Βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσα στην εβδομάδα, όταν το διαστημόπλοιό της προσσεληνώθηκε επιτυχώς κοντά στον νότιο πόλο της Σελήνης. Ετσι, εδώ και λίγες ημέρες η Ινδία είναι η τέταρτη χώρα στον κόσμο που το έχει επιτύχει μαζί με τις νυν και πρώην υπερδυνάμεις, τις ΗΠΑ, την πρώην Σοβιετική Ενωση και την Κίνα. Το επίτευγμα έδωσε το αίσθημα της υπερηφάνειας στον λαό της Ινδίας χάρη στην κλίμακα της προβολής που του δόθηκε. Ωστόσο, η ασιατική χώρα αποτελεί εδώ και χρόνια την ανερχόμενη δύναμη, αν και όχι και μελλοντική υπερδύναμη, του 21ου αιώνα που σημειώνει άλματα σε πολλά επίπεδα. Από τις αρχές του αιώνα, η Ινδία αναπτύσσεται με ρυθμούς εντυπωσιακούς για τα δυτικά δεδομένα, καθώς η οικονομία της αυξάνεται από 6% έως 7% ετησίως. Το ΔΝΤ προεξοφλεί, μάλιστα, ότι θα συνεχίσει με αυτούς τους ρυθμούς για τουλάχιστον μία πενταετία ακόμη, ενώ όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν στην εκτίμηση πως το 2050 η οικονομία της Ινδίας θα έχει το ίδιο μέγεθος με αυτή των ΗΠΑ.
Δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια επιβραδύνεται ανησυχητικά η Κίνα, οικονομολόγοι προβλέπουν ότι θα την αντικαταστήσει ως ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας.
Θέσεις εργασίας
Την ίδια στιγμή, η χώρα δεν δημιουργεί τις θέσεις εργασίας που απαιτούνται για να απασχολήσει όλο αυτό το εργατικό δυναμικό και κυριολεκτικά κατακλύζεται από άνεργους νέους. Σε ό,τι αφορά το πότε και αν θα υπερβεί την Κίνα, μέχρι στιγμής οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξής της δεν την έχουν βοηθήσει να μεγαλώσει τόσο. Η οικονομία της Κίνας παραμένει περίπου πενταπλάσια της Ινδίας, με το ΑΕΠ της να ανέρχεται περίπου στα 17,7 τρισ. δολ. όταν της Ινδίας είναι ακόμη γύρω στα 3,2 τρισ. δολ. Παρά το τεχνολογικό επίτευγμα της προσσελήνωσης, και μάλιστα με πολύ χαμηλό προϋπολογισμό, η Ινδία εξακολουθεί να υστερεί σε σύγκριση με την Κίνα σε ό,τι αφορά το επιστημονικό της δυναμικό: ο αριθμός των φοιτητών τεχνολογίας, επιστημών, μηχανολογίας και μαθηματικών της Ινδίας είναι το 50% των αντίστοιχων της Κίνας. Εξάλλου, δεν την έχει επιλέξει για έδρα της καμία από τις 20 μεγαλύτερες τεχνολογίες εταιρείες του κόσμου.
Ανεξάρτητα από το μέγεθος του πληθυσμού της, το εργατικό της δυναμικό δεν θεωρείται αρκετά παραγωγικό, ενώ η Ινδία έχει μείνει πίσω σε ό,τι αφορά την ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας. Ακόμη και σήμερα, το ποσοστό των εργαζομένων γυναικών είναι μόλις 24%, έχοντας υποχωρήσει αισθητά από το 31% στο οποίο είχε φτάσει το 2000. Οικονομικοί και πολιτικοί αναλυτές έχουν επισημάνει πως οι συνθήκες εργασίας είναι τόσο κακές για τις γυναίκες ώστε αυτές τείνουν να εγκαταλείψουν και να επιστρέψουν σπίτι μόλις η οικογένεια έχει την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθει χωρίς τον μισθό τους. Πρόκειται για καθοριστικό παράγοντα, που περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης της Ινδίας. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της McKinsey, αν η Ινδία αυξήσει τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας κατά 11% έως το 2030, τότε το ΑΕΠ της θα αυξηθεί κατά 734 δισ. δολάρια.
Τρωτά σημεία για την οικονομία
Η μεγαλύτερη παθογένεια της ινδικής οικονομίας είναι τα επίπεδα της φτώχειας και του υποσιτισμού, που παραμένουν ιδιαιτέρως υψηλά σε αντίθεση με «το θαύμα εξάλειψης της ακραίας φτώχειας» που έχει επιτύχει η Κίνα. Παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ακόμη και σήμερα πάνω από το 10% του 1,4 δισ. κατοίκων της Ινδίας ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας όπως τα έχει ορίσει η Παγκόσμια Τράπεζα ως διαβίωση με λιγότερο από 2,15 δολ. την ημέρα. Παράλληλα, τη διετία 2019-2021, το 16,3% του πληθυσμού της Ινδίας έπασχε από υποσιτισμό σύμφωνα με σχετική έκθεση της Υπηρεσίας Ασφάλειας Τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών. Τροχοπέδη στην οικονομία της και στην πρόοδό της αποτελεί, άλλωστε, το αναχρονιστικό κοινωνικό της σύστημα που αποτελείται από κάστες, καθώς αποτελεί το ακριβώς αντίθετο της αξιοκρατίας. Στους παράγοντες που αναστέλλουν την πρόοδό της συγκαταλέγονται επίσης η γραφειοκρατία και η επίμονη άρνηση των ελίτ της χώρας να ανταποκριθούν στα ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενα αιτήματα των πολυάριθμων εθνικών και θρησκευτικών ομάδων της χώρας.