Επί περίπου έναν αιώνα, η οικογένεια Grífols έχτιζε μια «αυτοκρατορία» από τράπεζες αίματος με στήριξη από άτομα που έδιναν αίμα ψάχνοντας γρήγορο χρήμα. Τώρα, έπειτα από τέσσερις γενιές Grifols επικεφαλής, η οικογενειακή επιχείρηση περνά σε «ξένα» χέρια και συγκεκριμένα στον τέως εκτελεστικό πρόεδρο της εταιρείας, Thomas Glanzmann.
Η αλλαγή στην ηγεσία της εταιρείας φαρμάκων και χημικών σηματοδοτεί το τέλος μιας χαοτικής περιόδου, οπότε τα αποθέματα σε πλάσμα αίματος μειώθηκαν λόγω πανδημίας και επικράτησαν ανησυχίες για το χρέος της εταιρείας. Στο διάστημα αυτό, η περιουσία των Ισπανών δισεκατομμυριούχων συρρικνώθηκε κατά τουλάχιστον 50% από τις αρχές του 2020 και ανέρχεται στο 1,6 δισ. δολάρια, κυρίως μέσω του μεριδίου 35% στην εταιρεία.
Φέρνοντας έναν CEO εκτός της οικογένειας, η εταιρεία επιχειρεί να ενισχύσει τους ισολογισμούς της και να ανεβάσει τη μετοχή, η οποία εκτοξεύθηκε την δεκαετία 2010 έως 2010, προτού κατρακυλήσει κατά 40%. Επρόκειτο για αποτέλεσμα της μείωσης των δραστηριοτήτων της και των συνεχών εξαγορών σε ΗΠΑ και Ασία, που διόγκωσαν το χρέος της. Τα κέρδη υποχώρησαν στα 204 εκατ. δολάρια πέρυσι από 690 εκατ. το 2019.
Η δημιουργία μιας αυτοκρατορίας
Τα θεμέλια του ομίλου τέθηκαν το 1909, όταν ο José Antonio Grífols Roig δημιούργησε ένα εργαστήριο ανάλυσης αίματος στην Βαρκελώνη, λίγο καιρό αφότου πήρε πτυχίο ιατρικής. Αρχικά χρησιμοποιούσε κλουβιά, ώστε να πιάνει κουνέλια και ινδικά χοιρίδια για τα πειράματά του.
Το 1940 ίδρυσε μαζί με τους γιους του μια διάδοχη εταιρεία, η οποία ανέπτυσσε εμβόλια και τεχνικές μετάγγισης αίματος για έναν λαό, ο οποίος είχε χαραχτεί από τον ισπανικό εμφύλιο και ήταν διεθνώς απομονωμένος λόγω της δικτατορίας του Φράνκο. Οι γιοι του ανέπτυξαν τεχνικές, που επέτρεπαν στον κόσμο να δίνει αίμα χωρίς παρενέργειες. Στην τρίτη γενιά Grifols, η εταιρεία κατάφερε να επεκταθεί σε όλο τον κόσμο.
Η εταιρεία, η οποία δημιούργησε την πρώτη ιδιωτική τράπεζα αίματος της Ισπανίας το 1945, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ΗΠΑ, μία από τις λίγες χώρες όπου ο κόσμος δίνει αίμα έναντι αμοιβής. Ενδεικτικά, οι ΗΠΑ παρέχουν σχεδόν τα δύο τρίτα του πλάσματος που είναι διαθέσιμο σε ολόκληρο τον κόσμο.
Με περίπου 400 κέντρα πλάσματος στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Ευρώπη, την Κίνα και τη Μέση Ανατολή, η Grifols διαθέτει πλέον ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα στον κόσμο. Προτού ανακοινώσει σχέδιο περικοπής εξόδων φέτος, το οποίο οδήγησε στο κλείσιμο 25 κέντρων στις ΗΠΑ, η εταιρεία διαχειριζόταν περίπου 300 καταστήματα για δωρεά αίματος στη χώρα.
Μάλιστα, το 2021, η Grifols και η ανταγωνιστική CSL, αντιτάχθηκαν σε κανονισμό της αμερικανικής κυβέρνησης που απαγόρευε στους Μεξικανούς να διασχίσουν τα σύνορα προκειμένου να πουλήσουν αίμα. Μετά την άρση της απαγόρευσης τον Σεπτέμβριο, η εταιρεία εκτιμά ότι θα συλλέγει 1 εκατ. λίτρα αίματος μόνο από τα κέντρα που βρίσκονται κοντά στα νότια σύνορα των ΗΠΑ.
Στρώνουν τον δρόμο προς την ανάκαμψη;
Παρότι πλέον δεν υπάρχει κάποιος της οικογένειας να διοικεί την εταιρεία, οι Grifols θα ευνοηθούν σημαντικά εάν η εταιρεία ανακάμψει. Εάν επιτευχθούν οι στόχοι, 220 εργαζόμενοι συμπεριλαμβανομένων των δύο μελών της οικογένειας που διοικούσαν μέχρι πρότινος, θα μπορούν να αγοράσουν 4 εκατ. μετοχές 8,96 ευρώ εκάστη, ενώ η αξία τους ξεπερνά τα 11 ευρώ.
Συνολικά πάντως ολόκληρη η οικογένεια έχει λάβει τουλάχιστον 300 εκατ. δολάρια σε μερίσματα τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με τα οποία μπόρεσε να επεκταθεί στα ακίνητα και τα private equity.
Αυτά βέβαια δεν διασφαλίζουν την ανάκαμψη της περιουσίας της ίδιας της οικογένειας ούτε της εταιρείας. «Όπως όλες οι οικογενειακές επιχειρήσεις, η οικογένεια μπορεί να τη δημιουργήσει και μετά μπορεί να την καταστρέψει. Οι Grífols δεν εξαιρούνται από αυτό τον κανόνα», δήλωσε στο Bloomberg ο Xavi Brun, υψηλόβαθμο στέλεχος της συμβουλευτικής Trea Asset Management.