Ο «καρνάβαλος» ήταν το πρώτο αστικό λεωφορείο που συνέδεε την γραμμή Ναυπάκτου – Άνω Χώρας. Δεν μετέφερε μόνο ανθρώπους και εμπορεύματα, αλλά και ζώα. Το ταξίδι ήταν μια αξέχαστη εμπειρία μέσα από χωματόδρομους, λάσπες και επικίνδυνες στροφές.
Το θρυλικό λεωφορείο έγινε διάσημο όταν πρωταγωνίστησε στην βρετανική πολεμική ταινία “Escape to Athena” (1979) του σκηνοθέτη George P. Cosmatos και ηθοποιούς τους Roger Moore, David Niven, Telly Savalas, Elliott Gould και Claudia Cardinale.
Στην ταινία “Απόδραση στην Αθήνα”
Οι ντόπιοι όμως έχουν να διηγηθούν και άλλες μοναδικές ιστορίες. Μια τέτοια δημοσίευσε ο Γιώργος Γκέκας στην ομάδα “Αιτωλία και Ακαρνανία στο πέρασμα του χρόνου”:
Μεταπολεμικά, στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ο «Καρνάβαλος» αντικατέστησε και έσβησε από το χάρτη τον αγωγιάτη στη ορεινή Ναυπακτία και Δωρίδα αλλά και σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Ο «Καρνάβαλος» ήταν ένα ιδιότυπο φορτηγο-επιβατικό λεωφορείο που στεκόταν ψηλά από το έδαφος για να μην βρίσκει σε πέτρες και κολλάει στις λάσπες. Ήταν διαμορφωμένος έτσι ώστε στο μισό μπροστινό μέρος ήταν θέσεις για τους επιβάτες, και στο υπόλοιπο πίσω μέρος φόρτωναν τα κοφίνια, τα τσουβάλια, μπογαλάκια και μερικές φορές κότες, η αρνιά!
Ο καρνάβαλος είχε σχάρα στη οροφή όπου φόρτωναν «παντός φύσεως υλικά». Εκτός από τις τσάντες, βαλίτσες, μπαούλα, φόρτωναν και υλικά οικοδομών (άμμος, τσιμέντα, σίδερα), έπιπλα, ζωοτροφές (τριφύλλι) κ.λ.π. Επίσης πολλά προϊόντα: σακιά με άλευρα, ρύζι, ζάχαρη, διότι δεν υπήρχαν τότε τυποποιημένα προϊόντα. Όλα πωλούνταν με τη σέσουλα και την οκά.
Διέσχιζε ακόμα και φουσκωμένα ποτάμια. Η συγκοινωνία ήταν πάνω από όλα
Επίσης κιβώτια με μακαρόνια, λουκούμια, και μπιτόνια με πετρέλαιο για τις λάμπες φωτισμού. Δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα τότε. Τα πράγματα τα σκέπαζε ένας μουσαμάς για προστασία από τη βροχή και το χιόνι.
Οι ειδικές παραγγελίες φάρμακα, ψωμί, φαγώσιμα, βελόνες, κλωστές, νήματα και κουβαρίστρες για τις γυναίκες του χωριού που έραβαν και κεντούσαν τις κράταγε ο οδηγός διπλά του. Ακόμη και τριφύλλι, για τα ζώα μετέφερε… Να μη πούμε πολλά για τα προικιά κάποιας νύφης ή το φέρετρο ενός νεκρού. Φανταστείτε το φέρετρο στη σχάρα η ακόμα και μεσα στο διάδρομο μεταξύ των καθισμάτων δεξιά και αριστερά…
Συχνά όταν τύχαινε να μην χωράνε όλοι μέσα, ανέβαιναν οι νεότεροι και κρατιόνταν από τα τις πόρτες πατώντας στο σκαλοπάτι που ανέβαινε κανείς στο όχημα! Οι ταχύτητες ήταν μικρές και ο κίνδυνος να πέσουν σχετικά μικρός. Αυτό το όχημα θηρίο –μούγκριζε σαν θηρίο- έκανε τότε δυο και τρεις φορές το χρόνο που παίρνει σήμερα μια συγκεκριμένη διαδρομή.
Πόσοι καρνάβαλοι λειτούργησαν στη περιοχή μας είναι άγνωστο. Γεγονός είναι ότι τα ηρωικά εκείνα οχήματα με τον φοβερό θόρυβο της μηχανής τους, και τις ανύπαρκτες ανέσεις, έκαναν δύσκολες άγονες διαδρομές με μεγάλη η προσφορά στην επιβίωση των ανθρώπων των ορεινών χωριών. Επί δεκαετίες ανηφόριζε φορτωμένο ανθρώπους και πραμάτειες έναν στενό χωματόδρομο όλο στροφές που ήταν περισσότερο κατσικόδρομος πάρα αυτοκινητόδρομος, ειδικά τους χειμωνιάτικους μήνες όταν έβρεχε η χιόνιζε και γίνονται και κατολισθήσεις ήταν και επικίνδυνος.
Οι Οδηγοί
Οι παντός καιρού οδηγοί ήταν δεξιοτέχνες και τολμηροί στους κακοτράχαλους ορεινούς κατά κανόνα δρόμους της εποχής. Μάλιστα έκαναν πολλά παραπάνω από την οδήγηση. Φόρτωναν και ξεφόρτωναν το φορτίο, εισέπρατταν τα κόμιστρα, και ήταν οι αγγελιοφόροι επικοινωνίας μεταδίδοντας παραγγελίες και μηνύματα.
Όταν χάλαγε, τον έφτιαχναν όπως – όπως για να συνεχίσουν το ταξίδι. Οι ηρωικοί αυτοί οδηγοί δεν είχαν την σημερινή άνεση με αερόσακους, υδραυλικό τιμόνι και ABS. Πολλές φορές το χειμώνα έπρεπε να κατέβουν να καθαρίσουν το δρόμο από πέτρες ή κάποιο δένδρο που είχε πέσει η να βάλουν κανένα ξύλο να μη κολλήσουν στις λάσπες και να περάσουν.
Αν ο καρνάβαλος κολλούσε στη λάσπη η στο χιόνι, κατέβαιναν οι επιβάτες όλοι κάτω και οι άνδρες έβαζαν πλάτη να τον σπρώξουν για να ξεκολλήσει. Γι αυτό το χειμώνα πάντα υπήρχε ένα φτυάρι και ένα τσαπί στο καρνάβαλο για αντιμετωπίσουν τα προβλήματα του δρόμου.
Στη διαδρομή πάντα κούναγε και το αστείο ήταν ότι οποίος είχε πέτρες στα νεφρά του έλεγαν «κάνα δυο διαδρομές με το καρνάβαλο θα ταρακουνήσουν και να πέσουν οι πέτρες»!
Ο «Καρνάβαλος» της γραμμής Ναύπακτος – Λιμνίστα – Κοκκινοχώρι – Ασπριάς – Κεντρική – Άνω Χώρα – Κάτω Χώρα, έκανε την τελευταία του διαδρομή το 1983
Η κόρνα
Η κόρνα “έφτανε” στο χωριό πριν από τον καρνάβαλο. “Νάτου άραξε του τσουτσέκ” έλεγε η μαντιλοδεμένη μαυροφόρα η γιαγιά Λεωνίδαινα βάζοντας το χέρι της στο μέτωπο της πάνω από τα φρύδια να αγναντεύει απέναντι στο βουνό το κίτρινο καρνάβαλο του Πάνου που έκανε δρομολόγια Ναύπακτου Τερψιθέας – Ελατού – Γρηγόρι Ελατόβρυση.
Τα μικρά παιδιά ξάπλωναν κάτω στο χώμα και αφουγκράζονταν το έδαφος να ανιχνεύσουν το θόρυβο τη μηχανής του καρνάβαλου. Όταν ο καιρός ήταν άσχημος η αγωνία μεγάλωνε. Γιατί αργεί ; Μην έπεσε κανένα δέμα στο δρόμο; Μη του συνέβη τίποτα κακό; «Μπα, δεν ξέρες καλά μανάρι μ τι οδηγαρας είναι τούτος» έλεγαν οι αισιόδοξοι.
Και ο «οδηγάρας» που γνώριζε την αγωνία των χωριανών κορνάριζε πρόωρα από τη Λέκκα πριν ακόμη αγναντέψει την Τερψιθέα (Βετολίστα).
Ο ερχομός του «Καρνάβαλου» ήταν το γεγονός της ημέρας. Μέσα στο κάθε χωριό «έμπαιναν» και νέοι επιβάτες, τα παιδιά του χωριού, που κρέμονταν από το προφυλακτήρα και τη σκάλα που οδηγούσε στη σχάρα στη οροφή το καρνάβαλου. Όταν οι πιο μεγάλοι τους έβαζαν τις φωνές για να μη πέσουν και τσακιστούν, τα παιδιά το έβαζαν στα πόδια, μόνο για να το ξανακάνουν την επόμενη μέρα.
Σαν έφτανε το λεωφορείο στην πλατεία σχεδόν όλο το χωριό μαζεύονταν γύρα του, ποιοι ήρθανε, τι νέα έφεραν, στην ουσία έπαιρναν μια γεύση απ΄τον έξω κόσμο. Κάτι ήταν και αυτό γι αυτούς που δεν μπορούσαν να φύγουν απ το χωριό.
Το δρομολόγιο
Ο «Καρνάβαλος» δεν ανήκε σε ΚΤΕΛ ήταν ατομικής ιδιοκτησίας. Το δρομολόγιο ήταν καθημερινό. Έφευγε στις 5 το πρωί για να προλάβει και να κάνει σύνδεση το λεωφορείο που έφευγε από τη Ναύπακτο για Αθήνα στις 10 το πρωί. Από τη Ναύπακτο ξεκίναγε 1 το μεσημέρι για την επιστροφή. Δηλαδή οι χωρικοί που επέστρεφαν αυθημερόν στο χωριό είχαν τρεις ώρες καιρό να κάνουν τα ψώνια τους βιαστικά και να πιουν ένα ούζο με κάνα γνωστό.
Στη επιστροφή αγκομαχούσε στον ανήφορο για να φτάσει 5 η ώρα πίσω από εκεί που ξεκίνησε το πρωί. Δηλαδή ο οδηγός δούλευε 12 ώρες για το μεροκάματο.
Ο «Καρνάβαλος» της γραμμής Ναύπακτος – Λιμνίστα – Κοκκινοχώρι – Ασπριάς – Κεντρική – Άνω Χώρα – Κάτω Χώρα, έκανε την τελευταία του διαδρομή το 1983. Παροπλίστηκε, και βρήκε στέγη του στην πάνω πλατεία της Άνω Χώρας.
Ο ιστορικός “Καρνάβαλος” σήμερα θεωρείται συλλεκτικός και είναι κατάλληλος για μουσεία συγκοινωνιών. Τα χωριά αγάπησαν τον καρνάβαλο που εγινε «δικός τους». Συνδέθηκε με τη τύχη τους όσο λίγα άλλα πράγματα, όπως ο παπάς και ο δάσκαλος. Ήταν ο κουβαλητής όλων των αγαθών και ανθρώπων.
Ο καρνάβαλος κράτησε ζωντανή την επαφή των ανθρώπων των χωριών μας με τον «έξω κόσμο» και έκανε τη ζωή στα χωριά πιο υποφερτή.