Ακόμη και τις πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις, βάσει των οποίων αναμενόταν ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη να ανέλθει τον Ιούνιο έως 8,4%, ξεπέρασε η πραγματικότητα, καθώς σύμφωνα με όσα δημοσιοποίησε την Παρασκευή η Eurostat, ο πληθωρισμός διαμορφώνεται σε 8,6%, σημειώνοντας νέο υψηλό ιστορικό ρεκόρ. Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα στοιχεία για την Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με τη Eurostat ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή εκτοξεύθηκε σε 12% από 10,5% τον Μάιο.
Τα στοιχεία για τον Εθνικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Ιουνίου, ο οποίος σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή είχε διαμορφωθεί τον Μάιο σε 11,3%, πρόκειται να ανακοινωθούν την ερχόμενη Παρασκευή 7 Ιουλίου και δεν αποκλείεται να δείξουν μεταβολή που να πλησιάζει το 13%. Δεδομένης της διατήρησης των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος σε πολύ υψηλά επίπεδα, όπως και των καυσίμων, δεν αναμένεται σύντομα αποκλιμάκωση των τιμών καταναλωτή, ενώ την ίδια ώρα εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα επάρκειας σε πρώτες και δεύτερες ύλες, που με τη σειρά τους προκαλούν επιπλέον ανατιμήσεις.
Η διαμόρφωση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή σε 12% αποτελεί την υψηλότερη τιμή ιστορικά, από το 1996 οπότε ξεκίνησε να γίνεται ο υπολογισμός του στην Ελλάδα, με το προηγούμενο ρεκόρ να καταγράφεται τον Μάιο του 2022. Εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή σε αυτά τα επίπεδα είχαμε τελευταία φορά το 1993.
Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, η μεταβολή του πληθωρισμού που θα ανακοινώσει η ΕΛΣΤΑΤ στις 7 Ιουλίου μπορεί να φθάσει το 13%.
Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα είχε τον Ιούνιο τον πέμπτο υψηλότερο πληθωρισμό στην Ευρωζώνη μετά την Εσθονία (22%), τη Λιθουανία (20,5%), τη Λετονία (19%) και τη Σλοβακία (12,5%). Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι είχε τη δεύτερη υψηλότερη μεταβολή του δείκτη σε μηνιαία βάση, 2,5% τον Ιούνιο (2,8% ήταν η μηνιαία μεταβολή στην Εσθονία) σε σύγκριση με τον Μάιο, στοιχείο που δείχνει το πόσο ραγδαίες είναι οι ανατιμήσεις στη χώρα. Τα επιμέρους στοιχεία της Eurostat δείχνουν, εξάλλου, ότι η Ελλάδα είχε τον δεύτερο υψηλότερο ενεργειακό πληθωρισμό (60,6%) μετά το Βέλγιο (64,6%), στοιχείο που δείχνει την ισχυρή εξάρτηση της παραγωγής της Ελλάδας από τις συμβατικές μορφές ενέργειας και εξηγεί βεβαίως τη μεγάλη άνοδο των τιμών, όχι μόνο στα ενεργειακά προϊόντα αλλά και στη συντριπτική πλειονότητα των λοιπών αγαθών, καθώς και των υπηρεσιών.
Σε επίπεδο Ευρωζώνης, η αύξηση των τιμών της ενέργειας ήταν τον Ιούνιο 41,9% από 39,1% τον Μάιο, των τροφίμων 8,9% από 7,5% τον Μάιο, των μη ενεργειακών βιομηχανικών προϊόντων 4,3% από 4,2% τον Μάιο, ενώ οριακή υποχώρηση καταγράφηκε στις υπηρεσίες (3,4% τον Ιούνιο από 3,5% τον Μάιο). Ακόμη και αν εξαιρεθούν τα τρόφιμα και οι τιμές των καυσίμων, ο «πυρήνας» του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη επίσης αυξήθηκε σε 4,6% από 4,4% τον Μάιο. Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, με εξαίρεση τη Γερμανία (8,2% από 8,7% τον Μάιο) και την Ολλανδία (9,9% από 10,2% τον Μάιο). Εάν μάλιστα δεν είχε αποκλιμακωθεί στη Γερμανία, οι αναλυτές εκτιμούν ότι θα είχε διαμορφωθεί σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα στην Ευρωζώνη.
Η διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα προκαλεί ήδη αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά. Ηδη, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ο τζίρος στα σούπερ μάρκετ υποχωρεί από τις αρχές του έτους έως σήμερα σε ποσοστό άνω του 2%, κάτι που σημαίνει πολύ μεγαλύτερη, κοντά στο 10%, μείωση του όγκου πωλήσεων σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Πρόσφατη μάλιστα έρευνα του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών έδειξε ότι ένας στους πέντε κάνει περικοπές στις δαπάνες για τρόφιμα και βασικά είδη σούπερ μάρκετ, ενώ ένας στους τέσσερις μειώνει τα έξοδα για ρούχα, παπούτσια, ηλεκτρικές συσκευές, αλλά και για καύσιμα.