Η οικονομία της Ελλάδας συνεχίζει να ακολουθεί μια σταθερή τροχιά ισχυρής ανάπτυξης, σύμφωνα με την ανάλυση της Morgan Stanley για τις ετήσιες οικονομικές προοπτικές για το υπόλοιπο του 2025. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας θα αυξηθεί κατά 2,2% το 2025, μια ελαφρώς χαμηλότερη επίδοση από το 2024, ενώ για το 2026 αναμένεται επιβράδυνση στο 1,8%.
Ο κύριος μοχλός αυτής της ανάπτυξης είναι οι επενδύσεις, οι οποίες ενισχύονται από τη συνεχιζόμενη εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης και την αυξανόμενη εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων. Αντίθετα, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να επιβραδυνθεί, ενώ οι καθαρές εξαγωγές θα έχουν αρνητική συμβολή στην ανάπτυξη κατά την περίοδο 2025-2026.
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, η συνολική τάση είναι πτωτική, με προβλέψεις για 2,1% το 2025, έναντι 2,7% το 2024. Ωστόσο, δεν ισχύει το ίδιο για όλους τους τομείς. Οι τιμές των ενοικίων αυξάνονται με έντονους ρυθμούς, με ετήσιο ρυθμό 10,5%, πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (2,9%). Περίπου το 35% των ελληνικών νοικοκυριών νοικιάζουν τις κατοικίες τους και, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2015, τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα δαπανούν τουλάχιστον το 22% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για ενοίκιο. Συνεπώς, η απότομη αύξηση των ενοικίων μπορεί να ασκήσει πιέσεις στην αγοραστική δύναμη αυτών των νοικοκυριών και να επηρεάσει αρνητικά την πραγματική κατανάλωση. Η έλλειψη επενδύσεων στον τομέα της κατοικίας μετά την οικονομική κρίση έχει περιορίσει τη διαθεσιμότητα στέγης και αποτελεί βασικό λόγο ανόδου των τιμών. Αυτό ενδέχεται να λειτουργήσει ως κίνητρο για την ενίσχυση της οικιστικής κατασκευής στο μέλλον.

Ο τουριστικός τομέας, που αποτελεί κρίσιμο πυλώνα της ελληνικής οικονομίας (άνω του 20% του ΑΕΠ), έχει ανακάμψει ισχυρά μετά την πανδημία. Παρά τις ανησυχίες που έχουν εκφραστεί σχετικά με την υποτίμηση του δολαρίου και τη δυνητική μείωση των τουριστών από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Morgan Stanley δεν φαίνεται να ανησυχεί ιδιαίτερα.
Οι Αμερικανοί τουρίστες αντιστοιχούσαν μόνο στο 7% των τουριστικών εισπράξεων της Ελλάδας το 2024. Επιπλέον, με βάση έρευνα του ΔΝΤ, μια υποτίμηση 10% του νομίσματος της χώρας προέλευσης μειώνει τον όγκο των τουριστών κατά μόλις 1,1%. Δεδομένου επίσης ότι η διαφορά τιμών υπηρεσιών μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας παραμένει μεγάλη, η επίπτωση της αποδυνάμωσης του δολαρίου στις τουριστικές ροές εκτιμάται ως περιορισμένη.
Τέλος, η Ελλάδα ακολουθεί μια σταθερή πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί από 153,6% του ΑΕΠ το 2024 σε 143% το 2026. Η χώρα θα συνεχίσει να επιτυγχάνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ενισχυόμενη από τη δυναμική ονομαστική ανάπτυξη και τη συνεχιζόμενη σύσφιξη της αγοράς εργασίας. Η συνολική εικόνα παραμένει θετική, παρά τις επιμέρους προκλήσεις, και οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν ενθαρρυντικές για τα επόμενα χρόνια.