Στον πιο συγκρουσιακό Δεκέμβριο των τελευταίων ετών έχει εισέλθει το πολιτικό σύστημα, με τα κομματικά επιτελεία να έχουν προετοιμαστεί για σφοδρές κοινοβουλευτικές μάχες. Η οικονομία και η υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων βρίσκονται εξαιτίας της συγκυρίας στο επίκεντρο, ενώ δεν απουσιάζουν και τα παράπλευρα μέτωπα, όπως το σχετικό με την Υγεία.
Η συνεδρίαση της εθνικής αντιπροσωπείας τη μεθεπόμενη εβδομάδα επί του προϋπολογισμού για το εκλογικό 2023 και η τελική συζήτηση και ψήφιση του νομοσχεδίου για την ΕΥΠ, που προγραμματίστηκε για την προσεχή Πέμπτη, με τους πολιτικούς αρχηγούς, τον Κυρ. Μητσοτάκη και τον Αλ. Τσίπρα, να δίνουν ραντεβού για μια αντιπαράθεση που άπαντες αναμένουν να έχει ιδιαιτέρως σκληρά χαρακτηριστικά, συνιστούν με τα έως τώρα δεδομένα τις δύο κορυφώσεις στην αίθουσα της Ολομέλειας πριν από τις γιορτές.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιτέθηκε χθες με οξύτητα κατά του πρωθυπουργού για το ζήτημα των τραπεζών.
Ως προς την οικονομία και την κοινωνική πολιτική, η Ν.Δ. αναδεικνύει τις προφανείς διεθνείς διαστάσεις της κρίσης που έχει πυροδοτήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και τονίζει ότι και με τον νέο προϋπολογισμό «διασφαλίζει την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και την απρόσκοπτη στήριξη της κοινωνίας, χωρίς να θέτει όμως σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα» (Χρ. Σταϊκούρας). Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει λόγο για πολιτική «βίαιης αναδιανομής πλούτου» και υποστηρίζει πως μόνο ένα μέρος της ακρίβειας είναι εισαγόμενο, με την «αισχροκέρδεια να είναι γέννημα θρέμμα της πολιτικής Μητσοτάκη». Ακόμη και στο ειδικότερο θέμα των τραπεζών, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επέρριψε ευθύνες προσωπικά στον πρωθυπουργό, λέγοντας πως είναι «αδιάφορος απέναντι σε μια κατάσταση που παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις».
Οι προσωπικού χαρακτήρα επιθέσεις με στόχο τον κ. Μητσοτάκη εκ μέρους του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι διαρκείς και έγιναν ιδιαιτέρως έντονες στο θέμα των υποκλοπών. Από την πλευρά του, ωστόσο, ο πρωθυπουργός δείχνει να επιμένει στη θεσμική λειτουργία του ίδιου και της κυβέρνησης, μέσω τόσο της νομοθετικής όσο και της ελεγκτικής προς την κυβερνώσα πλειοψηφία κοινοβουλευτικής λειτουργίας. Ως προς την πτυχή του «προσωπικού», η πλειοψηφία επιλέγει τις περισσότερες φορές να κάνει λόγο για «κάλυψη» των ακραίων φωνών του ΣΥΡΙΖΑ εκ μέρους του κ. Τσίπρα. Στο πλαίσιο αυτό, δεν πέρασε απαρατήρητο ότι ένα χρόνο μετά τη διαγραφή του κ. Π. Κουρουμπλή, επειδή τότε είχε υποστηρίξει με ακραία φρασεολογία ότι τα στελέχη της πλειοψηφίας είναι υπόλογα για τον θάνατο χιλιάδων εξαιτίας της πανδημίας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ από το βήμα της Βουλής είπε προχθές απευθυνόμενος στην κυβερνώσα πλειοψηφία: «Εχετε στην πλάτη σας –έχω χάσει το μέτρημα– πάνω από 35.000 συμπολίτες μας νεκρούς στην περίοδο της πανδημίας. Χρωστάτε εξηγήσεις σε 35.000 οικογένειες». Λίγη ώρα αργότερα, ο κ. Π. Πολάκης αποκαλούσε τον υπουργό Υγείας «βαρκάρη του Αχέροντα». Σε αυτό το οξύτατο δικομματικό σκηνικό, το ΠΑΣΟΚ παρεμβαίνει τονίζοντας: «Αλίμονο για τη χώρα αν η οικονομική και πολιτική σταθερότητα εξαρτάται από την ισόβια παραμονή του κ. Μητσοτάκη στην εξουσία ή την επαναφορά του κ. Τσίπρα στην πρωθυπουργία. Το ΠΑΣΟΚ έχει τη δική του πρόταση και μπορεί να εγγυηθεί ένα νέο πρότυπο διακυβέρνησης» (Μιχ. Κατρίνης).
Πάντως, όπως φάνηκε και στην τελευταία συζήτηση για το ΕΣΥ, ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί –παρά τις συνεχείς απορρίψεις της ιδέας από ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25– να συντηρεί το σενάριο μιας κυβέρνησης συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων. «Τη γνωρίσαμε την προοδευτική κυβέρνηση Τσίπρα – Βαρουφάκη – Καμμένου που έφερε το τρίτο μνημόνιο», σχολιάζει καυστικά εκ μέρους του ΚΚΕ ο κ. Ν. Καραθανασόπουλος.