Ζούμε στην εποχή των λοιμώξεων και της κλιματικής κρίσης και αυτές οι δύο καταστάσεις δεν είναι άσχετες μεταξύ τους. Το κοκτέιλ των ιώσεων (γρίπη, κορωνοϊός, αναπνευστικός συγκυτιακός ιός και άλλα παθογόνα) που μας περιτριγυρίζει, με συνέπεια ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας να είναι άρρωστος, δεν έχει ακόμη φθάσει στην κορύφωσή του.
Η κορύφωση των περιστατικών γρίπης και κορωνοϊού αναμένεται στις αρχές Φεβρουαρίου και μετά τα ανησυχητικά αυξημένα κρούσματα και τους θανάτους παιδιών από διεισδυτική λοίμωξη με στρεπτόκοκκο Α, έρχεται ένα περιστατικό μηνιγγίτιδας να ταράξει τα νερά από την Πανεπιστημιούπολη της Πάτρας.
Κρούσματα
Στην Ελλάδα τα κρούσματα μηνιγγίτιδας δηλώνονται υποχρεωτικά και τη χρονική περίοδο 2004-2021 δηλώθηκαν μέσω του συστήματος υποχρεωτικής δήλωσης νοσημάτων στον ΕΟΔΥ συνολικά 1.105 κρούσματα μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, τα οποία κυμαίνονται μεταξύ 4 και 108 ανά έτος.
Η μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση ανέρχεται στα 0,56 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού και για τον πληθυσμό της χώρας μας αυτό αντιστοιχεί σε 58 κρούσματα ετησίως.
Τα αίτια της λοίμωξης
Βασικά αίτια της βακτηριακής μηνιγγίτιδας είναι ο μηνιγγιτιδόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος, ο αιμόφιλος τύπου b, ο στρεπτόκοκκος, το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης και άλλα. Η μετάδοση της νόσου ποικίλλει ανάλογα με το αίτιο. Ο εντεροϊός είναι η πιο συχνή αιτία της ιογενούς μηνιγγίτιδας και μεταδίδεται μέσω της κοπρανοστοματικής οδού. Ο εντεροϊός μπορεί να μεταδοθεί και μέσω των αναπνευστικών εκκρίσεων (σάλιο, πτύελα ή ρινικές εκκρίσεις) του μολυσμένου ατόμου. Άλλοι ιοί, οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν μηνιγγίτιδα όπως ο ιός της παρωτίτιδας και της ανεμοβλογιάς, μεταδίδονται επίσης με άμεση ή έμμεση επαφή με τις εκκρίσεις του πάσχοντος.
Η μηνιγγίτιδα είναι ωστόσο μια λοίμωξη προλήψιμη, καθώς υπάρχει εμβόλιο για όλους τους ορότυπους του βακτηρίου που ευθύνονται για την εμφάνισή της καθώς και για τον μηνιγγιτιδόκοκκο Β, που αντιστοιχεί στην πλειονότητα των περιστατικών βακτηριακής μηνιγγίτιδας στην Ευρώπη και την πατρίδα μας. Ο 18χρονος φοιτητής που νοσηλεύεται διασωληνωμένος σε σταθερή κατάσταση στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών έχοντας προσβληθεί από μηνιγγίτιδα Β λαμβάνει αγωγή με αντιβιοτικά, ενώ έχει δοθεί χημειοπροφύλαξη στα άτομα με τα οποία ήρθε σε επαφή και τηρήθηκε το πρωτόκολλο που πρέπει να εφαρμόζεται σε αυτές τις περιπτώσεις για τον περιορισμό της διασποράς.
Στο μικροσκόπιο
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος είναι ένα Gram-αρνητικό βακτήριο με εξωτερικό περίβλημα (κάψα), το οποίο δημιούργησε τα μεγαλύτερα προβλήματα κατά την ανάπτυξη του προφυλακτικού εμβολίου, με συνέπεια να απαιτηθεί τουλάχιστον μια 20ετία προκειμένου να ενισχυθεί το ιατρικό οπλοστάσιο με ένα αποτελεσματικό εμβόλιο. Ευτυχώς, το βακτήριο σπάνια προκαλεί διεισδυτική νόσο (μηνιγγίτιδα, σηψαιμία), ωστόσο μπορεί να απειλήσει τη ζωή ακόμη και μέσα σε 24 ώρες. Άλλωστε αυτή είναι η ιδιαιτερότητα της βακτηριακής μηνιγγίτιδας, ότι εξελίσσεται ραγδαία και το χρονικό παράθυρο για να σωθεί ο ασθενής από τον κίνδυνο θανάτου αλλά και ισόβιων επιπλοκών (ακρωτηριασμοί άκρων, κώφωση) είναι μικρό. Όπως μάλιστα λέει ο ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής ΕΚΠΑ Ανδρέας Κωνσταντόπουλος, πρόεδρος της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας και τέως πρόεδρος της Παγκόσμιας Παιδιατρικής Εταιρείας, στη μηνιγγίτιδα η ραγδαία εξέλιξη της λοίμωξης περιγράφεται από τους γονείς των λιλιπούτειων ασθενών με τη χαρακτηριστική φράση «κι άλλες φορές έχει αρρωστήσει το παιδί μας, αλλά δεν ήταν έτσι».
Το βακτήριο ναϊσσέρια της μηνιγγίτιδας (Neisseria meningitidis) έχει γύρω από το κυτταρικό τοίχωμα την κάψα από πολυσακχαρίδιο. Με βάση τα αντιγόνα της πολυσακχαριδικής κάψας διακρίνονται 13 ορολογικές ομάδες, από τις οποίες οι κύριες είναι πέντε (Α, Β, C, Υ και W) που προκαλούν επιδημίες. Το 90% των περιστατικών σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες οφείλεται στον μηνιγγιτιδόκοκκο Β. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος δεν ζει στο περιβάλλον. Βρίσκεται αποκλειστικά στον άνθρωπο και αποικίζει τον ρινοφάρυγγα. Σε ποσοστό που κυμαίνεται από 5% έως 20% βρίσκεται σε υγιή άτομα (σε μη επιδημικές περιόδους) και πιο συχνά βρίσκεται στους εφήβους και τους νεαρούς ενηλίκους. Αυτό προκαλεί τη μοναδική γνωστή έως τώρα βακτηριακή μηνιγγίτιδα που συναντιέται επιδημικά. Πάντως, ο πνευμονικός στρεπτόκοκκος (πνευμονιόκοκκος) είναι η συχνότερη βακτηριακή αιτία εμφάνισης μηνιγγίτιδας σε παιδιά μεγαλύτερα από δύο μηνών. Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων, Κώστας Νταλούκας, σε κάθε χώρο που βρισκόμαστε ανά μία ομάδα δέκα ανθρώπων υπάρχει ένας που φέρει τον μηνιγγιτιδόκοκκο στον φάρυγγά του, χωρίς αυτό να δημιουργεί κανένα πρόβλημα στην υγεία του.
Τα συμπτώματα
Τα συμπτώματα της μηνιγγίτιδας ποικίλλουν ανάλογα με το περιστατικό, ενώ δεν εμφανίζονται πάντα στο σύνολό τους. Η βακτηριακή μηνιγγίτιδα εμφανίζεται συχνά με αιφνίδιο πυρετό, κεφαλαλγία και δυσκαμψία αυχένα. Παράλληλα μπορεί να συνοδεύεται από ναυτία, εμέτους, φωτοφοβία, σύγχυση. Η εμφάνιση εξανθήματος ερυθρού χρώματος υποδηλώνει αιμορραγία και είναι άκρως ανησυχητική.
Τα συμπτώματα της βακτηριακής μηνιγγίτιδας μπορεί να εμφανιστούν μέσα σε λίγες ώρες ή ακόμη και λίγες ημέρες από την έκθεση (συνήθως έπειτα από 3-7 ημέρες). Η ιογενής μηνιγγίτιδα εμφανίζει ηπιότερα συμπτώματα. Στα βρέφη προκαλεί πυρετό, ευερεθιστότητα, ανορεξία, λήθαργο. Οι ενήλικοι εμφανίζουν επιπλέον υψηλό πυρετό, έντονη κεφαλαλγία, αυχενική δυσκαμψία, φωτοφοβία. Τα συμπτώματα στην ιογενή μηνιγγίτιδα συνήθως διαρκούν 7-10 ημέρες και υποχωρούν.
Προφυλακτικός εμβολιασμός
Για την πρόληψη της μηνιγγίτιδας υπάρχουν εμβόλια που προστατεύουν από τους ορότυπους Α, C, Y, W. Υπάρχει επίσης ξεχωριστό εμβόλιο που προστατεύει από τον μηνιγγιτιδόκοκκο Β, ο οποίος αποτελεί πλέον τη μόνη ρεαλιστική απειλή από βακτηριακή μηνιγγίτιδα. Το εμβόλιο παρότι έχει ενταχθεί από το 2017 στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και φυσικά συνιστάται για όλα τα βρέφη και νήπια άνω των δύο μηνών, καθώς και για τα παιδιά, τους εφήβους και τους νέους ενηλίκους, αποζημιώνεται από τον ΕΟΠΥΥ μόνο για ομάδες υψηλού κινδύνου, δηλαδή βρέφη, νήπια και παιδιά με πολύ σοβαρά υποκείμενα προβλήματα υγείας. Το εμβόλιο έναντι του μηνιγγιτιδόκοκκου Β λέγεται Bexsero και κάθε δόση κοστίζει περίπου 100 ευρώ.