Σε μια εποχή όπου το λειτούργημα της δημοσιογραφίας απαξιώνεται με τεχνητά μέσα και με νοοτροπία που απέχει παρασάγγας από την πραγματική θέση που πρέπει να έχει ο δημοσιογράφος στα πλαίσια της κοινωνίας, έρχεται η επανέκδοση μιας δύσκολης ερευνητικής εργασίας του αείμνηστου δημοσιογράφου και ιδρυτή του Μουσείου της ΕΣΗΕΠΗΝ, Νίκου Πολίτη το «Χρονικό του Πατραϊκού τύπου 1840-1940».
Η πρώτη έκδοση έγινε το 1984 με έξοδα του δημοσιογράφου και η δεύτερη αυτή τη χρονιά από τις εκδόσεις το «Δόντι» με πρωτοβουλία , (πρόκειται για συμπληρωμένη έκδοση), των γιών του Βαγγέλη και Τζίμη Πολίτη.
Η ουσία του βιβλίου βρίσκεται στην ανάδειξη των εκφράσεων του τύπου της εποχής με μαχητική και ειλικρινή διάθεση και με πολλαπλές θέσεις με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να αποκτά εικόνα για τις πολιτικές τοποθετήσεις της εποχής αλλά και να διεισδύει στις συνθήκες που διαμορφώνονταν στην κοινωνία.
Ο συγγραφέας βρίσκεται πολύ μακριά από το να «λατρέψει» την εποχή και να καταλήξει στο συμπέρασμα «της καλύτερης λειτουργίας του τύπου» τότε για να φτάσει στη σύγκριση με το σήμερα καθώς είχε κατανοήσει ότι η εξελιγκτική διαδικασία εντός της κοινωνίας έχει τα δικά της αποτελέσματα που τελικά λαμβάνουν προοδευτικό χαρακτήρα. Έτσι, συνειδητά πιστεύω, απέφυγε κάθε είδους αταβισμό με αποτέλεσμα να παραδώσει στον αναγνώστη ένα εργαλείο διδακτικό.
Ναι, ο αναγνώστης τώρα , καθώς είναι μοναδική η εργασία, μπορεί να συγκρίνει την τότε δουλειά με τη σημερινή χωρίς να τον καθοδηγεί με το «σώνει και καλά» ο συγγραφέας.
Η χειραγώγηση δεν ήταν το εργαλείο της σκέψης του Νίκου Πολίτη αλλά η προσφορά μιας εργασίας που «σηκώνει» κουβέντα προβληματισμό και συνέχεια , κάτι που έκαναν πράξη οι δυο γιοί του σήμερα.
Γιατί το θέμα με το οποίο καταπιάστηκε ο Νίκος Πολίτης δεν μπορεί να εξαντληθεί σε μια , δυο ή και τρεις εκδόσεις.
Ο αείμνηστος δημοσιογράφος έχει βάλει τις βάσεις οι οποίες αποδείχτηκαν διαχρονικές για τον απλό λόγο, ή που τουλάχιστον θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητος, ότι ο Τύπος της εποχής με τον έναν η τον άλλο τρόπο, εξέφραζε τις απόψεις της κοινωνίας αλλά «πετούσε» και πάνω από αυτές με την έννοια ότι έδινε κάτι παραπάνω. Εκτός από το απαραίτητο «αλατοπίπερο» του ρεπορτάζ, του σχολίου και του άρθρου, χορηγούσε γνώσεις στον απλό άνθρωπο με αποτέλεσμα να «δένεται» με ισχυρούς δεσμούς μαζί του.
ΛΑΘΟΣ, ο συγγραφέας συνεχίζει , όχι μόνο να εντυπωσιάζει, αλλά και να χορηγεί πληροφορίες που σήμερα , και από ότι φαντάζομαι, και αύριο, μπορούν να μπουν στην μέγγενη της σύγκρισης. Οι αναγνώστες έχουν ένα σημαντικό έργο στα χέρια τους και μπορούν να το αξιοποιήσουν ως πολίτες και όχι ως υπήκοοι.
Επομένως ο Νίκος ο Πολίτης συνεχίζει τον δρόμο του μέσα από τα κείμενα δίχως να υπάρχει σε φυσική κατάσταση γιατί το βιβλίο υποστηρίζει με όλα τα μέσα τη διαχρονικότητά της σκέψης του.
Ο εκδότης Ανδρέας Τσιλίρας σωστά διαπιστώνει ότι «το «Χρονικό» ακολούθησε ένας καταιγισμός βιβλίων για την Πάτρα, απόρροια των ατέλειωτων ωρών δουλειάς , της ιδιαίτερης ματιάς και του τεράστιου αρχείου» του συγγραφέα.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΠΑΪΡΑΚΤΑΡΗΣ
δημοσιογράφος