρεμα και χαρούμενα». Αυτές είναι οι πρώτες κουβέντες της εικαστικού Αφροδίτης Λίτη στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ» μια ψύχραιμη απάντηση στην ερώτηση πώς αισθάνεται ευρισκόμενη ξαφνικά στο επίκεντρο μιας αρνητικής διαδικτυακής καταιγίδας.
Η συζήτησή μας έχει ως αφορμή τις πολλές αντιδράσεις που ξεσήκωσε ο ανδριάντας της Μαρίας Κάλλας που η ίδια φιλοτέχνησε με ανάθεση από τον Ελληνικό Σύλλογο «Μαρία Κάλλας». Το μπρούντζινο γλυπτό εγκαινιάζει τις δράσεις του Συλλόγου, που προγραμματίζεται να κορυφωθούν το 2023, στην επέτειο ενός αιώνα από τη γέννησή της ντίβας.
Το γλυπτό βρίσκεται στο αλσύλλιο Ροβέρτου Γκάλι επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και τα αποκαλυπτήρια έγιναν την προηγούμενη Παρασκευή. Σχεδόν αμέσως το Διαδίκτυο γέμισε με πλήθος ενστάσεων –και ενίοτε προσβλητικά «τρολαρίσματα»–για το έργο. «Ολοι οι καλλιτέχνες αμφισβητούμε αυτό που κάνουμε, είναι στη φύση μας. Ομως προσπαθώ για το καλύτερο ως προς την τέχνη μου και τους ανθρώπους στους οποίους απευθύνεται» σχολιάζει. Και συνεχίζει: «Δεν είναι κακό ο θεατής ενός έργου τέχνης να το κρίνει, πόσο μάλλον αν είναι δημόσιο. Αρκεί η κριτική να γεννιέται μόνον από αυτό που βλέπει και να μην παρεισφρέουν εξωκαλλιτεχνικοί παράγοντες».
Δεν είναι κακό ο θεατής ενός έργου τέχνης να το κρίνει, πόσο μάλλον αν είναι δημόσιο. Αρκεί η κριτική να γεννιέται μόνον από αυτό που βλέπει και να μην παρεισφρέουν εξωκαλλιτεχνικοί παράγοντες.
Η ίδια δεν μπαίνει σε αντιπαραθέσεις. «Αλλωστε δεν ασχολούμαι με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και αυτό με κρατάει στο επίπεδο που επιθυμώ» λέει. «Για τους σκεπτόμενους ανθρώπους ήταν πολύ σημαντική η διά ζώσης επαφή με το έργο. Από την ημέρα των αποκαλυπτηρίων εισέπραξα θερμή ανταπόκριση. Εχω λάβει αμέτρητα συγχαρητήρια μηνύματα, πριν αρχίσουν τα social media να φλυαρούν. Και αν δούμε το αποτέλεσμα αθροιστικά, διαπιστώνω ότι οι φωνές που κάνουν τη φασαρία είναι ελάχιστες».
Η εικαστικός, καθηγήτρια στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με εκθέσεις και διακρίσεις στο ενεργητικό της, δεν είναι η πρώτη φορά που φιλοτεχνεί δημόσιο μνημείο –το μπρούντζινο άγαλμα του Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄, που δημιούργησε κατόπιν παραγγελίας, βρίσκεται τοποθετημένο στο προαύλιο του ΑΠΘ. Στην περίπτωση του ανδριάντα της Κάλλας, η ανάθεση του Συλλόγου τη «συνέδεσε» με ένα πρόσωπο που και η ίδια αγαπούσε. Ετσι αποφάσισε να δωρίσει την εργασία της.
«Μου δόθηκε η χαρά να μελετήσω μια μοναδική προσωπικότητα. Και να μιλήσω για αυτήν με το συναίσθημα» σχολιάζει. «Από τις φωτογραφίες της Κάλλας που είχα στη διάθεσή μου επέλεξα τη συγκεκριμένη που την απεικονίζει με κοστούμι όπερας στη Σκάλα του Μιλάνου, επειδή διαθέτει πολλά ελληνικά στοιχεία: τη δωρικότητα της μορφής, την απλότητα, την εσωτερική συγκρότηση αλλά και τη χάρη, που στο γλυπτό εκφράζεται από τα λιτά κοσμήματα και τις πτυχώσεις των ιματίων. Το έργο μού ανατέθηκε στο τέλος του 2019. Μόλις καταλάγιασε μέσα μου η φιγούρα, έκανα τα σχέδια ώστε να τα εγκρίνει ο Σύλλογος. Ο φάκελος της εργασίας κατατέθηκε στον Δήμο Αθηναίων έτσι όπως προβλέπεται και στη συνέχεια πέρασε από την Εφορεία Νεοτέρων Μνημείων και την Εφορεία Ακροπόλεως. Εκεί προτάθηκε η θέση για να στηθεί ο ανδριάντας: κοντά στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Ολοι συμφώνησαν και ο Σύλλογος ήταν περιχαρής διότι δεν το είχαν ποτέ φανταστεί ή επιδιώξει»
Εξίσου πανηγυρική ήταν και η έγκριση του ΚΑΣ. «Ξέρω γιατί έκανα τον ανδριάντα, το έργο μου έχει το δικό του ύφος, και αυτό επιλέχθηκε να γίνει» καταλήγει. «Δουλεύω το φως, κι αυτό έχει περάσει μέσα στον τρόπο έκφρασής μου στη γλυπτική. Το άγαλμα συνάδει με το περιβάλλον –το μικρό αλσύλλιο με τις ελιές– δεν προσπαθεί να του επιβληθεί. Ο χώρος έχει χαρακτήρα απέριττο κι από πάνω του σαν φωτοστέφανο είναι ο ουρανός».