Αντιμέτωποι με το ηλεκτρονικό «σφυρί» θα βρεθούν από Σεπτέμβρη πολλοί δανειολήπτες, με τις τράπεζες, αλλά και τους servicers, να ανεβάζουν ρυθμούς, προγραμματίζοντας πάνω από 6.000 πλειστηριασμούς σε διάρκεια τεσσάρων μηνών.
Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από στοιχεία της πλατφόρμας e-auction, μετά την ανάπαυλα του Αυγούστου, οπότε και παραδοσιακά παύει κάθε τέτοιου είδους δραστηριότητα, έχουν προγραμματιστεί να γίνουν 6.256 δημοπρασίες, με τις τιμές να κυμαίνονται από… 0 ευρώ έως και 19 εκατ. ευρώ (σ.σ. ξενοδοχειακή μονάδα στο Ηράκλειο Κρήτης).
Υπενθυμίζεται πως το α’ εξάμηνο του 2022 πραγματοποιήθηκαν 17.620 πλειστηριασμοί, εκ των οποίων οι 4.190 ήταν γόνιμοι, γεγονός που ανεβάζει τον συνολικό αριθμό των εκ πλειστηριαζόμενων ακινήτων στα 23.876. Σύμφωνα με το iMEdD Lab δε, από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως και σήμερα έχουν ολοκληρωθεί περισσότεροι από 51.600 ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, με το 83,7% να έχει επισπευσθεί από τράπεζες ή εταιρείες που συνδέονται με τραπεζικά χαρτοφυλάκια, ενώ σχεδόν επτά στους 10 ήταν εναντίον φυσικών προσώπων.
«Με τις τιμές, τόσο στην ενέργεια, όσο και στα τρόφιμα και τις πρώτες ύλες, να έχουν εκτοξευτεί είναι βέβαιο πως από Σεπτέμβρη θα αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός όσων θα αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις είτε αυτές αφορούν σε παλαιές οφειλές είτε και σε όσες έχουν ρυθμιστεί», σχολιάζουν στο newmoney αρμόδιες πηγές.
Στις προκλήσεις που έχουν μπροστά τους νοικοκυριά και επιχειρήσεις αναφέρθηκαν, εξάλλου και οι τραπεζίτες, στο πλαίσιο των πρόσφατων γενικών συνελεύσεων.
«Οι σημαντικές αυξήσεις των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα, αλλά και στις πρώτες ύλες και τα τρόφιμα επηρεάζουν αρνητικά τα πραγματικά εισοδήματα και τη δαπάνη των νοικοκυριών και ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού», σχολίασε ο πρόεδρος της Alpha Bank, κ. Βασίλης Ράπανος, για να προσθέσει:
«Χωρίς την αποκλιμάκωση της γεωπολιτικής κρίσης ως το τέλος του τρέχοντος έτους και τη σταδιακή πτώση στις τιμές της ενέργειας, ένα σενάριο με αρνητικές επιπτώσεις στο ρυθμό μεγέθυνσης για την Ευρώπη και την Ελλάδα γίνεται αρκετά πιο πιθανό. Σε ένα τέτοιο, απευκταίο, σενάριο είναι πιθανή η περαιτέρω μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων και των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα την αρνητική επίδραση στην κατανάλωση, τις επενδύσεις και κατά συνέπεια, στην ανάπτυξη».
Την άποψη πως οι πληθωριστικές πιέσεις που ενισχύθηκαν, κυρίως λόγω της ενεργειακής κρίσης και η άνοδος των επιτοκίων που ακολούθησε για την αναχαίτισή τους αποτελούν τροχοπέδη εξέφρασε από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Γιώργος Χαντζηνικολάου, σημειώνοντας πως η αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια του πολέμου και των επιπτώσεών του επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση και την επιχειρηματική δραστηριότητα.
«Στην παρούσα φάση είναι πρόωρο να εκτιμηθεί ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος, τόσο στη διεθνή, όσο και στην εγχώρια οικονομία και κοινωνία. Είμαι αισιόδοξος ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα ελληνικά νοικοκυριά θα αντιμετωπίσουν επιτυχώς τις προκλήσεις και ότι θα έχουμε μία οικονομία που θα αναπτυχθεί με υψηλούς ρυθμούς, όχι μόνο το 2022, αλλά και τα επόμενα χρόνια», πρόσθεσε.
«Οι μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων επιβαρύνουν ιδιαίτερα τα άτομα με χαμηλό εισόδημα, εγείροντας σοβαρούς κινδύνους για την επισιτιστική ασφάλεια και την τροφοδότηση κοινωνικών εντάσεων», σχολίασε με τη σειρά του, ο πρόεδρος της Eurobank, κ. Γιώργος Ζανιάς.
Η πλατφόρμα για τους ευάλωτους
Το μοναδικό ανάχωμα απέναντι στο επικείμενο «κύμα» πλειστηριασμών είναι το ενδιάμεσο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας που προωθεί η κυβέρνηση, στο πλαίσιο του νέου Πτωχευτικού Νόμου.
Όπως αποκάλυψε η ειδική γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, κυρία Μαριαλένα Αθανασοπούλου, σε πρόσφατη συνάντηση με εκπροσώπους του Τύπου, οι θεσμοί έχουν ήδη δώσει την – προφορική – έγκρισή τους ως προς την πολιτική, τη στρατηγική, την υλοποίηση και το κόστος του επίμαχου προγράμματος, υπάρχουν, ωστόσο, κάποια θέματα που άπτονται της DG Comp.
«Ένα – δύο θέματα παραμένουν ανοιχτά, θα πρέπει να γίνουν κάποιες μικροαλλαγές, προκειμένου να είναι σύμφωνη και η Επιτροπή Ανταγωνισμού και καλώς εχόντων των πραγμάτων μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα μπορέσουμε να βγάλουμε στον ‘αέρα’ την πλατφόρμα, η οποία είναι έτοιμη, την έχουμε τεστάρει», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε δώσει την έγκρισή της από τον περασμένο Μάρτιο, για να επανέλθει στις αρχές του καλοκαιριού, ζητώντας διευκρινήσεις για σειρά θεμάτων, μεταξύ των οποίων τι θα συμβεί σε περίπτωση που ο δανειολήπτης σταματήσει να πληρώνει.
Υπενθυμίζεται πως το κράτος θα επιδοτεί – από 70 ευρώ έως και 210 ευρώ – για 15 μήνες τη δόση του στεγαστικού δανείου των νοικοκυριών που έχουν λάβει τη… σφραγίδα του ευάλωτου, πληρούν, δηλαδή, τα εξής κριτήρια:
• Το συνολικό εισόδημα να μην υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος. Στη μονογονεϊκή οικογένεια για το πρώτο ανήλικο μέλος του νοικοκυριού ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτα τέκνα ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ για κάθε απροστάτευτο τέκνο. Το συνολικό εισόδημα δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 21.000 ευρώ ετησίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
• Η συνολική φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας να μην υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ για το μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενη κατά 15.000 ευρώ για κάθε πρόσθετο μέλος και με ανώτατο τα 180.000 ευρώ.
• Το συνολικό ύψος των καταθέσεων ή/και η τρέχουσα αξία μετοχών, ομολόγων κ.λπ. δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενα κατά 3.500 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος. Στη μονογονεϊκή οικογένεια για το πρώτο ανήλικο μέλος του νοικοκυριού ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτα τέκνα, ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ για κάθε απροστάτευτο τέκνο. Ανώτατο όριο ορίζονται τα 21.000 ευρώ.
Το ύψος της δόσης που θα πρέπει να πληρώνουν προσδιορίζεται στο 3,5% της αξίας του ακινήτου διαιρούμενης διά 12.
Ως «αξία κύριας κατοικίας» θεωρείται η τιμή της πρώτης προσφοράς σε περίπτωση πλειστηριασμού. Η επιδότηση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 80% επί της μηνιαίας δόσης.