Η ψυχή του “Death Disco” γράφει στο “α” για το νέο “Songs of a Lost World”, το πρώτο άλμπουμ των Cure εδώ και 16 χρόνια.
Λίγες μέρα μετά το listening party για τον νέο δίσκο των Cure στο “Death Disco”, το οποίο κοινοποίησε και η μπάντα στη σελίδα της, ζητήσαμε από τον πλέον αρμόδιο να μας μιλήσει για το “Songs of a Lost World”. Ο Λεωνίδας Σκιαδάς, ο άνθρωπος πίσω από ένα από τα πιο δραστήρια venues της Αθήνας, γράφει στο “α” για τους Cure, τo “απόλυτο πάθος του”, όπως ομολογεί, με αφορμή τον πρώτο δίσκο τους μετά από 16 χρόνια.
“Για πολλούς από εμάς που ζήσαμε τη δεκαετία του 80 οι Cure είναι κάτι παραπάνω από ένα συγκρότημα. Είναι ο τρόπος που διαμορφώθηκε η αισθητική μας. Είναι ο τρόπος που περάσαμε από την εφηβεία στην ενηλικίωση. Είναι ο τρόπος που σμιλευθήκαν οι σχέσεις μας. Είναι ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας.
Είναι όλα αυτά που διαμόρφωσαν το παρελθόν και το παρόν μας. Και ήρθε φέτος το “Songs of a Lost World” για να μας προβάλει φωτογραφίες από το τέλος που μας περιμένει: Left alone with nothing.
Μην με παρεξηγήσεις. Πάντα ο Robert ήταν ο αρχηγός στο βασίλειο της καρδιάς μας. Ακόμα και στις μέτριες μέρες του, ήταν πάντα ο αγαπημένος μας Robert που μας έχει κάνει αυτά τα – αντικοινωνικά, ψυχολογικά ασταθή, ανασφαλή αλλά αληθινά – όντα που είμαστε. Ήταν αυτός που πηγαίναμε στις συναυλίες του σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, όχι τόσο για να ακούσουμε live τα τραγούδια του – τα έχουμε ακούσει άλλοστε δεκάδες φορές, αλλά κυρίως για να τον δούμε, να σηκώσουμε το χέρι μας ανάμεσα στο πλήθος για να τον χαιρετήσουμε, να μελαγχολήσουμε με τις αναμνήσεις μας και να του πούμε “είμαστε ακόμα εδώ Robert, συναντιόμαστε ξανά και είσαι για εμάς πάντα ο ένας και μοναδικός”. Και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ.
Θυμάμαι κάποτε είχε δηλώσει πως είχε πάθει writer’s block και δυσκολευόταν να γράψει στίχους. Έλα όμως, που η ζωή μερικές φορές σε βγάζει από τα αδιέξοδα με τον πιο σκληρό τρόπο. O Robert σε αυτόν το δίσκο δεν μιλάει για πράγματα που δεν έχει ξαναπει. Και μπορεί και να τα έχει πει χρησιμοποιώντας ακόμα καλύτερες λέξεις, ακόμα πιο ευφάνταστες παρομοιώσεις, ακόμα πιο έξυπνα λεκτικά tricks.
Αυτή τη φορά όμως υπάρχει μια ακατανίκητη ειλικρίνεια που σκορπάει στον άνεμο όλα τα παραπάνω. Ο Robert έζησε την απώλεια και πλέον το ρομαντικό πρίσμα μέσα από το οποίο την κοίταζε έχει γίνει θρύψαλα. Και έχει δώσει τη θέση του στη σκληρότητα και τη σάπια οσμή του θανάτου.
Ο Robert δεν είναι πια ο γοητευτικός, εκκεντρικός νέος που ποζάρει με νάζι στο φακό για το εξώφυλλο του Μelody Maker. Δεν είναι αυτός που τον λατρεύουν χιλιάδες teenagers σε όλο το κόσμο που βλέπουν στο make up και το ξασμένο του μαλλί το role model της γενιάς τους. Δεν είναι αυτός που κάνει μια ακόμα απέλπιδα προσπάθεια να φανεί relevant με το κύμα της εποχής φτιάχνοντας ένα ακόμα hit single. Ο Robert είναι 65 χρονών, δεν τον νοιάζουν πια όλα αυτά. Το μόνο που τον νοιάζει είναι το να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, με τη τέχνη του και τα συναισθήματα του. Και να δίνει τις μάχες που πιστεύει πως αξίζει να δώσει. Και όταν το νιώθει, να γράφει για όλα αυτά και να βγάζει δίσκους. Όταν το νιώθει. Και όταν το θέλει.
Είναι μια σπουδαία εποχή για τους fans των Cure γιατί, επιτέλους, ο Robert θέλησε. Και έβγαλε τον καλύτερο δίσκο από την εποχή του “Disintegration”. Kαι κοιτά να δεις, που τώρα που οι Cure δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή για να είναι relevant με το κύμα της εποχής, φαίνεται πως αυτό το ίδιο κύμα προσπαθεί να γίνει relevant με τους Cure.
Οι Cure επέστρεψαν. Και ο Robert δεν είναι πια ο βασιλιάς μόνο της δικιάς μας καρδιάς. Αυτή τη φορά όσοι έχουν μάτια, όσοι μπορούν ακόμα να έχουν επαφή με τα συναισθήματα τους, μπορούν να δουν το στέμμα του. Και ας είναι θαμπό, και ας είναι τα ρούχα του σκισμένα και το ρίμελ του να τρέχει από τα μάτια άτακτα ανάμεσα στις ρυτίδες. Όμως είναι ο πιο ανθρώπινος και ειλικρινής βασιλιάς που έχουμε συναντήσει εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Και πλέουμε σε πελάγη ευτυχίας διότι η κρυφή μας ελπίδα πως κάποια μέρα θα τον ξαναδούμε στην θέση που του αρμόζει επιτέλους πραγματοποιήθηκε”.