Το θέατρο που έπαιζε αμέσως μετά τη δολοφονία της συζύγου του Καρολάιν μέσα στη μεζονέτα τους στα Γλυκά Νερά, περιέγραψε σήμερα στην κατάθεση του ο πρώτος μάρτυρας που κατέθεσε στη δίκη με κατηγορούμενο τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο.
Πρόκειται για τον αστυνομικό Χρήστο Βαρδίκο, ο οποίος μαζί με άλλους συναδέλφους του είχαν σπεύσει στη μονοκατοικία, καθώς είχαν λάβει κλήση για βοήθεια από τον κατηγορούμενο που τους ενημέρωνε ότι ο ίδιος και η οικογένειά του είχαν πέσει θύμα αδίστακτων ληστών.
Ο μάρτυρας αστυνομικός αφού περιέγραψε στο ακροατήριο το σκηνικό της φρίκης που αντίκρισε μέσα στη μεζονέτα – τη Καρολάιν νεκρή, τη μικρή Λυδία πάνω στο σώμα της και το σκύλο της οικογένεια δολοφονημένο – είπε για τον κατηγορούμενο: «Μόλις τον λύσαμε έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να ακουμπάει τη γυναίκα (την Καρολάιν) σε κατάσταση να δει τι έχει συμβεί. Την κουνούσε και ρωτούσε αγάπη μου είσαι καλά;»
Ακόμη σύμφωνα με το κ. Βαρδίκο εκείνες τις ώρες ο κατηγορούμενος «έκανε κάποιες ενέργειες ότι βρισκόταν σε σοκ και ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά». Συνεχίζοντας ο μάρτυρας ανέφερε: «Του το έδωσα αλλά επειδή οι κινήσεις του φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό δεξιά αριστερά σαν κούκλα, σαν σε κατάσταση θρήνου, του το πήρα από τα χέρια».
- Πρόεδρος: Δηλαδή πώς ήταν;
- Μάρτυρας: Είπαμε και με τους άλλους συναδέλφους, ότι είτε είναι πολύ σοκαρισμένος, είτε είναι πολύ ψύχραιμος.
- Πρόεδρος: Δηλαδή είδατε μια συμπεριφορά ακραία;
- Μάρτυρας: Έχουμε ξαναδεί συγγενείς θυμάτων, δεν είχα δει ξανά τέτοια αντίδραση.
- Πρόεδρος: Τι σας έκανε εντύπωση δηλαδή;
- Μάρτυρας: Η ψυχραιμία, ή η έλλειψη αντίληψης της κατάστασης.
Το σκηνικό της φρίκης!
Ο κ. Βαρδίκος κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του περιέγραψε καρέ – καρέ όσα είδε όταν έφτασε στη μεζονέτα των Γλυκών Νερών.
Συγκεκριμένα ανέφερε: «Όταν φτάσαμε στο σημείο είδαμε τη γειτόνισσα. Κρατούσε το τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση και ακουγόταν ένας άντρας με πνιχτή φωνή και μας καλούσε σε βοήθεια. Το ένα παραθυρόφυλλο ήταν βγαλμένο στο πάτωμα. Όλα ήταν σαν ψαγμένα. Ακούσαμε τη φωνή να ζητά να ανέβουμε πάνω. Τότε είδαμε ένα μεγάλο σκυλί νεκρό να κρέμεται την κουπαστή. Καταλάβαμε ότι κάτι κακό έχει συμβεί. Οι άλλοι χώροι ήταν επίσης ακατάστατοι, μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο και είδαμε το κρεβάτι ευθεία μπροστά, το θύμα ξαπλωμένο μπρούμυτα, φαινόταν ότι ήταν νεκρή, και τον κατηγορούμενο αριστερά από το κρεβάτι, στο πάτωμα, δεμένος χειροπόδαρα, τα χέρια και τα πόδια μαζί ενωμένα».
Συνεχίζοντας ο μάρτυρας αστυνομικός περιέγραψε στο δικαστήριο: «Είδαμε την κοπέλα δεμένη ήταν νεκρή. Ο κατηγορούμενος κάτω από το κρεβάτι. Ήταν δεμένος. Τα πόδια του δεμένα μεταξύ τους. Τα χέρια μεταξύ τους και όλα μαζί σε εμβρυακή στάση. Είχε ταινία στο στόμα και τα μάτια. Είδαμε το μωρό πάνω στο σώμα της μαμάς του. Η γυναίκα ήταν πισθάγκωνα. Πρώτα λύσαμε το λαιμό και τα χέρια και μετά πήρα το μωρό από πάνω της. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να ακουμπάει τη γυναίκα σε κατάσταση να δει τι έχει συμβεί. Την κουνούσε και ρωτούσε αγάπη μου είσαι καλά; Έκανε κάποιες ενέργειες, έμοιαζε ότι βρισκόταν σε σοκ και μου ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα. Οι κινήσεις του μας φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό σαν κούκλα και προσπαθούσαμε να τον ηρεμήσουμε και να τον απομακρύνουμε».
Ακόμη, ο εν λόγω αστυνομικός χαρακτήρισε περίεργη τη συμπεριφορά του 34χρονου σήμερα κατηγορούμενου, ο οποίος ναι μεν έμοιαζε σοκαρισμένος με την πρώτη ματιά, αλλά αργότερα όταν -όπως είπε- σκέφτηκε όσα έγιναν «έμοιαζε με θέατρο».
Τέλος, ο κ. Βαρδίκος αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι δεν υπήρχαν ίχνη παραβίασης στο σπίτι. «Το παράθυρο ήταν άθικτο, ήταν σαν να έχει βγει και αφεθεί στο πάτωμα. Στο ισόγειο υπήρχε μια κάμερα βγαλμένη και σπασμένη. Υπήρχε πληκτρολόγιο για συναγερμό, δεν ξέρω αν λειτουργούσε» ανέφερε ο μάρτυρας και προσέθεσε: «Μας έκανε εντύπωση που είπε ότι πήρε τηλέφωνο με τη μύτη αφού ήταν δεμένος με τα χέρια μπροστά. Μας είπε ότι χτύπησε το κομοδίνο, έπεσε το κινητό και κατάφερε με τη μύτη να καλέσει την αστυνομία. Όταν το σκεφτήκαμε με ηρεμία ήταν σα να έπαιζε κάποιος θέατρο. Εκείνες τις στιγμές έμοιαζε σαν να μη καταλαβαίνει τι έχει συμβεί. Έμοιαζε σε κατάσταση σοκ. Δεν έκλαψε όταν του είπα ότι η γυναίκα του είναι νεκρή και μου ζήτησε να κρατήσει το μωρό».
O διάλογος Αναγνωστόπουλου με τον αστυνομικό
Μάλιστα στο δικαστήριο πήρε το λόγο ο ίδιος ο κατηγορούμενος για να υποβάλλει ερωτήσεις στον μάρτυρα αστυνομικό:
Κατηγορούμενος: «Με στεναχωρεί που λέτε ότι μετά το συμβάν πήρα την κόρη μου αγκαλιά με είδατε να τρέμω. Σας έδωσα το παιδί να κατέβουμε με ασφάλεια τη σκάλα και για τις επόμενες ώρες είχα την κόρη μου αγκαλιά και μέχρι να έρθουν οι γονείς μου εσείς κρατήσατε το παιδί για ένα δύο λεπτά….Μου έκανε εντύπωση που το λέτε αυτό».
Μάρτυρας: «Το περιστατικό είναι γραμμένο σε υψηλή ανάλυση στο κεφάλι μου. Εγώ είμαι αυτός που σας έφερα κάτι να βάλετε για να μην κρυώνετε και σας έφερα τα παπούτσια σας και σας έδωσα το τηλέφωνο για τους γονείς σας. Το μωρό δεν το πήρατε καθόλου στην αγκαλιά σας .Μετά ήρθε το ΕΚΑΒ αλλά δεν θυμάμαι ποιος το παρέδωσε».
Κατηγορούμενος: «Όταν ήρθε το ΕΚΑΒ ήμουν στο περιπολικό με το παιδί. Κατεβαίνοντας στις σκάλες και στρίβοντας το τελευταίο κομμάτι είπατε ότι δεν είχα καμία αντίδραση όταν είδα το σκυλάκι».
Μάρτυρας: «Δεν είδα κάποια αντίδραση από εσάς. Εγώ δηλώνω την απάθεια και τη ψυχρότητα σε ένα τέτοιο σκηνικό και υποκειμενικά πως θα αντιδρούσα εγώ με ένα νεκρό σκύλο, τη νεκρή γυναίκα και το μωρό επάνω της».
Κατηγορούμενος: «Αυτός ο άνθρωπος που είδατε ήταν σε κατάσταση σοκ που μόλις διαλύθηκε η ζωή μπροστά του…»
Όταν ο Χρήστος Βαρδίκος μιλούσε για τα Γλυκά Νερά
Ο αστυνομικός Χρήστος Βαρδίκος είχε μιλήσει για το φρικτό έγκλημα στα Γλυκά Νερά, στο τρίτο επεισόδιο της σειράς Deep Blue της Ελληνικής Αστυνομίας.
Σύμφωνα με όσα είπε, ήταν ξημερώματα όταν έλαβαν κλήση για βοήθεια. Έφτασαν άμεσα στο σημείο και βρήκαν τη γειτόνισσα που είχε μιλήσει με τον σύζυγο της Καρολάιν, ενώ στη συνέχεια μπήκαν στο σπίτι από το παράθυρο που ήταν παραβιασμένο και κάλεσαν ασθενοφόρο.
Όταν μπήκαν στον χώρο του σπιτιού και κατά την εξερεύνησή του, είδαν αρχικά το σκύλο κρεμασμένο και τότε κατάλαβαν πως «εδώ έχει συμβεί κάτι άλλο, κάτι όχι συνηθισμένο». Στη συνέχεια, ανέβηκαν στη σοφίτα και βρήκαν μισάνοιχτη την πόρτα.
«Oσος καιρός και να περάσει, είναι δεδομένο πως ένα κομμάτι από την καρδιά μου θα έχει μείνει σε αυτό το δωμάτιο», είπε μεταξύ άλλων ο 40χρονος τονίζοντας πως: «Όταν είδα το παιδί, κατέρρευσα συναισθηματικά».