Η άλλη όψη της δημογραφικής αλλαγής – Έχει και ευκαιρίες

    Ημερομηνία:

    Η αύξηση της απασχόλησης μέσα από την ενισχυμένη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, η στροφή πόρων από τομείς όπως η παιδική φροντίδα στην έρευνα και ανάπτυξη, και το θετικό αποτύπωμα στο περιβάλλον είναι κάποια από τα παράπλευρα οφέλη της μείωσης του πληθυσμού που θα μπορούσαν να αλλάξουν το αφήγημα γύρω από τον οικονομικό αντίκτυπο της δημογραφικής κρίσης.

    Το πρόβλημα

    Ο κόσμος εισέρχεται σε τροχιά δραματικής δημογραφικής αλλαγής. Από τη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού τον περασμένο αιώνα περνάει τώρα σε καθεστώς αποπληθυσμού, μέσα από την αντιστροφή της τάσης στις γεννήσεις. Η μείωση του ανθρώπινου δυναμικού και η άνευ προηγουμένου αύξηση των ατόμων προχωρημένης ηλικίας ασκούν σε πρώτη ανάγνωση ευδιάκριτες πιέσεις στις προοπτικές για την ανάπτυξη.

    Στα μοντέλα που βασίζονται στην καινοτομία ως κινητήρια δύναμη ανάπτυξης, το μέγεθος των πληθυσμών διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο. Με τις υπόλοιπες παραμέτρους σταθερές, μικρότερος πληθυσμός σημαίνει λιγότερους ερευνητές, λιγότερες νέες ιδέες και χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο. Ο κίνδυνος είναι ευρύτερα η περιορισμένη διάθεση ανθρώπινου δυναμικού που θα οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη οικονομική στασιμότητα και συρρίκνωση, καθώς λιγότεροι θα παράγουν, λιγότεροι θα αποταμιεύουν και λιγότεροι θα καταναλώνουν.

    Επιπλέον, η μείωση των γεννήσεων σημαίνει αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση των οικονομιών και την αμφισβήτηση των υφιστάμενων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία εργάζονται και αποταμιεύουν λιγότερο από τους νέους, δημιουργώντας αντιθέτως σημαντικά βάρη για τους εργαζόμενους που βρίσκονται στην παραγωγική ηλικία – μέσω της μακροχρόνιας φροντίδας, υγειονομικής περίθαλψης και οικονομικής προστασίας τους.

    Εξ ου και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι με κρίσιμες επιλογές αναφορικά με τη διαχείριση των δημογραφικών τάσεων, σχεδιάζοντας κατά καιρούς μέτρα όπως η ενθάρρυνση της γονιμότητας, η ενσωμάτωση μεταναστών και η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης.

    Υπάρχουν όμως και ορισμένες αντίρροπες δυνάμεις, τις οποίες οι ειδικοί αρχίζουν σταδιακά να αναδεικνύουν με στόχο να αποτελέσουν τη βάση για τις λύσεις που θα εφαρμοστούν στην κοινωνία της δημογραφικής γήρανσης. Ειδικότερα, σε συνδυασμό με την ψηφιοποίηση, τη ρομποτική και τον αυτοματισμό που δρομολογούν τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, οι επερχόμενες μειώσεις του πληθυσμού ενδέχεται να αποτελέσουν –όχι κρίση αλλά– ευκαιρία για τις προοπτικές των οικονομιών.

    «Λιγότερα παιδιά και μικρότεροι πληθυσμοί θα σημαίνουν λιγότερες ανάγκες για δαπάνες στη φροντίδα των παιδιών και στη στέγαση, απελευθερώνοντας πόρους για άλλες χρήσεις, όπως η έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και η υιοθέτηση προηγμένων τεχνολογιών. Η μείωση των γεννήσεων μπορεί να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη προωθώντας την αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, την ενίσχυση της αποταμίευσης και τη συσσώρευση φυσικού και ανθρώπινου κεφαλαίου.

    Η μείωση του πληθυσμού μπορεί εξάλλου να μειώσει τις πιέσεις στο περιβάλλον που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, την εξάντληση των φυσικών πόρων και την υποβάθμιση των φυσικών πόρων», γράφουν οι Ντέιβιντ Μπλουμ, Μάικλ Κουν και Κλάους Πρέτνερ, συνυπογράφοντας σχετικό άρθρο στο περιοδικό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Οι τρεις οικονομολόγοι επικαλούνται μάλιστα την περίοδο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η μείωση των γεννήσεων λόγω της παγκόσμιας σύρραξης οδήγησε σε αυξημένα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό –κυρίως από τις γυναίκες–, σε υψηλότερες αποταμιεύσεις και σε συσσώρευση κεφαλαίων. Το αποτέλεσμα που ακολούθησε ήταν η ενίσχυση του κατά κεφαλήν εισοδήματος κατά 2-3 ποσοστιαίες μονάδες.

    Επειτα, ερευνητές, όπως ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Brown Οντέντ Γκαλόρ, έχουν καταδείξει ότι η παραγωγικότητα ενός πληθυσμού είναι πιο σημαντική από το μέγεθός του, σε όρους δημιουργίας γνώσης και καινοτομίας που ωθεί την ανάπτυξη. Γι’ αυτό και υποστηρίζουν ότι αν η μείωση των γεννήσεων συνδυαστεί με αναβάθμιση της εκπαίδευσης, τότε θα σχηματιστεί και πάλι ανθρώπινο κεφάλαιο που θα είναι ικανό να «τρέξει» την ανάπτυξη και ευημερία. Διότι, σε τελική ανάλυση, το μείζον είναι μια κοινωνία η οποία θα δημιουργεί υψηλότερη προστιθέμενη αξία μέσα από την εργασία της. «Θα κάνουμε λιγότερα παιδιά, αλλά θα επενδύουμε περισσότερο σε αυτά», τόνιζε πρόσφατα σε συνέντευξη στην «Κ» ο ανώτερος διευθυντής Οικονομικών στο Ellison Institute of Technology, Αντριου Σκοτ, ο οποίος μας έλεγε ότι ιδίως οι δυτικές χώρες θα πρέπει να συνηθίσουν στη νέα πραγματικότητα των μικρότερων πληθυσμών, η οποία υπό συνθήκες και προϋποθέσεις «μπορεί να μην είναι κακό πράγμα». Ο ίδιος ανήκει στους μελετητές οι οποίοι θεωρούν ότι η ενίσχυση της επένδυσης στην εκπαίδευση των νέων και στην υγεία των ηλικιωμένων είναι σε θέση να έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για την παραγωγικότητα αφενός των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας, αφετέρου των βετεράνων εργαζομένων που θα μπορούν πλέον να απασχολούνται, εφόσον και οι ίδιοι το επιθυμούν, ακόμα και μετά την παραδοσιακή ηλικία συνταξιοδότησης.

    Επιπλέον, η έννοια του υψηλού βιοτικού επιπέδου σχετίζεται και με παράγοντες όπως η μείωση των πιέσεων στο περιβάλλον –βλ. ρύπανση γης, αέρα και υδάτων, αποψίλωση δασών, απώλεια βιοποικιλότητας– και ιδανικά η αντιστροφή της κλιματικής αλλαγής. Αναμφίβολα, η μείωση του πληθυσμού θα διευκολύνει την προσπάθεια για το κλίμα και το περιβάλλον. Συμπερασματικά, η μείωση του πληθυσμού μπορεί πράγματι να απειλήσει την ανάπτυξη των οικονομιών, αν αυτές δεν προσαρμοστούν αφού διακρίνουν τις ευκαιρίες ανάμεσα στις προκλήσεις που συνοδεύουν τη δημογραφική αλλαγή.

    Οι προβολές

    Οι γεννήσεις μειώνονται σταθερά πλέον, θέτοντας το δημογραφικό σε τροχιά να προσεγγίσει ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Ο παγκόσμιος πληθυσμός υπερβαίνει τώρα τα 8 δισ. και δεν αποκλείεται να φτάσει, από την κεκτημένη ταχύτητα των προηγούμενων δεκαετιών, ακόμη και τα 10 δισ. έως το 2050, προτού ωστόσο αρχίσει να μειώνεται απότομα. Τα επόμενα 25 χρόνια, υπολογίζεται ότι η Ευρώπη, η Ρωσία και η Ανατολική Ασία θα βιώσουν εξαιρετικά σημαντική μείωση του πληθυσμού. Στο ίδιο διάστημα, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και πάνω σε χώρες που αντιμετωπίζουν δημογραφικό ζήτημα θα διπλασιαστεί από 17% σε 30%. Σύμφωνα με τον Τομέα Πληθυσμού του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το 1950 η μέση γυναίκα στον κόσμο θα γεννούσε 5 παιδιά κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής της ηλικίας, όταν το σημείο αναφοράς για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του παγκόσμιου πληθυσμού είναι 2,1 παιδιά. Γι’ αυτό και ο πληθυσμός υπερδιπλασιάστηκε από 2,5 δισεκατομμύρια σε 6,2 δισεκατομμύρια ανθρώπους το 2000. Ενα τέταρτο του αιώνα αργότερα, το παγκόσμιο ποσοστό γεννήσεων ανήλθε στα 2,2 παιδιά και μέχρι το 2050 θα έχει μειωθεί κάτω από τα 2,1 παιδιά, σηματοδοτώντας ως τελικό αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του παγκόσμιου πληθυσμού.

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    Ναύπακτος: Η μικροποσότητα ήταν αρκετή για να τον στείλουν στο κελί

    Συνελήφθη, σήμερα τα ξημερώματα, σε περιοχή της Ναυπακτίας, από...

    Συναυλία κιθάρας στο Πάρκο Ειρήνης του Πανεπιστημίου Πατρών

    «Μουσική είναι η ομορφιά του σύμπαντος», Πλάτων Με γνώμονα...

    ΑΝΩ ΣΥΧΑΙΝΑ: Δείτε τι έγινε στο πανηγύρι! Επικράτησε το αδιαχώρητο – ΦΩΤΟ

    Με ιδιαίτερη επιτυχία και μεγάλη συμμετοχή κόσμου πραγματοποιήθηκε την...

    Υπουργείο Παιδείας : Δέσμευση για προσπάθεια ανάκλησης της απόφασης για το… λουκέτο στο Λύκειο Ερυμάνθειας

    Παρέμβαση στο Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού με στόχο...