Τα βασικά σημεία από τις μαραθώνιες καταθέσεις που έδωσαν στην 35η ανακρίτρια οι ιατροδικαστές Συμεών Μεσογίτης και Χρήστος Κραββαρίτης παρουσίασε η «ΜΠΑΜ».
Και οι δύο έχουν υποδειχθεί ως μάρτυρες ειδικών γνώσεων από την πλευρά της υπεράσπισης της κατηγορούμενης Ρούλας Πισπιρίγκου.
Από την πλευρά του ο ιατροδικαστής Χρήστος Κραββαρίτης, κατέθεσε ότι ασχολήθηκε με αυτήν την υπόθεση από «επιστημονικό ενδιαφέρον». Χαρακτήρισε σενάριο το πόρισμα Καρακούκη – Καλόγρηα ότι οι θάνατοι των δύο μικρότερων παιδιών της οικογένειας Δασκαλάκη οφείλονται σε ανθρωποκτονία από πρόθεση με απόφραξη των αεροφόρων οδών, ενώ αρνήθηκε να πάρει θέση όταν η ανακρίτρια του έδειξε τις επίμαχες φωτογραφίες-ευρήματα.
Κατάθεση Χρ. Κραββαρίτη
«…Υπό της ενδελεχούς μελέτης της γνωμοδοτήσεως προκύπτουν λόγοι ουσιαστικοί και τυπικοί που καθιστούν το συμπέρασμα των εγκρίτων συναδέλφων μου (ασφυκτικός μηχανισμός θανάτου, ο οποίος μάλιστα χαρακτηρίζεται ως τεκμηριωμένος με επιστημονική ασφάλεια) τουλάχιστον ανορθόδοξης θεμελίωσης. Πιο συγκεκριμένα, ομιλούμε για ιατροδικαστική γνωμοδότηση, δηλαδή για έκφραση γνώμης (πρωτόγνωρος όρος στην ιατροδικαστική υπηρεσιακή εμπειρία), όπου χρησιμοποιείται ο όρος ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη, καθότι η έκφραση γνώμης στοιχειοθετείται από εμπειρία, κατάρτιση και συνθήκες προσέγγισης περιστατικού από τον καθέναν, μη έχοντας τη βαρύτητα ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης.
Στο σημείο αυτό δέον να αναφερθεί ότι υπήρξε ήδη ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη υπό του συναδέλφου Σωκράτη Τσαντίρη για το τριών περίπου ετών τέκνο της κατηγορουμένης, η οποία θεμελίωνε ένα συμπέρασμα το οποίο απείχε παρασάγγας από προσέγγιση πιθανής εγκληματικής ενέργειας, πραγματογνωμοσύνη η οποία δεν ελήφθη υπόψη κατά τη σύνταξη της σχετικής γνωμοδοτήσεως. Για την περαίωση της σχετικής γνωμοδοτήσεως έτι περαιτέρω χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες και βιβλιογραφικά δεδομένα, που είτε προήλθαν από επιστήμονες μη απολύτου εξειδικεύσεως με το ζητούμενο, δηλαδή δεν ερωτήθη νεογνολόγος, ή παιδίατρος με σχετική ενημέρωση, ως οφείλετο, σε κάθε περίπτωση της εντολοδότιδος αρχής, όταν η χώρα μας διαθέτει ένα εκ των κορυφαίων παιδιατρικό κέντρο Βαλκανίων και χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι πρωτόγνωροι στην παθολογοανατομική διερεύνηση (χρώση fibronectin). Στο σημείο αυτό δέον να αναφερθεί κάτι άλλο πρωτόγνωρο, ότι ο συνεργασθείς παθολογοανατόμος συμπέρανε ασφυξία, όταν η ειδικότης παθολοανατομίας επεξεργάζεται ιστούς και όργανα και δεν δύναται να στοιχειοθετήσει τέτοιου είδους ορολογία.
Ένας παθολογοανατόμος μπορεί να ομιλεί μόνο για υποξία ή ανοξία ιστικού τύπου. Η ειδικότης της παθολογοανατομίας κρίνεται θεμελιώδους αξίας για την τεκμηρίωση ορθού ιατροδικαστικού συμπεράσματος, όταν ο εντεταλμένος ιατροδικαστής βρίσκεται σε διαγνωστικό αδιέξοδο και κρίνεται σκόπιμη μια πιο εξειδικευμένη μελέτη των εσωτερικών οργανικών δομών. Δηλαδή, όταν δεν είναι μακροσκοπικώς εμφανής κατά τη φάση της νεκροψίας-νεκροτομής η αιτία θανάτου, ζητείται η συμβολή και ετέρων εξετάσεων πιο εξειδικευμένης μορφής. Είναι δε αυτονόητο ότι το αποτέλεσμα της ιστοπαθολογικής εξέτασης, από τη στιγμή που αυτή ζητείται, καθαρίζει σε μεγάλο βαθμό το τελικό πόρισμα του ιατροδικαστή. Ουσιαστικά τον δεσμεύει ως μια πιο εξειδικευμένη εξέταση. Δεν δύναται ένα πόρισμα ιατροδικαστικής εξέτασης να μη συμπεριλαμβάνει τα ευρήματα του παθολογοανατομικού ελέγχου, γι’ αυτό και τα ζητάνε.
«Τίποτα δεν επιβεβαιώνει την απόφραξη στοματικής κοιλότητας»
Όσον αφορά τα δύο περιστατικά, κατά σειρά χρονολογικής ακολουθίας, η θανούσα Μαρία-Ελένη, σύμφωνα με τους συντάκτες της ιατροδικαστικής γνωμοδότησης, απεβίωσε συνεπεία ασφυξίας λόγω απόφραξης των έξω αεροφόρων οδών, κατάσταση που τεκμηριώνεται από δύο εκδοχές στο ριζορίνιο και εντύπωμα στην παρειά, νομίζω δεξιά. Στην περίπτωση αυτή δέον να επισημανθεί ότι δεν υπάρχει κανένα παθογνωμικό εύρημα ασφυξίας, έντονη κυάνωση, εξοίδηση στοματικής χώρας, ασφυκτικές κηλίδες σε διάφορα όργανα. Το δε συμπέρασμα των συναδέλφων προκύπτει από υπόθεση εξ αποκλεισμού, είναι δε σημαντικό να λεχθεί ότι ακόμα και αν οι εκδορές, που κατά τη γνώμη μου φωτογραφικώς δεν δύνανται να στοιχειοθετήσουν κατά τρόπο ορθολογικό εν ζωή γενόμενες κακώσεις, απέχουν παρασάγγας από το να θεωρηθούν ικανές ώστε να τεκμηριώσουν απόφραξη έξω αεροφόρων οδών. Περιγραφόμενες, για παράδειγμα, λοξές προς τον επιμήκη άξονα ρινός και σκεπτόμενοι ότι ένα χέρι έχει πέντε δάχτυλα και πέντε όνυχες, εντύπωση προκαλεί που δεν υπάρχουν έτερα ευρήματα από την υπόλοιπη χείρα της φερόμενης ως δράστιδος. Ενώ ακόμα και οι αμυχές που περιγράφονται, για να μπορεί να θεωρηθεί ότι συμμετέχει η άκρα χείρα της δράστιδος, το εξεταζόμενο αποτέλεσμα θα έπρεπε να είναι εγκάρσια, δηλαδή κάθετα, προς τον επιμήκη άξονα της ρινός.
Φυσικά και υπό την υπόθεση αυτή τίποτα δεν επιβεβαιώνει απόφραξη στοματικής κοιλότητας. Όσον αφορά το εντύπωμα, αυτό αποτελεί εύρημα και όχι κάκωση. Η δε απουσία εκχυμωτικής περιφέρειας μάλλον αποδυναμώνει τον ισχυρισμό ότι έγινε εν ζωή. Στο συγκεκριμένο περιστατικό άξιο αναφοράς θεωρείται ότι το θανών παιδί ευρισκόμενο στην ηλικία των τριών ετών έχει ήδη την απαραίτητη σωματική ανάπτυξη ώστε να αντιδράσει με κάποιον τρόπο στο ελλοχεύον αποτέλεσμα ασφυξία και ουδείς εκ των εξεταζόντων, συμπεριλαμβανομένου και του πραγματογνώμονος, διέγνωσε έστω και μία κάκωση που να επιβεβαιώνει αντίδραση-αντίσταση του παιδιού στο θανατηφόρο αποτέλεσμα, π.χ. κάκωση ακινητοποίησης στις άκρες χείρες ή στον λαιμό κ.λπ., όταν μάλιστα οι τοξικολογικές ήταν αρνητικές, δηλαδή δεν ήταν υπό την επήρεια φαρμάκων, ώστε να είναι κοιμισμένη ή σε καταστολή. Νομίζω ότι ο όρος καταστολή με καλύπτει περισσότερο, διότι περιλαμβάνει πιο ευρύ φάσμα εκδηλώσεων.
Όσον αφορά το αβάπτιστο θήλυ βρέφος, η ασφυξία υπό των συντακτών τη γνωμοδότηση έγκειται στο γεγονός ανεύρεσης ‘‘δινόντων την εντύπωση αψυχών στη βάση των ρωθώνων’’, δηλαδή χωρίς να είναι σίγουροι και σε μία κάκωση στο χείλος του βρέφους απροσδιόριστης μορφής, δηλαδή χωρίς να περιγράφεται εκχύμωση, εκδορά, θλαστικό τραύμα κ.λπ., ούτε εξοίδηση των γειτνιαζόντων της φερόμενης ως κάκωσης μαλακών μορίων. Στην τεκμηρίωση του εν λόγω αποτελέσματος συμμετέχει και η εργαστηριακή διερεύνηση σε υφασμάτινο τεμάχιο που ανέδειξε αίμα και σίελο και κατά τη γνώμη των υπογραφόντων δεν μπορεί να είχε σχέση με αποσπόγγιση του πνευμονικού οιδήματος. Το πνευμονικό οίδημα που συνοδεύει πλείστα περιστατικά διάφορου μηχανισμού στην ουσία είναι και μακροσκοπικά εμφανές οροαιματηρό αφρώδες υλικό. Είναι προφανές ότι μετά την πάροδο ικανού διαστήματος δεν μπορούμε να βρούμε αφρώδες υλικό, παρά μόνο οροαιματηρό υλικό.
Η παρουσία σιέλου σε σαλιάρα είναι κάτι που θα ανεμένετο. Οι συνάδελφοι είναι κάθετα αρνητικοί στη γνώμη πνευμονικού οιδήματος ως γενεσιουργού αιτίας της κηλίδωσης του υφασμάτινου τεμαχίου, γιατί θεωρούν ότι δεν ανευρέθη στην πορεία των αεροφόρων οδών, λησμονώντας ότι είχε προηγηθεί ΚΑΡΠΑ σε νοσηλευτικό ίδρυμα, που εκ των βασικότερων προτεραιοτήτων είναι η απελευθέρωση των αεροφόρων οδών. Η ιστοπαθολογική επιβεβαίωση ικανού βαθμού πνευμονικού οιδήματος στο συγκεκριμένο περιστατικό, κατάσταση που καταδεικνύει παρατεταμένη υποξία και εργώδη θάνατο, επί της ουσίας καταρρίπτει τον μηχανισμό ασφυξίας, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η αποστέρηση οξυγόνου σε εγκέφαλο βρέφους κρίνεται καθοριστική για την έκβαση του περιστατικού εντός ελαχίστων λεπτών, κάτω των τριών, όταν σε έναν ενήλικα είναι τρία με πέντε λεπτά. Στους μηχανισμούς ασφυξίας ο βασικότερος παράγων που διαδραματίζει ρόλο είναι η διακοπή παροχής οξυγόνου στο εγκεφαλικό παρέγχυμα και η διάρκειά της. Βιβλιογραφικά ένα με δύο λεπτά σε βρέφη κρίνονται καθοριστικά για έκβαση περιστατικού χωρίς οξυγόνο.
Η ιστοπαθολογική διαπίστωση αγενεσίας-υποπλασίας φλεβόκομβου, που συνοδεύεται με σχόλιο αιτίας θανατηφόρου αποτελέσματος σε βρέφη, παρότι εκ των υστέρων αποδυναμώθηκε, ορθολογικά δέσμευσε το αποτέλεσμα της εντεταλμένης ιατροδικαστού. Εν κατακλείδι, το συμπέρασμα των συντακτών της γνωμοδοτήσεως, το οποίο ομιλεί για ασφυκτικό μηχανισμό θανάτου διά αποφράξεως των έξω αεροφόρων οδών, και μάλιστα ομιλεί για επιστημονική ασφάλεια στην τεκμηρίωση του πορίσματος, κρίνεται επιστημονικά αδόκιμο, όταν οι ίδιοι οι συντάκτες πολλάκις χρησιμοποιούν εκφράσεις, όπως ‘‘ενδεικτικές υποξίας’’ κ.λπ., ‘‘δίνουν την εντύπωση εκδορών’’ κ.λπ., ‘‘απομακρύνεται η πιθανότητα πρόκλησης’’ κ.λπ. και θέτουν, ως οι ίδιοι λέγουν, ένα πόρισμα εξ αποκλεισμού, δηλαδή όχι αδιαμφισβήτητα τεκμηριωμένο. Το πιο σημαντικό είναι ότι απουσιάζουν και εκλείπουν τα βασικά ευρήματα που θα τεκμηρίωναν κατά τρόπο αδιάσειστο έναν τέτοιο μηχανισμό θανάτου. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση το συνταχθέν σενάριο, στο ένα περιστατικό στο μεγαλύτερο παιδί έχουμε απόφραξη ρινός, αλλά ελεύθερη στοματική κοιλότητα, και στο έτερο περιστατικό κατά τη γραπτή κιόλας δήλωσή τους έχουμε απόφραξη της στοματικής κοιλότητας, που δεν συνοδεύεται με επιβεβαίωση απόφραξης ρινός».
Ερ. Όταν λέτε συνταχθέν σενάριο, αναφέρεστε στη γνωμοδότηση των δύο συναδέλφων σας ή σε κάτι άλλο;
Απ. Αναφέρομαι στις συγγραφείσες περιγραφές της προκλήσεως του εν λόγω θανατηφόρου μηχανισμού στην εν λόγω γνωμοδότηση, μέσα από την εξαγωγή συμπερασμάτων υπό ευρημάτων εξαχθέντων υπό φωτογραφικού υλικού.
Ερ. Τόσο ο κ. Αγαπητός όσο και η κ. Μητσέλου έχουν καταθέσει ενώπιόν μας ότι δεν έχουν ουσιώδεις διαφορές με τον κ. Ευτυχιάδη. Εσείς εντοπίζετε ουσιώδεις διαφορές;
Απ. Ως προς το παθολογοανατομικό του κ. Αγαπητού δεν εντοπίζω διαφορές. Ως προς την Μητσέλου υπάρχει μία σημαντική διαφορά μακροσκοπικώς υπό του κ. Ευτυχιάδη μετά από τρία χρόνια από τη νεκροψία-νεκροτομή και έχοντας διαφύγει ως εύρημα και από την κ. Τσιόλα και από την κ. Μητσέλου οι ασφυκτικές κηλίδες στους πνεύμονες.
Ερ. Η κ. Μητσέλου ερωτηθείσα για τις στικτές αιμορραγικές πετεχειώδεις κηλίδες (ασφυκτικές κηλίδες) σε σχέση με τη δική της αντίστοιχη καταγραφή, μας είπε ότι δεν πρόκειται για διαφορετικές διαπιστώσεις, αλλά ότι είναι το ίδιο με άλλα λόγια. Συνεπώς δεν συμφωνείτε με την άποψη της κ. Μητσέλου;
Απ. Δεν συμφωνώ. Είναι άλλο οι στικτές αιμορραγικές κηλίδες (ασφυκτικές) που φαίνονται και υπάρχουν στην επιφάνεια των σπλάγχνων και άλλο οι διάσπαρτες στικτές αιμορραγικές διηθήσεις του παρεγχύματος, όπως η ίδια επιβεβαιώνει, όταν ομιλεί για πολλαπλές τομές.
Ερ. Στις περιπτώσεις που έχετε διαπιστώσει και έχετε καταγράψει ως αιτία θανάτου βρέφους τον αιφνίδιο βρεφικό θάνατο, ποιο ήταν το εύρημα που εντοπίσατε και σας οδήγησε στο συμπέρασμα αυτής της αιτίας θανάτου;
Απ. Σε αυτές τις περιπτώσεις μας καθοδηγεί η ιστοπαθολογική έρευνα. Δεν υπάρχει κάτι μακροσκοπικά εμφανές παθολογικό και κατευθυνόμαστε στους ειδικούς, δηλαδή στον παθολογοανατόμο και τις συναφείς ειδικότητες.
Ερ. Δηλαδή ποιο είναι το εύρημα που σας οδηγεί στο συμπέρασμα αυτής της αιτίας θανάτου;
Απ. Στα δέκα χρόνια εγώ δεν έχω δει περιστατικό τέτοιο, συνδρόμου αιφνίδιου θανάτου. Έχω την εντύπωση όμως ότι μας κατευθύνει ο παθολογοανατόμος με εξειδικευμένο έλεγχο.
Ερ. Η διαπίστωση πνευμονικού οιδήματος με οροαιματηρό υγρό αποκλείει ως αιτία θανάτου την ασφυξία και γιατί;
Απ. Όχι, δεν την αποκλείει. Βρίσκεται σε ασφυκτικούς θανάτους εργώδους μορφής, π.χ. πνιγμός εντός θαλασσίου ύδατος, πνιγμονή επί καταχώσεως.
Ερ. Σε περίπτωση απόφραξης έξω αεροφόρων οδών;
Απ. Σε περιπτώσεις μιας ταχύτατα επελθούσης ασφυξίας ως επί παιδιών και βρεφών είναι εύρημα ασυνήθιστο. Εξαρτάται από την αντίσταση του οργανισμού και την ανάπτυξή του στην επελθούσα ενέργεια. Δηλαδή σε μεγαλύτερο παιδιά που δύναται να υπάρξει αντίσταση είναι ένα εύρημα συχνότερο, δηλαδή άλλο ένα παιδί δύο ετών και άλλο ένα παιδί δώδεκα ετών.
Ερ. Σας επιδεικνύω τη φωτογραφία της σορού του βρέφους Δασκαλάκη εκ της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών και την ιατροδικαστική έκθεση της κ. Τσιόλα. Επίσης σας θέτω υπόψη ότι η θεία του βρέφους καταθέτει ότι, πριν την οποιοδήποτε προσπάθεια αναζωογόνησης είτε από την ίδια και την κατηγορουμένη, είτε από το ΕΚΑΒ, δηλαδή όταν περί ώρα 11.30 πήγε να σηκώσει το βρέφος από την κούνια του, αναγνωρίζει ότι το χείλος του βρέφους είχε την εικόνα που απεικονίζει συγκεκριμένα η ίδια ως άνω φωτογραφία και ότι όταν έπιασε το χέρι του βρέφους ήταν παγωμένο, όπως και το πόδι του, τα μάγουλα, όμως, ζεστά. Επίσης, ο πατέρας του βρέφους κατέθεσε ότι περί τα 5 λεπτά αργότερα πιάνοντας το ένα πόδι του βρέφους, κάτω από το γέννα του, διαπίστωσε ότι ήταν παγωμένο, καθώς και ότι ο ιατρός του ΕΚΑΒ που επιλήφθηκε περί ώρα 11.42 κατέθεσε ότι ήταν ένα βρέφος άσφυγμο, απνοϊκό, είχε μυδρίαση στα μάτια και ψυχρό δέρμα, ότι φορούσαν γάντια κατά τη διάρκεια της προσπάθειας αναζωογόνησης και ότι παρά τη χορήγηση αδρεναλίνης δύο φορές ενδοκαρδιακά, το μόνιτορ που το συνέδεσαν έδειχνε ασυστολία, δεν υπήρχε ηλεκτρική δραστηριότητα στην καρδιά. Τέλος, σας θέτω υπόψη ότι προκύπτει το βρέφος να διακομίσθηκε στο νοσοκομείο στις 11.55, οπότε και άμεσα επελήφθησαν ιατροί και νοσηλευτές για αναζωογόνησή του, οι οποίοι έχουν καταθέσει ότι το βρέφος κατά τον χρόνο εκείνο είχε τα ίδια ως άνω χαρακτηριστικά και τελικά διαπίστωσαν τον θάνατό του. Υπό τα ανωτέρω στοιχεία, με βάση τη δική σας επιστημονική άποψη, εντοπίζετε κάκωση ή μεταθανάτια βλάβη στο πρόσωπο του βρέφους;
Απ. Δεν θα ήθελα να τοποθετηθώ, στηριζόμενος σε στιγμιότυπα φωτογραφικού υλικού. Θέση μου πάντα είναι ότι ο ιατροδικαστής που εκτέλεσε τη νεκροψία-νεκροτομή έχει τη σαφέστερη εικόνα και ειρήσθω εν παρόδω οι συντάκτες της γνωμοδοτήσεως ομιλούν για εντύπωση εκδορών και περιγράφουν μία κάκωση στο χείλος του βρέφους, που είναι απροσδιόριστη, δηλαδή δεν χαρακτηρίζεται ή ονοματίζεται. Η λύση της συνέχειας βλεννογόνου, όπως αποδίδεται από την έκθεση της εντεταλμένης ιατροδικαστού, από τον τρόπο που χαρακτηρίζεται, δηλαδή άνευ έτερων χαρακτηριστικών, παραπέμπει σε μεταθανάτια βλάβη.
Ερ. Τι είναι αυτό που σας παραπέμπει στο ότι πρόκειται για μεταθανάτια βλάβη, εφόσον δεν έχει αντίστοιχο χαρακτηρισμό;
Απ. Δεν είναι απαραίτητο να χαρακτηριστεί ως μεταθανάτια βλάβη, από τη στιγμή που δεν χαρακτηρίζεται ως κάκωση. Η μικρή λύση της συνέχειας του βλεννογόνου θα αντιστοιχούσε εν ζωή σε θλαστικό τραύμα, χαρακτηρισμό που δεν δίνουν ούτε οι συντάξαντες τη γνωμοδότηση.
Ερ. Δηλαδή δεν μπορείτε να αξιολογήσετε τη φωτογραφία, ακόμα και αν αυτή προέρχεται από το Τμήμα Εγκληματολογικών Ερευνών;
Απ. Ναι, δεν έχει καμία σημασία η προέλευση της φωτογραφίας. Απόδειξη ότι και οι συντάξαντες τη γνωμοδότηση πολύπειροι ιατροδικαστές δεν δύνανται να ονοματίσουν την κάκωση αυτή, παρότι παραδέχονται ότι έγινε εν ζωή.
Ερ. Φαντάζομαι ότι το ίδιο ισχύει για τις φωτογραφίες ως προς το πανάκι και ως προς τη σορό της Μαρίας-Ελένης;
Απ. Ναι.
Ερ. Σύμφωνα με την από 20.6.2022 γνωμοδότηση των ιατροδικαστών κ. Καρακούκη και κ. Καλόγρηα το πανάκι που βρέθηκε στην κούνια του αβάπτιστου βρέφους έφερε ικανή ποσότητα αίματος, απολύτως συμβατή με ισχυρή πίεση και απόφραξη στοματικής κοιλότητος. Επιπλέον ενώπιόν μας ο εκ των ανωτέρω ιατροδικαστών κ. Καρακούκης κατέθεσε ότι διάσπαρτες κηλίδες αίματος συνάδουν με μετακίνηση-τρίψιμο του ίδιου αντικειμένου πάνω στο στόμα. Εσείς πιστεύετε ότι μπορούν να συντρέχουν και οι δύο περιπτώσεις, δηλαδή και άσκηση ισχυρής πίεσης-απόφραξη στοματικής κοιλότητας και μετακίνηση-τρίψιμο πάνω στο στόμα, ή πιστεύετε ότι το ένα αποκλείει το άλλο; Είναι δηλαδή αντιφατικά μεταξύ τους και γιατί;
Απ. Από τα ευρήματα που και οι ίδιοι καταθέτουν και από τα νεκροψιακά ευρήματα που ήδη υπάρχουν, πουθενά δεν προκύπτει τέτοιου είδους πίεση. Αφενός θα υπήρχε εξοίδηση των χειλέων πέριξ της ασκούμενης ισχυρός πιέσεως, αφετέρου η εν λόγω τραυματισθείσα περιοχή κατά τους γνωμοδοτούντες θα είχε μεγαλύτερη έκταση και δεν θα ήταν μονομερώς εντοπισμένη.
Ερ. Δηλαδή πώς θεωρείτε πιθανό να έχει γίνει η λύση της συνέχειας του βλεννογόνου, που για λόγους που μας προεκθέσατε θεωρείτε ότι είναι μεταθανάτια βλάβη;
Απ. Δεν μπορούν να γίνουν εικασίες. Το σημαντικό είναι ότι, τόσο από πλευράς ιατροδικαστή όσο και γνωμοδοτούντων, δεν έχει χαρακτηρισμό κακώσεως, π.χ. θλαστικό τραύμα, εκχύμωση. Παραπέμπει σε μεταθανάτια βλάβη.
Ερ. Εσείς ως αιτία θανάτου εκάστου των δύο παιδιών ποια θα λέγατε ότι είναι;
Απ. Με όλα αυτά που έχουν γίνει και βγήκαν στο φως, χωρίς τον δεοντολογικό τρόπο θεμελίωσής τους φρονώ το παθολογικό υπόβαθρο ως το επικρατέστερο, αλλά για λόγους κλινικοεργαστηριακού αδιεξόδου κρίνεται αδιευκρίνιστο, κάτι που δεν είναι σπάνιο στην ιατροδικαστική.
Ερ. Αδιευκρίνιστο και το παθολογικό υπόβαθρο;
Απ. Ναι, αυτό είπα.