Η φωτογραφία της Σοφία Λόρεν και της Τζέιν Μάνσφιλντ από το 1957 αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές εικόνες στην ιστορία του κινηματογράφου – όχι μόνο για την αισθητική της αλλά για όσα υπονοεί. Τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια μιας βραδιάς καλωσορίσματος στο Χόλιγουντ προς τιμήν της Λόρεν, στο περίφημο Romanoff’s του Μπέβερλι Χιλς. Η εκδήλωση συγκέντρωσε λαμπερούς αστέρες της εποχής, αλλά το επίκεντρο έγινε μια αυθόρμητη στιγμή ανάμεσα σε δύο γυναίκες που δεν θα συναντιόνταν ξανά ποτέ.
Όπως αναφέρει το BBC, η Μάνσφιλντ, ήδη αναγνωρίσιμη φιγούρα στον αμερικανικό κινηματογράφο, επέλεξε να καθίσει δίπλα στη Λόρεν φορώντας ένα εντυπωσιακό, αποκαλυπτικό φόρεμα. Η Σοφία Λόρεν απαθανατίστηκε να κοιτά με διστακτικότητα το βαθύ ντεκολτέ της Μάνσφιλντ, χαρίζοντας στην ιστορία το διασημότερο πλάγιο βλέμμα του Χόλιγουντ.
Το βλέμμα της Λόρεν στη φωτογραφία έχει ερμηνευτεί ως δείγμα ζήλιας ή ειρωνείας. Ωστόσο, η ίδια σε συνέντευξή της το 2014 εξηγεί: «Φοβόμουν ότι κάτι θα εκραγεί. Ήμουν τρομοκρατημένη». Ήταν, λέει, περισσότερο ανησυχία για ένα πιθανό ατύχημα παρά αντιπάθεια.
Η φωτογραφία έχει επανειλημμένα αναπαρασταθεί από διασημότητες όπως η Χάιντι Κλουμ και η Άννα Νικόλ Σμιθ. Η εικόνα ενσαρκώνει πολλά δίπολα: Ευρώπη και Αμερική, κομψότητα και πρόκληση, μελαχρινές και ξανθές. Για την κόρη της Μάνσφιλντ, Μαρίσκα Χάργκιταϊ, ήταν μια εικόνα επώδυνη. Στο νέο της ντοκιμαντέρ My Mom Jayne, η ηθοποιός ανασυνθέτει το πορτρέτο μιας μητέρας που δεν πρόλαβε να γνωρίσει – μιας γυναίκας έξυπνης, με καλλιτεχνικές δεξιότητες, αλλά παγιδευμένης σε μια εικόνα που έγινε αυτοσκοπός.
Η Χάργκιταϊ εξηγεί πώς η φωτογραφία την οδήγησε να διαμορφώσει μια καριέρα και προσωπικότητα διαφορετική, αποστασιοποιημένη από τον θόρυβο και τον εξωτισμό της Μάνσφιλντ.
Αντίθετες διαδρομές, αντίθετη μοίρα
Μετά τη βραδιά εκείνη, οι πορείες των δύο γυναικών ακολούθησαν εκ διαμέτρου αντίθετες κατευθύνσεις. Η Λόρεν κατέκτησε το Όσκαρ το 1960 για τον ρόλο της στο Δύο γυναίκες, και συνέχισε για δεκαετίες να ισορροπεί μεταξύ ιταλικού και αμερικανικού κινηματογράφου. Η ικανότητά της να κινείται με ευελιξία ανάμεσα σε διαφορετικά στυλ και να αποφεύγει τις παγίδες των media αποδείχθηκε κρίσιμη για τη μακροχρόνια καριέρα της.
Η Μάνσφιλντ, αντίθετα, είχε ήδη αρχίσει να φθίνει. Μετά το περιστατικό στο πάρτι, η Fox περιόρισε την υποστήριξή της προς εκείνη, και το 1962 η συνεργασία τους διακόπηκε. Παρά τις φιλοδοξίες της, η ηθοποιός δεν κατάφερε να οργανώσει μια σταθερή επαγγελματική στρατηγική. Σταδιακά αναγκάστηκε να καταφύγει σε δημόσιες εμφανίσεις για βιοπορισμό, μέχρι τον τραγικό θάνατό της το 1967 σε τροχαίο, στα 34 της χρόνια.
Σύμφωνα με τους αναλυτές του κινηματογράφου, η φωτογραφία αυτή αποτυπώνει όχι απλώς μια συνάντηση, αλλά την ένταση ανάμεσα σε δύο πρότυπα γυναικείας ταυτότητας. Η Μάνσφιλντ, παρότι θεωρήθηκε ρηχή, είχε μόρφωση και ικανότητες που ποτέ δεν αναγνωρίστηκαν επαρκώς. Αντίθετα, η Λόρεν καλλιέργησε έναν διαχρονικό, πιο ήρεμο τύπο σταρ, προστατευμένη από στρατηγικές επιλογές και την υποστήριξη του Πόντι.
Η ίδια η Λόρεν δεν έχει αρνηθεί τη δημοφιλία της φωτογραφίας, αλλά εξακολουθεί να αρνείται να την υπογράψει. «Δεν θέλω να έχω καμία σχέση με αυτό», έχει πει. «Και από σεβασμό στη Τζέιν, επειδή δεν είναι πια εδώ».