Το έργο διαδραματίζεται σε ένα χωριό της Ισπανίας το 1939, όπου μια τριμελή καθολική οικογένεια, απαρτιζόμενη από την δεκαοχτάχρονη κόρη Λίντα, τον θρησκόληπτο αδερφό της Κλαρκ και την αυστηρών αρχών μητέρα τους, βγάζει τα προς το ζην, καλλιεργώντας και πουλώντας στο τοπικό παζάρι του χωριού φράουλες.
Την «ησυχία» της φαινομενικά ήσυχης ζωής τους, ταράζει ο ερχομός μιας οικογένειας τσιγγάνων που μετακομίζουν στο διπλανό σπίτι, πουλώντας και αυτοί φράουλες… αλλά σε χαμηλότερες τιμές…
Κάποια από τα ερωτήματα, που ακόμα και στην εποχή μας, προβληματίζουν, με τα οποία καταπιάνεται η παράσταση με την σκηνοθετική ματιά της Ελένης Καραμούζη, είναι…
Κατά πόσο ένα αληθινά ελεύθερο και εφηβικό πνεύμα μπορούσε να υποταχθεί στα «πρέπει» και στα «μη» της τότε εποχής, όπου η θέση της γυναίκας ήταν υποβαθμισμένη;
Ο φόβος και η γονεϊκή εξουσία ήταν αρκετές ώστε να το τιθασεύσουν;
Τα προσωπεία που χρησιμοποιεί κάποιος μπορούν να καλύψουν τις βαθύτερες γενετήσιες ορμές του;
Μέχρι πιο σημείο η γονεϊκή εξουσία, μπορεί να διαφθείρει το μυαλό μιας μάνας και να αλλοιώσει τα συναισθήματά της, απέναντι στα ίδια της τα παιδιά;
«…Οι φράουλες που ποτίζονται με ιδρώτα πάθους, τραγούδι και ελευθερία, έχουν πάντα κόκκινο, κατακόκκινο χρώμα… αλλιώς είναι καταδικασμένες να σαπίσουν σαν τους ανθρώπους, που αφυδατώνουν την ψυχή τους από απληστία, ρηχότητα, δειλία και μη ελεύθερη βούληση…»