Πλέον τα αρμόδια υπουργεία και το Μαξίμου εκτιμούν ότι οι συνθήκες έχουν βελτιωθεί στο κομμάτι της χονδρικής του ηλεκτρικού ρεύματος. Εκεί οι τιμές έπεσαν σημαντικά φέτος το καλοκαίρι σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα μια άμβλυνση του κόστους ενέργειας.
Στη λιανική, που αφορά και τους περισσότερους καταναλωτές, υπήρξε ήδη μια πτώση των τιμολογίων το Σεπτέμβριο. Μέλημα της κυβέρνησης είναι να μην σημειωθεί αναζωπύρωση των τιμών, εξ ου και το αυστηρό μήνυμα στην ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι θα παρακολουθεί στενά την αγορά και δεν θα ανεχθεί καταχρηστικές συμπεριφορές. Για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ημέρες απείλησε με σκληρή απάντηση για όσες εταιρείες επιλέξουν να κερδοσκοπήσουν.
Το δεύτερο σκέλος της όλης συζήτησης αφορά την ελληνική βιομηχανία, που καταναλώνει ρεύμα απευθείας από τη χονδρική. Στην δική της περίπτωση η πτώση της τιμής δεν αρκεί. Ο λόγος είναι ότι οι ελληνικές τιμές μπορεί να συγκλίνουν με την υπόλοιπη Ευρώπη, παραμένουν όμως κατά πολύ υψηλότερες από το διεθνή ανταγωνισμό και χώρες όπως η Κίνα. Έτσι εξηγείται η στροφή προς το λεγόμενο “ιταλικό” μοντέλο, το οποίο ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, δήλωσε ότι θα στηρίξει.
Βάσει αυτής της λύσης, οι πλέον ενεργοβόρες βιομηχανίες θα λάβουν επιδοτούμενη τιμή ρεύματος με αντάλλαγμα την υποχρέωση να επενδύσουν σε μονάδες ΑΠΕ, οι οποίες σε βάθος χρόνου θα επιστρέψουν τη φθηνή ενέργεια που καταναλώθηκε.
Με τον τρόπο αυτό, διαπιστώνει κανείς γιατί ο ίδιος ο πρωθυπουργός στάθηκε ιδιαίτερα στις ΑΠΕ ως βασικό τρόπο μείωσης του ενεργειακού κόστους για τη χώρα μας. Ο κ. Μητσοτάκης έστειλε σαφές μήνυμα ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, ιδίως για μια χώρα σαν την Ελλάδα που διαθέτει πλούσιο ανανεώσιμο δυναμικό, όπως ήλιο και άνεμο.