Ο περασμένος μήνας σηματοδότησε, αδιαμφισβήτητα, μια νέα περίοδο ανασφάλειας και αστάθειας για τα Δυτικά Βαλκάνια. Ξεκίνησε με την κρίση ενθρόνισης του νέου μητροπολίτη στο Μαυροβούνιο, συνεχίστηκε με τις θυελλώδεις δηλώσεις υπέρ της απόσχισης από σερβικές εθνικιστικές αρχές στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και τελείωσε με την πιο θερμή αναζωπύρωση εντάσεων μεταξύ Πρίστινας και Βελιγραδίου εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες.
Κοινός παρονομαστής πίσω από όλα τα γεγονότα είναι το καθεστώς του Σέρβου προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς, και οι πλέον εμφανείς αλυτρωτικές προθέσεις του απέναντι στις γειτονικές χώρες. Πρόσφατα, ο Σέρβος υπουργός Εσωτερικών Αλεξάνταρ Βούλιν αποκάλεσε καθήκον της πολιτικής του γενιάς να δημιουργήσει έναν ενιαίο «Σερβικό Κόσμο» – αναφερόμενος στην πολιτική, θεσμική και εδαφική ενοποίηση των Σέρβων στα Δυτικά Βαλκάνια. Οι πρόσφατες εικόνες των τανκς και αεροσκαφών κατά μήκος των συνόρων Σερβίας – Κοσόβου υποδεικνύουν πως η φράση αυτή δεν αποτελεί, απλώς, ένα ρητορικό εύρημα.
Μήλον της Εριδος των πρόσφατων εντάσεων μεταξύ Πρίστινας και Βελιγραδίου αποτέλεσαν οι πινακίδες κυκλοφορίας των οχημάτων που εισέρχονται στο Κοσσυφοπέδιο. Στις 15 Σεπτεμβρίου, μια συμφωνία μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου που ρύθμιζε ζητήματα που αφορούσαν τη διέλευση των συνόρων έληξε, και εν συνεχεία η κυβέρνηση της Πρίστινας αποφάσισε να μην αναγνωρίζει πλέον τις σερβικές πινακίδες στα αυτοκίνητα που επιχειρούσαν να περάσουν τα σύνορα. Αιτία πίσω από την απόφασή της, όπως εξήγησαν οι Αρχές, ήταν η βάση της αμοιβαιότητας, καθώς η Σερβία πράττει το ίδιο εδώ και αρκετά χρόνια εις βάρος των Κοσοβάρων οδηγών. «Δεδομένου ότι η σερβική πλευρά δεν είναι έτοιμη να επαναφέρει την ομαλότητα, όπως κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, η κυβέρνηση του Κοσόβου έφτασε σε αυτή την απόφαση», δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εσωτερικών, Χελάλ Σβέκλα.
Από εκείνο το σημείο οι εντάσεις στα σύνορα κλιμακώθηκαν αστραπιαία, φτάνοντας ένα βήμα πριν από την πλήρη σύγκρουση. Οι Σέρβοι του βόρειου Κοσσυφοπεδίου άρχισαν έντονες διαμαρτυρίες, εμποδίζοντας τις συνοριακές διαβάσεις στα σημεία Μπρνιακ και Γιάρινιε, την ίδια στιγμή που ο Σέρβος πρόεδρος έδωσε εντολή σε στρατιωτικές και αστυνομικές μονάδες να μεταβούν στα σύνορα και να βρίσκονται σε αυξημένη επιφυλακή. Σε μιαν επίδειξη ισχύος, σερβικά αεροσκάφη πραγματοποίησαν υπερπτήσεις πάνω από την περιοχή, με τον σερβικό στρατό να πραγματοποιεί ασκήσεις λίγα μέτρα δίπλα από τη συνοριακή γραμμή.
Λύση το… αυτοκόλλητο
Την τελευταία στιγμή, εν μέσω έντονων ανησυχιών του ΝΑΤΟ και της διαμεσολάβησης της Ε.Ε., οι επικεφαλής των διαπραγματευτικών ομάδων Σερβίας και Κοσόβου συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες και κατέληξαν σε συμφωνία για να τερματιστεί η κρίση στα σύνορα και να αποσυμπιεστεί η ένταση. Με τη μεσολάβηση του ειδικού απεσταλμένου της Ε.Ε. για το Κόσοβο, Μίροσλαβ Λάιτσακ, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να καλύπτεται με αυτοκόλλητο το σημείο της πινακίδας όπου βρίσκεται το εκάστοτε έμβλημα της χώρας, καθώς και να απομακρύνουν τα στρατεύματά τους από τα σύνορα. Ετσι την ύστατη στιγμή, ο «πόλεμος των πινακίδων» δεν εξελίχθηκε σε σύγκρουση.
Οι εντάσεις στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, ωστόσο, δεν φαίνεται πως έχουν κάποιο άμεσο τέλος στον ορίζοντα. Ανακοινώνοντας την εν λόγω συμφωνία σε συνέντευξη Τύπου στους δημοσιογράφους, ο Βούτσιτς ξεκαθάρισε πως αποτελεί μονάχα «μια προσωρινή, συμβιβαστική λύση», που θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι να διευθετηθεί οριστικά το ζήτημα του Κοσόβου. Επανέλαβε πως η Σερβία δεν αναγνωρίζει την ανεξαρτησία της περιοχής και διατηρεί το δικαίωμα να επεμβαίνει σε διάφορα ζητήματα, όπως οι πινακίδες των οχημάτων. Την ίδια στιγμή, στη Βοσνία, ο πολιτικός ηγέτης των Σέρβων, Μίλοραντ Ντόντικ, ανακοίνωσε πως η σερβική οντότητα θα δρομολογήσει την ίδρυση ξεχωριστού σερβοβοσνιακού στρατού, αποσύροντας τη συναίνεσή της από τη συμφωνία του κοινού βοσνιακού στρατού.
Σύμφωνα με δηλώσεις και σχόλια διπλωματών, οι πρόσφατες αναζωπυρώσεις των εντάσεων στα Δυτικά Βαλκάνια αποτελούν μια αναγκαία υπενθύμιση για τον δυτικό κόσμο πως οι διαφορές στην περιοχή επιμένουν. Ανώτατος διπλωμάτης στις Βρυξέλλες χαρακτήρισε την τελευταία έξαρση ως, εν μέρει, μια απελπισμένη προσπάθεια και των δύο πλευρών να τραβήξουν την προσοχή των Βρυξελλών, την ώρα που η διαδικασία προς την ένταξη των κρατών της περιοχής στην Ε.Ε. έχει «παγώσει». Αλλωστε, μόλις λίγες ημέρες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής Βαλκανίων – Ε.Ε., που θα λάβει χώρα στις 6 Οκτωβρίου στη Σλοβενία, τα 27 κράτη-μέλη της Ενωσης δεν φαίνεται να συμφωνούν σε κοινή δήλωση που να επιβεβαιώνει τη δέσμευσή τους για μελλοντική ένταξη των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων.
Σε μια δυσοίωνη υπενθύμιση του βίαιου παρελθόντος της περιοχής των Βαλκανίων, σχολιάζοντας τα επεισόδια στα σύνορα του Κοσόβου, ο Βούτσιτς ορκίστηκε επανειλημμένα να πολεμήσει σκληρά για τους Σέρβους του Κοσσυφοπεδίου, υποσχόμενος ότι δεν θα «ξαναχτυπηθούν ποτέ». Η ίδια φράση αυτολεξεί χρησιμοποιήθηκε τον Απρίλιο του 1987 στην Πρίστινα από τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, ως δικαιολογία για την ανάκληση της αυτονομίας του Κοσσυφοπεδίου και μία από τις αφορμές για τους πολέμους της δεκαετίας του 1990. Η διαμεσολάβηση της Ε.Ε. μπορεί να «πάγωσε» προσωρινά την ένταση – οι προθέσεις από την πλευρά της Σερβίας, ωστόσο, παραμένουν ξεκάθαρες.
Η περιοδεία της Φον ντερ Λάιεν
Κατά τη διάρκεια της περιοδείας της στα Βαλκάνια αυτή την εβδομάδα, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έκανε έκκληση για μείωση των εντάσεων μεταξύ Κοσόβου και Σερβίας. «Πρέπει να σας πω ότι ανησυχώ πολύ για την τρέχουσα κρίση», δήλωσε η Φον ντερ Λάιεν την Τετάρτη σε συνέντευξη Τύπου με τον πρωθυπουργό του Κοσόβου, Αλμπιν Κούρτι, στην Πρίστινα, τονίζοντας πως η Ε.Ε. δεν έχει ξεχάσει τα Δυτικά Βαλκάνια και επισημαίνοντας ότι δεν νοείται ενιαία Ευρώπη χωρίς την ένταξη των χωρών της περιοχής. Η προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων –που αφορά τη Σερβία, την Αλβανία, τη Βόρεια Μακεδονία, τη Βοσνία, το Μαυροβούνιο και το Κόσοβο– άνοιξε πριν από 18 χρόνια, ωστόσο σήμερα αρκετές ευρωπαϊκές χώρες επιμένουν στις ενστάσεις τους απέναντι στη διεύρυνση της Ενωσης. Σύμφωνα με διάφορους πολιτικούς αναλυτές των Βαλκανίων, η περιοδεία της προέδρου της Επιτροπής στα Βαλκάνια αντιμετωπίστηκε κυρίως από αδιαφορία και κυνισμό, αποτέλεσμα του αδιεξόδου των πολυετών διαπραγματεύσεων.