Ενα έργο το οποίο θα ένωνε ενεργειακά την Ελλάδα με την Κύπρο κινδυνεύει να δημιουργήσει ρήγμα στις σχέσεις των δύο χωρών με συνέπειες πολύ μεγαλύτερες από τις οικονομικές, δημιουργώντας βαρύ κλίμα και δυσκολεύοντας τη συνεργασία σε μια στιγμή όπου οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο, καθιστούν ζωτικής σημασίας την αρμονική σύμπλευση Αθήνας και Λευκωσίας.

Η Λευκωσία αντιμετωπίζει πλέον την ισχυρή πίεση τόσο από τις Βρυξέλλες όσο και από την Αθήνα, η οποία με ομοβροντία δηλώσεων τριών υπουργών, του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη, του υπουργού Ενέργειας Σταύρου Παπασταύρου και του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη, κάλεσε την κυπριακή κυβέρνηση και τον Νίκο Χριστοδουλίδη να διαλύσουν τη θολή ατμόσφαιρα και να δώσουν καθαρή απάντηση αν η Λευκωσία επιθυμεί ή όχι τη συνέχιση του έργου. Από την πλευρά του, ο κ. Χριστοδουλίδης κάλυψε μεν τον υπουργό Οικονομικών Μάκη Κεραυνό που προκάλεσε την κρίση, δηλώνοντας ότι η κυβέρνησή του θεωρεί στρατηγικής σημασίας το έργο, ωστόσο επέμεινε ότι υπάρχουν σε εκκρεμότητα δεσμεύσεις και υποχρεώσεις από τον ΑΔΜΗΕ.
Προς όφελος της Τουρκίας
Είναι προφανές ότι έχει έρθει η στιγμή η Λευκωσία να λάβει τις αποφάσεις της και σε ανώτατο επίπεδο προκειμένου να επιλυθεί αυτή η κρίση ώστε να μην υπάρξουν πρόσθετες ανεπιθύμητες παρενέργειες μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας και να γίνει το επόμενο βήμα, που δεν είναι άλλο από τη συνέχιση των ερευνών με κάθε τρόπο. Διαφορετικά, η τωρινή εμπλοκή -με ευθύνη και της Λευκωσίας- θα επιφέρει το αποτέλεσμα που επιδιώκει η Τουρκία: τη ματαίωση του έργου – και μάλιστα χωρίς η ίδια να καταβάλει το οποιοδήποτε κόστος.
Το πάγωμα του έργου για τόσους μήνες αλλά και η αρνητική προοπτική που δημιουργεί τώρα η νέα εμπλοκή ουσιαστικά διαιωνίζουν την «εκκρεμότητα» με την Τουρκία, καθώς οι εργασίες για τον GSI ανατολικά της Κάσου αποτελούν τη μεγάλη και κρίσιμη δοκιμασία επί του πεδίου της ανθεκτικότητας της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας για μερική οριοθέτηση ΑΟΖ και του Τουρκολιβυκού Μνημονίου που επικαλύπτονται στην περιοχή αυτή. Μια εκκρεμότητα η οποία παραμένει και ρίχνει τη σκιά της όχι μόνο στο GSI, αλλά και στα μελλοντικά έργα στην περιοχή.
Το έργο είναι παγωμένο σχεδόν 13 μήνες όχι για λόγους οικονομικούς, ούτε για την αμφιθυμία της κυπριακής πλευράς. Μετά το επεισόδιο της Κάσου (Ιούλιος 2024) και τη διακοπή των ερευνών το ιταλικό ερευνητικό σκάφος «Ievoli Relume» πραγματοποίησε για μικρό διάστημα έρευνες μεταξύ Κρήτης και Κάσου και κατόπιν αποσύρθηκε. Οι έρευνες δεν επαναλήφθηκαν όλους αυτούς τους μήνες, παρά τη διακαή επιθυμία του ΑΔΜΗΕ να προχωρήσει το έργο, για το οποίο έχει ήδη επενδύσει ένα μεγάλο ποσό, ενώ δέχεται πιέσεις και από τη γαλλική εταιρεία Nexans, η οποία έχει αναλάβει την κατασκευή και πόντιση του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης.

Oλους αυτούς τους μήνες ήταν άκαρπη η προσπάθεια μέσω των επαφών του Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν για την εξεύρεση φόρμουλας ώστε να επαναληφθούν οι έρευνες χωρίς αντιδράσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κρίση.
Η τωρινή σοβαρή εμπλοκή με ευθύνη και της κυπριακής πλευράς, η οποία ουσιαστικά μέσω του υπουργού Οικονομικών αμφισβητεί την ίδια τη βιωσιμότητα του έργου, έρχεται να επικαλύψει το μεγάλο πραγματικό πρόβλημα, το οποίο αφορά την αποφασιστικότητα της Τουρκίας να υπερασπιστεί και να κατοχυρώσει επί του πεδίου το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο και να επιβάλει το «φιρμάνι» ότι «κανένα έργο στην Ανατολική Μεσόγειο δεν γίνεται χωρίς την άδεια, τη συναίνεση ή τη συμμετοχή της Τουρκίας».
Γεωπολιτικό ρίσκο
Ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, πάντως, με τις δηλώσεις του τις τελευταίες εβδομάδες, όπου τόνιζε κατηγορηματικά ότι το πλοίο θα βγει και θα ξεκινήσουν οι έρευνες, έχει αυξήσει την πίεση στη Λευκωσία, η οποία προβάλλει ανεπισήμως το γεωπολιτικό ρίσκο. Ωστόσο, ανώτατη πηγή από την πρωτεύουσα της Κύπρου αντέστρεφε το ερώτημα διερωτώμενη «γιατί τότε δεν ξεκίνησαν μέχρι τώρα οι έρευνες;».

Ανώτερη πηγή του ΥΠΕΞ επέμενε, πάντως, ότι δεν θα πρέπει να εγκαταλειφθεί το έργο του GSI και τόνιζε ότι είτε η υλοποίησή του θα γίνει χωρίς προβλήματα από την Τουρκία είτε, αν η Τουρκία επιχειρήσει να το σταματήσει, θα αναλάβει και την ευθύνη. Διευκρίνιζε, όμως, απαντώντας και στη συζήτηση που προκάλεσε η δήλωση Γεραπετρίτη για «συνέπειες», ότι «δεν θα πάμε σε κρίση και η Αθήνα εργάζεται ώστε εφόσον η Τουρκία προκαλέσει προβλήματα, να της αποδοθούν οι ευθύνες».
Με δεδομένη τη στήριξη του έργου από την Ε.Ε., η ίδια πηγή τόνιζε ότι η Τουρκία θα πρέπει να μετρήσει καλά τη στάση της όταν την ίδια στιγμή περιμένει από την Ε.Ε. αποφάσεις που αφορούν τα εξοπλιστικά, την κατάργηση των θεωρήσεων για τους Τούρκους πολίτες, τους δασμούς και άλλα σημαντικά θέματα για την ίδια. Και πάντως η πρόκληση έντασης και η προσπάθεια διακοπής ενός ευρωπαϊκού ενεργειακού έργου θα υπονόμευε τις προσπάθειες της τουρκικής ηγεσίας να βελτιώσει την εικόνα της και την αποδοχή της στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ο GSI είναι στρατηγικής σημασίας έργο όχι μόνο γιατί θα άρει την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου, αλλά κυρίως γιατί, κοιτάζοντας στο μέλλον, αποτελεί ένα πρώτο σημαντικό βήμα για την ηλεκτρική διασύνδεση της Ασίας με την Ευρώπη με κόμβο την Ελλάδα. Από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, επίσης, διέρχεται μεγάλος αριθμός καλωδίων μεταφοράς δεδομένων και επικοινωνιών και τα επόμενα χρόνια αναμένεται να αυξηθεί η ζήτηση για διέλευση τέτοιων δικτύων από τη Μεσόγειο.
Για την Αθήνα, όπως τονίζει ανώτερη πηγή του ΥΠΕΞ, προφανώς υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για τον GSI, αλλά για την Ελλάδα είναι πολύ πιο σημαντικά τα έργα όπως η διασύνδεση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, των Σποράδων και φυσικά η ηλεκτρική διασύνδεση με την Αίγυπτο. Η Τουρκία, πάντως, είχε ήδη αντιδράσει πριν από έναν χρόνο στις εργασίες για την ηλεκτρική διασύνδεση των Δωδεκανήσων, κάνοντας και πάλι προκλητικά λόγο για τουρκική υφαλοκρηπίδα, αν και οι εργασίες αφορούσαν διεθνή ύδατα σε περιοχή δυνητικής ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο
Το μεγάλο ερώτημα και η μεγάλη πρόκληση είναι η στάση της Τουρκίας σε έργα διασύνδεσης στην Ανατολική Μεσόγειο, εκεί μάλιστα όπου υπάρχει το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο. Ηδη υπάρχουν δύο αιτήματα που έχουν εγκριθεί από τις ελληνικές αρχές για έρευνες πόντισης καλωδίων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Στις 25/6 εγκρίθηκε η αίτηση για τις έρευνες του πλοίου «Urbano Monti», σημαίας Ιταλίας, για τη διασύνδεση της Αττικής με το κεντρικό υποβρύχιο καλώδιο οπτικών ινών υψηλής ταχύτητας Medusa Submarine Cable System, που θα συνδέει τον Ατλαντικό Ωκεανό, τη Δυτική και την Ανατολική Μεσόγειο και την Ασία.
Στις 17/6 εγκρίθηκε η αίτηση για τις εργασίες επιθεώρησης βυθού από το πλοίο «Fugro Gauss», σημαίας Γιβραλτάρ, στο πλαίσιο της πόντισης του υποβρύχιου συστήματος καλωδίων οπτικών ινών EMC. Το πλοίο αυτό, κατά τη διάρκεια αντίστοιχων ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ, παρενοχλήθηκε από τουρκικό πολεμικό, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στη βάση του και να μην υπάρξει συνέχεια των ερευνών.
Βεβαίως η διενέργεια ερευνών από ξένο πλοίο με εντολέα ξένη ή πολυεθνική εταιρεία δίνει περιθώρια ελιγμών, καθώς με πρωτοβουλία του κυβερνήτη και με την έγκριση της εταιρείας μπορεί να υποβληθεί αίτημα και στην Τουρκία, εκτός της Ελλάδας, για έκδοση NAVTEX στις επίμαχες περιοχές. Αυτό θα ικανοποιήσει μεν την Τουρκία και θα επιτρέψει την ανεμπόδιστη συνέχιση των ερευνών (όπως έγινε με το ιταλικό σκάφος «Teliri»), θα δημιουργήσει όμως πρόβλημα στη χώρα μας, η οποία θα πρέπει να κινηθεί, έστω και τυπικά, εναντίον της χώρας σημαίας του πλοίου ώστε να καταγραφεί και με αυτόν τον τρόπο η ένστασή της, αν και επί του πεδίου θα διαμορφώνεται ένα αρνητικό τετελεσμένο.
Αν όμως οι έρευνες γίνονταν από πλοίο που έχει μισθωθεί από ελληνική εταιρεία, είναι προφανές ότι αυτή η φόρμουλα δεν μπορεί να εφαρμοστεί, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο το πρόβλημα της Τουρκίας.
Το ενεργειακό λόμπι
Στην Κύπρο υπάρχει ένα ισχυρό επιχειρηματικό λόμπι το οποίο συνδέεται με την ηλεκτροπαραγωγή και τις ΑΠΕ και αντιμετωπίζει ως ανταγωνιστικό το σχέδιο της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Από την πρώτη στιγμή το λόμπι αυτό υπονομεύει κάθε σχέδιο το οποίο θα έβγαζε τη Μεγαλόνησο από την ενεργειακή απομόνωση και θα της έδινε πρόσβαση σε εναλλακτικές και πολύ φθηνότερες πηγές ενέργειας.
Συγχρόνως, σε ορισμένους κύκλους στη Λευκωσία υπάρχει εδραιωμένη η πεποίθηση ότι το σχέδιο GSI θα έχει την κατάληξη του EastMed λόγω των αντιδράσεων της Τουρκίας και με δεδομένα όσα συνέβησαν πέρυσι στην Κάσο. Εξ αυτού υποστηρίζουν ότι θα είναι δυσβάσταχτο το κόστος για τη μικρή κυπριακή οικονομία ενός έργου που πιθανότατα δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ. Φυσικά, υπάρχει και η μερίδα πολιτικών και κοινής γνώμης που υποστηρίζει το έργο τόσο για τη στρατηγική σημασία του όσο, κυρίως, και γιατί θα προσφέρει φθηνότερο ρεύμα στους καταναλωτές.
Ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης, αν και ως ΥΠΕΞ, αλλά και από τη σημερινή θέση του έχει υποστηρίξει το έργο, κάνει δεύτερες σκέψεις καθώς θεωρεί ότι ο επιμερισμός του κόστους κατασκευής του έργου στους Κύπριους καταναλωτές -και μάλιστα πριν από την ολοκλήρωση και ενεργοποίησή του- θα είχε πολιτικό κόστος, ενώ συγχρόνως θα πρέπει να αντιμετωπίσει και την αντίθετη προς το έργο στάση μελών της κυβέρνησής του.
Η στάση Κεραυνού
Ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός από την πρώτη στιγμή είχε ταχθεί εναντίον του έργου. Τώρα, όμως, αρνούμενος να συναινέσει στην καταβολή των 25 εκατ. ευρώ από την Κυπριακή Ρυθμιστική Αρχή βάσει της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί πριν από μερικούς μήνες, άνοιξε ένα νέο ζήτημα που αφορά την ίδια τη σκοπιμότητα πραγματοποίησης του έργου. Ο κ. Κεραυνός έκανε λόγο για δύο εκθέσεις διεθνών οίκων, χωρίς βεβαίως να τις παρουσιάσει, που αμφισβητούν ευθέως τη βιωσιμότητα του GSI. Αυτό ήταν που προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις στην Αθήνα, καθώς το θέμα της βιωσιμότητας είχε επιλυθεί προτού συσταθεί η εταιρεία και προτού φυσικά φτάσουμε στο σημείο της συνεργασίας και της συμφωνίας μεταξύ των Ρυθμιστικών Αρχών Ελλάδας και Κύπρου.

Ο κ. Χριστοδουλίδης φάνηκε να επιρρίπτει ευθύνες στον ΑΔΜΗΕ κάνοντας λόγο για δεσμεύσεις και εκκρεμότητες χωρίς να δώσει διευκρινίσεις, αν και κυπριακές πηγές μιλούν για τα χρονοδιαγράμματα, τον ρυθμό υλοποίησης του έργου, τις βυθομετρήσεις κ.ά. Ο ΑΔΜΗΕ βεβαίως υποστηρίζει ότι το έργο προχωρά με την κατασκευή του καλωδίου στα εργοστάσια της Nexans και ότι τα χρονοδιαγράμματα για την τελική παράδοσή του το 2030 δεν επηρεάζονται από τις καθυστερήσεις στην πραγματοποίηση των βυθομετρήσεων σε διεθνή ύδατα, που έχουν προκληθεί βεβαίως από τις τουρκικές αντιδράσεις. Ο ΑΔΜΗΕ, ως φορέας υλοποίησης, ζητά να αρχίσουν οι πληρωμές από την κυπριακή πλευρά στη βάση της συμφωνίας που υπέγραψαν οι δύο κυβερνήσεις τον Σεπτέμβριο του 2024 και προβλέπουν πρώτη ετήσια καταβολή 25 εκατ. ευρώ. Κυπριακές πηγές επισημαίνουν ότι απαιτείται η καταβολή της πρώτης δόσης των 24 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που, παρά τις υποσχέσεις της Αθήνας για επανέναρξη των ερευνών, τα ερευνητικά πλοία δεν έχουν επιστρέψει στην περιοχή εδώ και 12 μήνες. Παράλληλα, επισημαίνεται ότι δεν έχει υπάρξει εξασφάλιση νέων επενδυτών για το έργο όπως προβλεπόταν.
Και η Ευρω-εισαγγελία
Την εικόνα γύρω από το έργο «γκριζάρει» περισσότερο η αποκάλυψη που ήρθε αρχικά από τον πρόεδρο της Κύπρου ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει ανοίξει φάκελο έρευνας για τέλεση ενδεχόμενων ποινικών αδικημάτων σχετικά με το έργο, κάτι που επιβεβαιώθηκε από την Εισαγγελία, χωρίς όμως να δίνονται περισσότερα στοιχεία για ποια περίοδο αφορά η έρευνα. Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, η έρευνα αφορά πολιτικά πρόσωπα στην Κύπρο και Ευρωπαίους αξιωματούχους για τον τρόπο που επιλέχθηκε αρχικά η ιδιωτική εταιρεία EuroAsia Interconnector για την ανάληψη του έργου, λαμβάνοντας χρηματοδότηση τόσο από την Ε.Ε. όσο και από την Κυπριακή Δημοκρατία. Η εταιρεία αυτή, με επικεφαλής τον Νάσο Κτωρίδη, το 2023 διαπιστώθηκε ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και εσπευσμένα ανέλαβε φορέας υλοποίησης του έργου -καταβάλλοντας ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσό- ο ελληνικός ΑΔΜΗΕ.