Το φιλόδοξο σχέδιο για τη δημιουργία ενός ενιαίου Ευρωπαϊκού Σιδηροδρομικού Δικτύου Υψηλής Ταχύτητας παρουσίασαν την περασμένη Πέμπτη στις Βρυξέλλες ο Ελληνας επίτροπος Βιώσιμων Μεταφορών και Τουρισμού Απόστολος Τζιτζικώστας και ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Συνοχή και τις Μεταρρυθμίσεις Ραφαέλε Φίτο. Με ορίζοντα το 2040, το σχέδιο φιλοδοξεί να ενώσει όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, μειώνοντας δραστικά τους χρόνους ταξιδιού και καθιστώντας το τρένο τον κύριο τρόπο μετακίνησης μεγάλων αποστάσεων στην ήπειρο.
Η απουσία αυτή δεν είναι τυχαία, καθώς το θέμα της χρηματοδότησης της σύνδεσης Αθήνας–Πάτρας παραμένει σε εκκρεμότητα, γιατί ο χρηματοδοτικός πυλώνας CEF 2 (Connecting Europe Facility) έκλεισε το περασμένο καλοκαίρι, αφήνοντας την αχαϊκή πρωτεύουσα εκτός των επιλέξιμων έργων. Η ΕΕ στρέφει πλέον την προσοχή της σε έργα που έχουν διασυνοριακή διάσταση ή είναι ώριμα ως προς τη μελέτη και τη χρηματοδότηση -κάτι που, δυστυχώς, δεν ισχύει για την Πάτρα.
Ωστόσο, η νέα ευρωπαϊκή χάραξη σταματά στην Αθήνα, αφήνοντας εκτός τη Δυτική Ελλάδα, παρότι η Πάτρα αποτελεί το φυσικό τελικό σημείο του άξονα Αθήνα – Κόρινθος – Πάτρα – Ιταλία και στρατηγικό κόμβο εμπορίου και τουρισμού. Η μη ένταξή της στο ευρωπαϊκό δίκτυο υψηλής ταχύτητας σιδηροδρόμων σημαίνει πρακτικά ότι η περιοχή χάνει τη δυνατότητα να ενταχθεί στα μεγάλα διασυνοριακά προγράμματα και στις μελλοντικές ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις.
Κι ενώ η Ευρώπη επιταχύνει, η Πάτρα μένει στάσιμη. Η σύνδεση Ρίου – Πάτρας, που εδώ και χρόνια αποτελεί αντικείμενο μελετών και αντιπαραθέσεων, παραμένει χωρίς εξασφαλισμένη χρηματοδότηση και χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα. Η απουσία της πόλης από τον ευρωπαϊκό χάρτη του 2040 στέλνει σαφές μήνυμα: η Δυτική Ελλάδα δεν υπολογίζεται ως στρατηγικός κόμβος στο δίκτυο των σιδηροδρόμων υψηλής ταχύτητας.


