Η Ιταλία σε αναβρασμό καθώς η Ουάσιγκτον ενεργοποιεί τη “βόμβα” του αντιντάμπινγκ. Η είδηση ταξίδεψε από την Ουάσιγκτον στη Ρώμη πιο γρήγορα κι από ένα πιάτο al dente: οι Ηνωμένες Πολιτείες σχεδιάζουν συνολικό δασμό 107% στα ιταλικά ζυμαρικά, βάζοντας φωτιά σε έναν κλάδο που αξίζει πάνω από 4 δισ. ευρώ. Για τους Αμερικανούς, πρόκειται για μια «συνήθη» διαδικασία αντιντάμπινγκ. Για τους Ιταλούς, όμως, είναι ένα πλήγμα που χρήζει… διπλής μερίδας διπλωματίας.
Η υπόθεση ξεκίνησε όταν το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου υποστήριξε ότι μεγάλοι Ιταλοί παραγωγοί πωλούν στις ΗΠΑ σε τιμές κάτω του κόστους, υποβαθμίζοντας τον ανταγωνισμό. Η απόφαση, σε συνδυασμό με τον ήδη υπάρχοντα δασμό 15% από την εποχή του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ, δημιουργεί μια ασφυκτική πίεση στους εξαγωγείς.
Και κάπως έτσι, ένα προϊόν που θεωρείται «ιερό» για εκατομμύρια Ιταλούς —τα ζυμαρικά— βρέθηκε στο επίκεντρο ενός νέου εμπορικού πολέμου
Ο φόβος των παραγωγών: “Ποιος θα αγοράσει πακέτο των 10 δολαρίων;”
Οι αντιδράσεις στην Ιταλία ήταν άμεσες. Δεκατρείς εταιρείες —ανάμεσά τους μερικά από τα πιο ιστορικά ονόματα του κλάδου— βλέπουν πλέον το ενδεχόμενο να χάσουν μια αγορά που αντιστοιχεί στο 15% των συνολικών εξαγωγών.
Ο Κοζίμο Ρούμο, επικεφαλής της Pasta Rummo, δεν κρύβει την οργή του: «Αυτοί οι δασμοί είναι εντελώς παράλογοι. Ποιος θα αγοράσει ένα πακέτο ζυμαρικών των 10 δολαρίων;» δηλώνει, υπογραμμίζοντας ότι το προϊόν του είναι για καθημερινή χρήση —όχι για την προθήκη των πολυτελών ειδών.
Αντίστοιχα, ο Μάρος Σέφτσκοβιτς, Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, κάνει λόγο για «απαράδεκτα μέτρα χωρίς επαρκή στοιχεία», ενώ ο υπουργός Γεωργίας της Ιταλίας, Φραντσέσκο Λολομπριτζίντα, έχει ήδη ανοίξει δίαυλο με τις Βρυξέλλες, αναζητώντας λύση πριν η απόφαση καταστεί οριστική.
Οι ΗΠΑ επιμένουν: “Δεν απάντησαν σωστά, δεν συμμορφώθηκαν”
Το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ αντιτείνει ότι οι εταιρείες La Molisana και Garofalo —οι δύο μεγαλύτεροι εξαγωγείς— δεν παρείχαν επαρκή ή ορθή τεκμηρίωση, παρά τις επανειλημμένες ειδοποιήσεις.
Η υποχρέωση συμμόρφωσης δεν τηρήθηκε, επιμένουν οι αμερικανικές αρχές, γι’ αυτό και η εκτίμηση του δασμού επεκτάθηκε και σε άλλες 11 εταιρείες.
Η απόφαση δεν επηρεάζει το σύνολο των ιταλικών ζυμαρικών, αλλά ενδεχομένως το 16% των εισαγωγών. Παρ’ όλα αυτά, η ζημιά μπορεί να αποδειχθεί ολέθρια για μικρομεσαίους παραγωγούς.
Η τελική ετυμηγορία θα ανακοινωθεί στις 2 Ιανουαρίου, με πιθανή δίμηνη παράταση.
Στο ράφι της Αμερικής: Θα αντέξουν τα premium προϊόντα;
Στο Ντιτρόιτ, στη Νέα Υόρκη ή στη Φιλαδέλφεια, οι εισαγωγείς βρίσκονται σε κατάσταση έντονης αβεβαιότητας. Από τη μία υπάρχει το τρέχον απόθεμα που δίνει χρόνο μέχρι το Πάσχα. Από την άλλη, το ενδεχόμενο να γεμίσουν τα ράφια με… «Made in USA» pasta.
Ο εισαγωγέας Ρόμπερτ Τραμόντε το θέτει ωμά: «Έχουν προσπαθήσει να μιμηθούν την ιταλική παραγωγή. Αλλά η πρώτη ύλη δεν είναι ιταλική —και η γεύση δεν είναι ίδια».
Η Barilla, που έχει ήδη αμερικανικές εγκαταστάσεις, δεν επηρεάζεται. Αλλά για όσους επιμένουν “made in Italy”, οι επόμενοι μήνες θα κρίνουν το μέλλον μιας ολόκληρης αλυσίδας παραγωγής.
Ένας εμπορικός “καυγάς” με γεύση πολιτικής
Τα ζυμαρικά μπορεί να φαίνονται ασήμαντο προϊόν για να βρεθεί στο επίκεντρο μιας εμπορικής αντιπαράθεσης. Όμως στη νέα εποχή των δασμών, καμία αγορά δεν είναι μικρή. Όχι όταν στη μέση μπαίνουν πολιτικές ισορροπίες, πίεση από εγχώριους παραγωγούς και ένα προεκλογικό κλίμα που προωθεί πιο επιθετικές εμπορικές πολιτικές.
Η Ιταλία δηλώνει πως δεν πρόκειται να αφήσει το θέμα χωρίς μάχη. Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πως απλώς εφαρμόζουν κανόνες.
Το μόνο σίγουρο; Τα επόμενα ράφια των αμερικανικών σούπερ μάρκετ θα γράψουν το επόμενο κεφάλαιο αυτού του ιδιόμορφου εμπορικού πολέμου —με πρωταγωνιστή ένα προϊόν που όλοι θεωρούσαν δεδομένο.


