Ο «γρίφος» του νέου προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την επταετία 2028-2034, δεν πρόκειται να λυθεί ούτε εύκολα ούτε γρήγορα.
Οι πρώτες αντιδράσεις στην πρόταση που παρουσίασε την Τετάρτη η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προαναγγέλλουν ένα σκληρό «παζάρι», που δεν αποκλείεται να διαρκέσει κυριολεκτικά μέχρι το «παρά ένα».
Όπως είχε συμβεί και με τον τρέχοντα προϋπολογισμό (2021-2027), για την τελική έγκριση του οποίου, το 2020, απαιτήθηκε ένας «μαραθώνιος» που διήρκεσε τέσσερα μερόνυχτα ανάμεσα στους ηγέτες των κρατών-μελών.
Ενίσχυση άμυνας-ασφάλειας
Παρά τις πολλές και σημαντικές διαφωνίες που έχουν ήδη εκφραστεί, όμως – άλλες για το «ψαλίδι» στην ΚΑΠ και τα Ταμεία Συνοχής, άλλες για την αύξηση του συνολικού ποσού του προϋπολογισμού και άλλες για τους όρους που θα συνοδεύουν τη διάθεσή του – η αλήθεια είναι πως υπάρχει ένα θέμα στο οποίο δείχνουν να συμφωνούν οι πάντες εξαρχής: την ενίσχυση της «άμυνας και ασφάλειας» της ΕΕ, που συνοδεύεται από τη σημαντική αύξηση και των σχετικών κονδυλίων.
Θα έπρεπε να είναι κάτι το απολύτως αναμενόμενο, καθώς η Ευρώπη είναι φανερό πως έχει εισέλθει πλέον για τα καλά στον αστερισμό της πολεμικής προετοιμασίας και της πολεμικής οικονομίας – έχοντας προεξοφλήσει και τον αντίπαλό της: τη Ρωσία.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι η πρόσφατη συμφωνία στο ΝΑΤΟ για σταδιακή αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στο 5% ως το 2035 κατέστη εφικτή επειδή συμφώνησαν σε αυτό οι ευρωπαϊκές χώρες, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών-μελών της Συμμαχίας, ενώ ταυτόχρονα ανήκουν και στην ΕΕ.
Πενταπλασιασμός δαπανών
Σε αυτό το φόντο, ο πενταπλασιασμός των σχετικών δαπανών που προβλέπει το σχέδιο φον ντερ Λάιεν – στα 131 δισ. ευρώ – όπως και το μεγαλύτερο μέρος των 100 δισ. της ενίσχυσης προς την Ουκρανία, έρχονται ουσιαστικά να προστεθούν στον «κουμπαρά» των 800 δισ. που συμφώνησαν πρόσφατα να δημιουργήσουν οι εταίροι.
Κυρίως, όμως, έρχονται να προστεθούν στα αντίστοιχα εθνικά «πολεμικά» κονδύλια, τα οποία αθροιστικά ξεπερνούν κατά πολύ εκείνο της ΕΕ.
Τύμπανα πολέμου σε Γαλλία-Γερμανία
Το σχέδιο προϋπολογισμού της Γαλλίας για το 2026 που παρουσίασε αυτή την εβδομάδα ο πρωθυπουργός της,. Φρανσουά Μπαϊρού, αποδεικνύει του λόγου το αληθές.
Κι αυτό διότι τη στιγμή που προβλέπει περικοπές της τάξης των 44 δισ. ευρώ από τις κρατικές δαπάνες, μαζί με κατάργηση χιλιάδων θέσεων εργασίας στο Δημόσιο και των δύο εκ των 11 επίσημων αργιών, διαθέτει 3,5 δισ. επιπλέον για την κάλυψη των «αμυντικών δαπανών».
Κάτι που είχε φροντίσει να εξαγγείλει ήδη ο Εμανουέλ Μακρόν, προβάλλοντας μάλιστα το εξής επιχείρημα: «Εάν θέλεις να είσαι ελεύθερος σε αυτόν τον κόσμο, τότε πρέπει να σε φοβούνται».
«Στον απόηχο της ομιλίας του προέδρου της δημοκρατίας προς τις ένοπλες δυνάμεις την Κυριακή, 13 Ιουλίου, ο πρωθυπουργός επιχειρεί να προκαλέσει ένα σοκ στην κοινή γνώμη, επικαλούμενος τη μοναδική συγκυρία με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα, την απειλή απώλειας της κυριαρχίας της σε ένα κόσμο ο οποίος καθίσταται διαρκώς πιο βίαιος και ανταγωνιστικός», σημείωνε χαρακτηριστικά στο κεντρικό της άρθρο η le Monde.
Σημειώνοντας, παράλληλα, ότι ο Μπαϊρού ενήργησε με τον συγκεκριμένο τρόπο παρ’ ότι κινδυνεύει να έχει την τύχη του προκατόχου του, Μισέλ Μπαρνιέ, ο οποίος έπεσε το περασμένο φθινόπωρο μετά την έγκριση μιας πρότασης μομφής σε βάρος του.
Η Γαλλία δεν αποτελεί, φυσικά, την εξαίρεση, αλλά υπακούει στον κανόνα ο οποίος κυριαρχεί στην ΕΕ.
Απόδειξη το γεγονός ότι στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης, το οποίο έλαβε το πράσινο φως των Βρυξελών αυτή την εβδομάδα.
Ένα σχέδιο το οποίο, επικαλούμενο τις ανάγκες ενίσχυσης τ ων ενόπλων δυνάμεων και γενικότερα της ασφάλειας και εκμεταλλευόμενο την ευελιξία που προσφέρει το νέο πλαίσιο της Κομισιόν, προβλέπει παραβίαση των δημοσιονομικών κανόνων την επόμενη διετία και επιστροφή στην αυστηρή τήρησή τους στη συνέχεια.
Ποιο είναι το συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω;
Πολύ απλά, ότι οι πολίτες της ΕΕ καλούνται να συνειδητοποιήσουν αυτό που έχει πει εδώ και καιρό η φον ντερ Λάιεν: το «μέρισμα της ειρήνης» που κληρονόμησαν με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Ψυχρού Πολέμου έχει πλέον εξαντληθεί και πρέπει να ετοιμάζονται για πολύ πιο δύσκολα και σκληρά χρόνια. Το εάν θα το αποδεχτούν είναι άλλη υπόθεση…