Την ανανέωση της εμπιστοσύνης της Βουλής διεκδικεί σήμερα ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ, αφού ανέστειλε, το βράδυ της Τρίτης, την παραίτησή του, την οποία είχε ανακοινώσει τη νύχτα της Κυριακής 31 Οκτωβρίου, ύστερα από την πανωλεθρία των σοσιαλδημοκρατών στις δημοτικές εκλογές. Η απόφαση για αναστολή της παραίτησης ελήφθη από την Κεντρική Επιτροπή του κυβερνώντος κόμματος SDSM, ενόψει της σημερινής ψηφοφορίας επί της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε ο αρχηγός της δεξιάς, εθνικιστικής αντιπολίτευσης, Χρίστιαν Μίτσκοσκι.
«Ας μην επιτρέψουμε την οπισθοδρόμηση της χώρας σε ένα παρελθόν που αμαυρώθηκε από διενέξεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό και ας μην υπονομεύσουμε την ευρωατλαντική μας πορεία», δήλωσε ο Ζάεφ μετά τη συνεδρίαση. Αποφεύγοντας να διευκρινίσει για πόσο χρόνο θα συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του, εφόσον βέβαια κερδίσει τη σημερινή ψηφοφορία στη Βουλή, έθεσε ως κριτήριο «τη σταθεροποίηση της δημοκρατικής πλειοψηφίας, μιας πλειοψηφίας υπέρ της Ε.Ε. και της πολυεθνικής κοινωνίας μας».
Ο Ζόραν Ζάεφ δεν ήταν σε καμία περίπτωση υποχρεωμένος να παραιτηθεί έπειτα από μια τοπική αναμέτρηση, καθώς οι επόμενες βουλευτικές εκλογές προβλέπονταν για το 2024. Εγκλωβίστηκε, όμως, πολιτικά, καθώς είχε δηλώσει προεκλογικά ότι θα παραιτούνταν εάν το κόμμα του έχανε τον δήμο των Σκοπίων, ελπίζοντας ότι θα ασκούσε πίεση στους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους υπέρ του κυβερνητικού υποψηφίου, υπολογισμός που αποδείχθηκε εσφαλμένος.
Το εθνικιστικό κόμμα VMRO-DPMNE του Μίτσκοσκι εμφανιζόταν βέβαιο ότι έχει εξασφαλίσει οριακή πλειοψηφία 61 βουλευτών σε σύνολο 120 ενόψει της σημερινής ψηφοφορίας, αλλά τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού το αμφισβητούσαν. Εάν κερδίσει τη μάχη η αντιπολίτευση, ο πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας, Στέβο Πενταρόβσκι, θα αναθέσει στον Μίτσκοσκι εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, ενώ εάν αποτύχουν οι προσπάθειες για βιώσιμη κυβέρνηση, οι πρόωρες εκλογές θα καταστούν μονόδρομος.