Να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εμποδίσει νέες πωλήσεις πλοίων ελληνικής ιδιοκτησίας στη Ρωσία, ζητεί ομάδα 36 ευρωβουλευτών από διάφορες χώρες και κόμματα με κοινή επιστολή στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Παράλληλα προειδοποιούν ότι οι συναλλαγές αυτές βοηθούν το Κρεμλίνο να συντηρήσει τον σκιώδη στόλο του και να παρακάμψει το ανώτατο όριο τιμών του πετρελαίου της G7.
Οι ευρωβουλευτές ζητούν επίσης περαιτέρω μέτρα για τον περιορισμό των μεταφορών από πλοίο σε πλοίο, μια τεχνική που χρησιμοποιείται για την απόκρυψη της προέλευσης του εμπορεύματος, και για την αποθάρρυνση των ελληνικών εταιρειών από τη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου.
Η επιστολή εστάλη στο γραφείο του Πρωθυπουργού την προηγούμενη Παρασκευή. «Αυτές οι ενέργειες είναι κρίσιμες όχι μόνο για να περιορίσουν τα οικονομικά μέσα της Ρωσίας για να συνεχίσει τον πόλεμο της κατά της Ουκρανίας, αλλά και για να αποτρέψουν τις περιβαλλοντικές απειλές και τις απειλές για την ασφάλεια, στις οποίες η χώρα σας, ως θαλάσσιο έθνος, έχει ήδη εκτεθεί άμεσα», γράφουν οι ευρωβουλευτές.
Οι ευρωβουλευτές επικαλούνται πρόσφατη μελέτη του Brookings, ενός αμερικανικού think tank, που δείχνει ότι περισσότερα από τα μισά πλοία που χρησιμοποιεί ο σκιώδης στόλος της Ρωσίας προέρχονται από δυτικοευρωπαίους ιδιοκτήτες, με την Ελλάδα να είναι «μακράν ο πιο συχνός πωλητής». Τα ευρήματα συμφωνούν με προηγούμενη μελέτη της ερευνητικής υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
«Τέτοιες ανεύθυνες ενέργειες, με στόχο το οικονομικό κέρδος, όχι μόνο συμβάλλουν άμεσα στα δεινά του ουκρανικού λαού, αλλά υπονομεύουν επίσης την ευρωπαϊκή και την ελληνική ασφάλεια, προκαλώντας μεταξύ άλλων περιβαλλοντικούς κινδύνους», δήλωσε ο Πέτρας Αουστρεβίτσιους, ο λιθουανός φιλελεύθερος ευρωβουλευτής που προώθησε την κοινή επιστολή.
Ενας εκπρόσωπος δήλωσε: «Οι ελληνικές Αρχές κάνουν τα πάντα για να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τις κυρώσεις και να αποτρέψουν οποιαδήποτε καταστρατήγηση των κυρώσεων στην επικράτειά τους».

Η Ελλάδα, μια παράκτια χώρα με ισχυρή ναυτιλιακή βιομηχανία, βρίσκεται υπό έλεγχο για τον ρόλο που παραδοσιακά διαδραματίζει στο εμπόριο ρωσικών ορυκτών καυσίμων. Ενώ η δραστηριότητα αυτή έχει μειωθεί σημαντικά λόγω των κυρώσεων της ΕΕ, δεν έχει εξαφανιστεί εντελώς. Ο λεγόμενος σκιώδης στόλος αφορά τα πλοία που χρησιμοποιεί το Κρεμλίνο για να παρακάμψει το ανώτατο όριο τιμών στο ρωσικό πετρέλαιο που έχουν επιβάλει οι δυτικοί σύμμαχοι για να περιορίσουν τη χρηματοδότηση της πλήρους εισβολής στην Ουκρανία. Οι διεθνείς πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου αποτελούν τις σημαντικότερες πηγές εσόδων για τον προϋπολογισμό της Μόσχας.
Κυρώσεις
Ο σκιώδης στόλος αποτελείται από παλιά, ανασφάλιστα δεξαμενόπλοια που εφαρμόζουν παραπλανητικές πρακτικές, όπως η μετάδοση παραποιημένων δεδομένων, η απενεργοποίηση των αναμεταδοτών για να γίνουν αόρατα και η διενέργεια πολλαπλών μεταφορών από πλοίο σε πλοίο για να αποκρύψουν την προέλευση των βαρελιών πετρελαίου τους. Με τον τρόπο αυτό, τα πλοία μπορούν να διαφύγουν από τον έλεγχο της G7 και, συνεπώς, από το ανώτατο όριο τιμών πετρελαίου που έχει επιβληθεί.
Η πολιτική πίεση για την πάταξη του στόλου αυξήθηκε με την πάροδο του χρόνου ύστερα από μια σειρά περιστατικών στη Βαλτική Θάλασσα, όπου τα ρωσικής εκμετάλλευσης πλοία κατηγορήθηκαν για σαμποτάζ κατά υποθαλάσσιων καλωδίων.
Σε διάφορα πακέτα κυρώσεων, η ΕΕ έχει βάλει στη μαύρη λίστα 153 πλοία που ανήκουν στον σκιώδη στόλο. Σε όλα αυτά απαγορεύεται η πρόσβαση σε λιμένες και υπηρεσίες της ΕΕ.
«Αναλύουμε διαρκώς τα δεδομένα και τις προτάσεις των κρατών – μελών για πιθανές μελλοντικές καταχωρίσεις πλοίων», δήλωσε εκπρόσωπος της ΕΕ την Παρασκευή, προσθέτοντας ότι οποιαδήποτε πρόσθετη καταχώριση θα πρέπει να εγκριθεί ομόφωνα από το Συμβούλιο.
Παρά το ευρύ φάσμα των κυρώσεων, το μπλοκ δεν έχει εισαγάγει μια απλή απαγόρευση της πώλησης ή της μεταβίβασης ιδιοκτησίας δεξαμενόπλοιων στη Ρωσία. Αντιθέτως, οι εταιρείες και τα άτομα της ΕΕ υποχρεούνται να κοινοποιούν τις συναλλαγές αυτές εάν ο δυνητικός αγοραστής συνδέεται με τη Ρωσία. «Το σύστημα χαρακτηρισμού που έχουμε θέσει σε εφαρμογή καθιστά τα πλοία πολύ λιγότερο ελκυστικά ακόμη και στη διεθνή αγορά, οπότε αυτό αυξάνει το κόστος για τη Ρωσία να χρησιμοποιεί αυτά τα πλοία και σημαίνει ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει με τον συνήθη επιχειρηματικό της τρόπο», δήλωσε ο ίδιος εκπρόσωπος της ΕΕ.
