Χθες το βράδυ, κάποιοι δεν κοιμήθηκαν στον Κοσκινά Καρδίτσας. «Θα φυλάμε σκοπιά κάθε δύο ώρες», δήλωνε στην «Κ» νωρίτερα μες στην ημέρα η 40χρονη Κατερίνα Πατσιαλή. Η ίδια, ο σύζυγός της, και τα δύο τους παιδιά, μένουν στο σπίτι των γονιών της στον Κοσκινά, καθώς το δικό τους στον Παλαμά δεν είναι ακόμα βιώσιμο. «Το έχουμε καθαρίσει, αλλά μυρίζει ακόμα υγρασία, αν πάνε όλα καλά σε καμιά εβδομάδα θα επιστρέψουμε», σημειώνει. Αλλά η νέα κακοκαιρία «Elias» έχει κάνει το συγκεκριμένο πλάνο να φαντάζει και πάλι αβέβαιο. «Βρέχει και φοβόμαστε», λέει. «Χθες το βράδυ δεν ήξερα τι να κάνω», συνεχίζει, «ανά μία ώρα ξυπνούσα, φοβάσαι το κάθε λεπτό πλέον, είναι πολύ δύσκολο όλο αυτό».
«Είμαστε σαν μικρά παιδιά που φοβούνται τον καιρό», λέει στην «Κ» ο 50χρονος Ιάσονας Διδάγγελος, κάτοικος επίσης του Παλαμά Καρδίτσας. Μετά τη σαρωτική κακοκαιρία «Daniel», τρέμουν την πιθανότητα μιας ακόμα καταστροφικής πλημμύρας ούτε τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη. «Το θέμα είναι να μπορούμε με κάποιον τρόπο να συνεχίσουμε τη ζωή μας», συμπληρώνει. Ο κ. Διδάγγελος αναφέρει πως κοντά στο χωριό ήρθαν προχθές πολλά οχήματα του στρατού. «Εφεραν μπουλντόζες, φορτηγά, είναι σε επιφυλακή οι βάρκες, δεν είναι απροστάτευτο το χωριό, αν χρειαστεί να γίνει εκκένωση και διασώσεις δεν θα χρειαστούν δύο 24ωρα», σημειώνει. Ταυτόχρονα, πριν από λίγες μέρες έγιναν «κάποια μπαλώματα στα αναχώματα», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, 650 πυροσβέστες και 140 οχήματα επιχειρούν στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, όπου οι δυνάμεις του Πυροσβεστικού Σώματος έχουν ενισχυθεί με προσωπικό, οχήματα, λέμβους και δυνάμεις της ΕΜΑΚ. Σε ετοιμότητα είναι και οι Ενοπλες Δυνάμεις, όπως και 6 εναέρια μέσα και 3 πλοία του Πολεμικού Ναυτικού.
«Προσπαθούν όλοι να σφραγίσουν σπίτια και καταστήματα, όποιος μπορεί φεύγει από το χωριό για τις επόμενες μέρες».
«Τα αναχώματα είναι στο ίδιο επίπεδο με τα χωράφια και για αυτό έχουμε τρομοκρατηθεί στον Παλαμά, όπου οι δρόμοι δεν έχουν καθαριστεί ακόμα από τα πράγματα που βγάλαμε όλοι από τα σπίτια μας – αν συμβεί νέα πλημμύρα, όλα αυτά θα τα παρασύρει το νερό, θα πάνε μέσα στα σπίτια», λέει η κ. Πατσιαλή.
«Δεν μου έδωσε κανένας οδηγίες, μόνος μου πήγα και πήρα τσιμεντόλιθα», τονίζει ο κ. Διδάγγελος. Τα έβαλε κάτω από το καινούργιο του πλυντήριο ρούχων, αφού η κακοκαιρία «Daniel» χάλασε το παλιό, όπως και κάτω από το ψυγείο. Στην εξώπορτα και στο γκαράζ τοποθέτησε νάιλον, όπως και τσουβάλια, για να απορροφήσουν το νερό πριν μπει στο σπίτι. Το αυτοκίνητο που έχει δανειστεί, καθώς το δικό τους το πήρε το νερό, το έχει αφήσει σε ένα λόφο. Στο κρεοπωλείο του, το οποίο ακόμα δεν έχει καν καθαρίσει από την προηγούμενη κακοκαιρία, άφησε τις τζαμαρίες ανοιχτές, για να μην τις σπάσει η ορμή του νερού. Ο ίδιος και η οικογένειά του έχουν καταστρώσει μέχρι και σχέδιο διαφυγής, σε περίπτωση που χρειαστεί. «Θα πάμε στο κλειστό γυμναστήριο κοντά στο σπίτι με το που δούμε το νερό να αρχίζει να μπαίνει – ο δήμος δεν έχει βγάλει σχέδιο διαφυγής, ο καθένας μας προσπαθεί με αυτοσχέδια αντιπλημμυρικά μέτρα», τονίζει.
Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλα μέρη της χώρας που επηρεάστηκαν από την κακοκαιρία «Daniel». «Μάζεψα τα πράγματα από το μαγαζί σε έναν εσωτερικό χώρο από προχθές, τα σφράγισα για να προστατευτούν και να μην τα πάρει πάλι η θάλασσα, παρήγγειλα και έξτρα λαμαρίνες για τα σημεία από τα οποία μπήκε νερό», λέει στην «Κ» ο Χρήστος Φάβιος, κάτοικος της Μηλίνας, παραθαλάσσιο χωριό στο νότιο Πήλιο. Ο πρόεδρος του χωριού «τρέχει όλη μέρα να προλάβει ό,τι μπορεί, αλλά τα μηχανήματα που του έχουν στείλει δεν φτάνουν», αναφέρει. Επομένως, οι κάτοικοι της Μηλίνας, οι οποίοι είδαν τα σπίτια τους να καταστρέφονται, τα αυτοκίνητά τους να τα καταπίνει η θάλασσα, τους δρόμους τους και το ποτάμι τους να γίνονται λάσπη, έχουν τρομοκρατηθεί εν αναμονή της επόμενης καταιγίδας. «Προσπαθούν όλοι να σφραγίσουν σπίτια και καταστήματα, όποιος μπορεί φεύγει από το χωριό για τις επόμενες μέρες», σημειώνει. Ενας από αυτούς είναι και ο ίδιος. Πήγε χθες στον Βόλο, όπου σκοπεύει να παραμείνει μέχρι την Πέμπτη ή την Παρασκευή, όταν η κακοκαιρία αναμένεται να τελειώσει. «Δεν μπορούσα», λέει στην «Κ», «να το ξαναζήσω».