Σε ένα πρόσθετο πακέτο 6,7 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης προσβλέπει η Ελλάδα, με το 1,7 δισ. να προχωράει άμεσα και τα υπόλοιπα μετά τις εκλογές. Πρόκειται για χρήματα που θα περάσουν στην πραγματική οικονομία, δηλαδή στις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες, είτε μέσω επιδοτήσεων είτε μέσω χαμηλότοκων δανείων.
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, πλέον είναι ώριμες οι συνθήκες για την υποβολή του ελληνικού αιτήματος στην Κομισιόν σχετικά την καταβολή της τρίτης δόσης ύψους 1,7 δισ. ευρώ. Αυτό μπορεί να γίνει πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Αντίθετα, η διεξαγωγή των εκλογών, με πολύ πιθανό να υπάρχει και δεύτερος γύρος τον Ιούλιο προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση, φέρνει καθυστερήσεις στην αναθεώρηση του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης. Οπως τονίζει αρμόδιο στέλεχος, «δεν υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος, καθώς μετά τη κατάθεση του αναθεωρημένου σχεδίου απαιτούνται 2 μήνες διαβουλεύσεων με την Κομισιόν κι αυτό δεν μπορεί να γίνει με υπηρεσιακή κυβέρνηση». Από την αναθεώρηση του σχεδίου η Ελλάδα μπορεί να κερδίσει επιπλέον δάνεια 5 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ειδικότερα, αυτή την περίοδο βρίσκονται σε εξέλιξη 267 διαγωνισμοί, συνολικής δαπάνης 3,37 δισ. ευρώ. Για δάνεια και επιχορηγήσεις, η Ελλάδα έχει εκταμιεύσει μέχρι τώρα 11 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και, όπως προαναφέρθηκε, σχεδιάζει να υποβάλει αίτημα για την τρίτη δόση, ύψους 1,7 δισ. ευρώ εντός του Μαΐου. Εφόσον εκταμιευτεί και αυτή η τρίτη δόση, θα έχει απορροφηθεί το 40% των πόρων που δικαιούται η χώρα μας από το Ταμείο Ανάκαμψης, συνολικού ύψους 31,16 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι τον Μάρτιο η Ελλάδα υπέβαλε και αίτημα για δάνειο ύψους 5 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο του REPowerEU. Η αναθεώρηση συνδέεται, μεταξύ άλλων, και με το REPowerEU, με νέες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που θα ξεκινήσουν/έχουν ξεκινήσει από την 1η Φεβρουαρίου του 2022 ή θα είναι επέκταση παλαιότερων κινήσεων, εκ των οποίων όμως μόνο το νέο σκέλος θα συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο REPowerEU.
Η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να χρηματοδοτήσει επιπλέον έργα για την ενεργειακή μετάβαση, τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και την κάλυψη επιχειρήσεων και πολιτών.
Υπενθυμίζεται πως το Ταμείο Ανάκαμψης που λήγει το 2026 δίνει το δικαίωμα για μόνο μία ενδιάμεση αναθεώρηση, στην οποία πέρα από τις αλλαγές που προκάλεσε η ενεργειακή κρίση θα πρέπει να ενσωματωθούν και όλες οι υπόλοιπες παράμετροι, όπως η αποδοχή ότι κάποια έργα θα καθυστερήσουν και έτσι θα πρέπει να απενταχθούν, προϋπολογισμοί να αναθεωρηθούν ή μεταρρυθμίσεις να προσαρμοστούν.
Μάλιστα τα κράτη-μέλη μπορούν επίσης να τροποποιήσουν το σχέδιό τους εφόσον αποδείξουν ότι αντικειμενικές συνθήκες καθιστούν ανέφικτη την εφαρμογή ορισμένων ορόσημων και στόχων. Αυτές οι αντικειμενικές συνθήκες θα μπορούσαν να συνδέονται με τον πληθωρισμό, τις ελλείψεις στην αλυσίδα εφοδιασμού ή το γεγονός ότι υπάρχει καλύτερο εναλλακτικό μέτρο για την εκπλήρωση του επιδιωκόμενου στόχου πολιτικής ενός μέτρου.
Υπολογίζεται ότι οι αδιάθετοι πόροι του Ταμείου φτάνουν τα 80 δισ. ευρώ και είναι υπεραρκετοί για να καλυφθούν όλα τα αιτήματα από την αναθεώρηση του προγράμματος.
Βασικό κίνητρο για να προσφύγουν οι επιχειρήσεις στα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι το χαμηλό κόστος: 0,35% είναι το επιτόκιο για τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, 1% για τις μεσαίες και μεγάλες και 3,6% για όσες δεν δικαιούνται κρατική ενίσχυση (επενδύσεις που έχουν ήδη ξεκινήσει ή ανήκουν σε συγκεκριμένους κλάδους).
Αυτή τη στιγμή υπολογίζεται ότι από τις 106 συμβάσεις που έχουν υπογραφεί για δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, περίπου οι 35, δηλαδή το 1/3, αφορούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το ύψος των δανείων, βεβαίως, είναι αναλογικά μικρότερο, καθώς οι επενδύσεις είναι αντίστοιχα χαμηλότερου προϋπολογισμού. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα το υπουργείο Οικονομικών, από τα 381 επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στις τράπεζες και εξετάζονται, συνολικού προϋπολογισμού 12,12 δισ. ευρώ, τα 230 έχουν κατατεθεί από πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και έχουν συνολικό προϋπολογισμό 2,73 δισ. ευρώ.