Ανθεκτικός εμφανίζεται, μέχρι στιγμής, ο ελληνικός τουρισμός στις αναταράξεις από την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ, με τον κλάδο να αναμένει με ενδιαφέρον τη ζήτηση όπως αυτή θα διαμορφωθεί τελικά στα απευθείας δρομολόγια των συνδέσεων με την αμερικανική αγορά, τα οποία πυκνώνουν ουσιαστικά από αυτή την περίοδο στο πλαίσιο των θερινών προγραμμάτων των αεροπορικών.
Μία πρώτη, ενθαρρυντική ένδειξη για τα ταξίδια των Αμερικανών στη χώρα μας σε συνέχεια και της εμπιστοσύνης που έχει χτιστεί τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την πανδημία, είναι η αυξημένη συνδεσιμότητα τη θερινή περίοδο του 2025 με ενίσχυση των προσφερόμενων θέσεων σε εισερχόμενες πτήσεις κατά 18,6% – τη μεγαλύτερη άνοδο στο σύνολο των 5 τοπ αγορών για τον ελληνικό τουρισμό. «Είναι θετικό το γεγονός ότι φέτος έχουν προγραμματιστεί για πρώτη φορά πάνω από 100 πτήσεις σε εβδομαδιαία βάση μέσα στο καλοκαίρι στη σύνδεση με την αμερικανική αγορά», όπως σχολιάζει ο Αρης Ικκος, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), το οποίο καταγράφει, με βάση τα τελευταία στοιχεία (14/4), πάνω από 727.000 προγραμματισμένες θέσεις σε εισερχόμενες πτήσεις από τις ΗΠΑ, την περίοδο έως τον Οκτώβριο.
Στη μεγάλη εικόνα, η πορεία του ελληνικού τουρισμού φέτος παραπέμπει, παρά το χλιαρό ξεκίνημα της σεζόν, σε θετικό πρόσημο παρά τις -δεδομένες- εστίες προβληματισμού από το εξωτερικό και το εσωτερικό. Ετσι, τέσσερις εξωγενείς παράγοντες, όπως παρατηρούν οι τουριστικοί φορείς αλλά και η ίδια η ΤτΕ είναι αυτοί που μπορεί να επηρεάσουν την προβλεπόμενη θετική πορεία του τουρισμού φέτος: γεωπολιτικές εντάσεις, ισχνή οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, πολιτική αβεβαιότητα σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες που αποτελούν κύριες χώρες προέλευσης τουριστών, αλλά και οι επιπτώσεις της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ.
Οι εκτιμήσεις από ΤτΕ και φορείς
Ξεκινώντας ειδικά από την παράμετρο «ΗΠΑ», ο αυξημένος φετινός προγραμματισμός πτήσεων από εκεί προς την Ελλάδα, σε συνδυασμό με την προσθήκη νέων δρομολογίων αποτελεί «ένα σημαντικό στοιχείο που αποτυπώνει την ανοδική δυναμική από την αγορά των ΗΠΑ προς την Ελλάδα», όπως εκτιμά και η Τράπεζα της Ελλάδος: «Ο ελληνικός τουρισμός ως εξαγωγική υπηρεσία δεν φαίνεται να επηρεάζεται άμεσα από τις αλλαγές πολιτικής των ΗΠΑ και ενδεχομένως παρουσιάζει χαμηλή ευαισθησία στα νέα μέτρα», σχολιάζεται από την ΤτΕ.
Σημειώνεται ότι η αμερικανική αγορά φαίνεται να αυξάνει σταθερά το μερίδιό της στις συνολικές ταξιδιωτικές αφίξεις και εισπράξεις της Ελλάδος την τελευταία δεκαετία (με εξαίρεση, όπως είναι εύλογο, την περίοδο της πανδημίας). Συγκεκριμένα, οι αφίξεις Αμερικανών ταξιδιωτών ως ποσοστό των συνολικών αφίξεων μη κατοίκων στην Ελλάδα, όπως αυτές καταγράφονται από τα στοιχεία της ΤτΕ, αυξήθηκαν από 2,7% το 2014 σε 4,3% το 2024, ενώ αντίστοιχα οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ ως ποσοστό των συνολικών ταξιδιωτικών εισπράξεων της Ελλάδος ανήλθαν από 5% σε 7,3% την περίοδο 2014-2024. Οι ετήσιες εισπράξεις από τις ΗΠΑ, που ανέρχονταν σε 0,7 δισ. ευρώ το 2014, ξεπέρασαν το 1,5 δισ. ευρώ το 2024, ενώ η μέση δαπάνη ανά ταξίδι διαμορφώθηκε στα 1.022 ευρώ το 2024, έναντι 653 ευρώ για τις αφίξεις στην Ελλάδα από τις χώρες της ζώνης του ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ.
Χωρίς να παραβλέπει τον αυξημένο βαθμό αβεβαιότητας, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Παράσχης, με τη διπλή του ιδιότητα και ως διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Αερολιμένα της Αθήνας (ΔΑΑ), έχει σταθεί επανειλημμένα το τελευταίο διάστημα στον αυξημένο αριθμό των πτήσεων από τις ΗΠΑ στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Ο ίδιος μάλιστα στη γενική συνέλευση του ΔΑΑ αναφέρθηκε -πέραν των λοιπών προορισμών- και στη σύνδεση της Αθήνας,για πρώτη φορά με τη Δυτική Ακτή και το Λός Αντζελες από τις αρχές Ιουνίου, ένα σημαντικό ζητούμενο για το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, προσθέτοντας, παράλληλα, ότι στο γενικότερο πλαίσιο οι ενδείξεις για το 2025 διαφαίνονται θετικές.
Από το ΙΝΣΕΤΕ ο κ. Ικκος στέκεται και αυτός στο γεγονός ότι φέτος, από τις 5 σημαντικές αγορές για τον εισερχόμενο τουρισμό, τη μεγαλύτερη αύξηση στις προγραμματισμένες αεροπορικές θέσεις (+18,6%) καταγράφουν οι ΗΠΑ. Ειδικότερα, στο top των σημαντικότερων τουριστικών αγορών εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα, η αύξηση των θέσεων είναι κατά 2,7% από τη Γερμανία, κατά 3,1% από το Ηνωμένο Βασίλειο, από τη Γαλλία σημειώνεται μείωση της τάξης του 3% και αύξηση κατά 4% από την Ιταλία. Ο κ. Ικκος επισημαίνει ότι το διάστημα μέχρι πριν από τις ανακοινώσεις του προέδρου Τραμπ υπήρχε σαφώς μεγαλύτερη αισιοδοξία και σιγουριά για την πορεία του ελληνικού τουρισμού φέτος, όσον αφορά γενικότερα τον εισερχόμενο τουρισμό, είτε αφορά τις ΗΠΑ είτε όχι.
Ωστόσο, με τα νέα δεδομένα υπάρχει μια γενικότερη αβεβαιότητα που εκτείνεται ακόμη και πέρα από την αμερικανική αγορά, εξετάζοντας διάφορους, ευρύτερους δείκτες, όπως την ψυχολογία του ταξιδιωτικού κοινού και το πώς θα διαμορφωθεί η οικονομική του κατάσταση, κάτι που αναμφίβολα επηρεάζει και τη δυνατότητά του να ταξιδέψει. Υπάρχουν λοιπόν και οι πιθανές επιπτώσεις στον βαθμό που η πολιτική του προέδρου Τραμπ θα επηρεάσει αντίστοιχα τις ευρωπαϊκές αγορές.

Σε σχέση με την αμερικανική αγορά, ο κ. Ικκος αναφέρει ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ο εισερχόμενους τουρισμός από τις ΗΠΑ «τρέχει» με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σύγκριση με άλλες χώρες «έχοντας φτάσει να είναι σε επίπεδο εσόδων, η τρίτη μεγαλύτερη αγορά της Ελλάδας μετά τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, μπροστά από Γαλλία και Ιταλία. Η συγκεκριμένη αγορά έχει ανοίξει ειδικά τα τελευταία χρόνια, όταν υπήρξε μια πολιτική να προσελκύσουμε περισσότερες απευθείας πτήσεις από Αμερική και περισσότερο μετά το 2022, με αποτέλεσμα φέτος το καλοκαίρι να έχουν προγραμματιστεί πάνω από 100 απευθείας πτήσεις από την Αθήνα προς προορισμούς των ΗΠΑ σε εβδομαδιαία βάση».
Οι δαπάνες και η ψυχολογία
Οι φορείς του κλάδου φαίνεται ότι τοποθετούν ψηλότερα τους παράγοντες «δαπάνες» και «ψυχολογία» ως πηγή προβληματισμού για φέτος παρά τον παράγοντα «ΗΠΑ», κάτι που φάνηκε και στο φετινό Φόρουμ των Δελφών.
Οι δαπάνες των διεθνών επισκεπτών θα φτάσουν τα 2,1 τρισ. δολάρια, ξεπερνώντας το προηγούμενο ρεκόρ των 1,9 τρισ. δολαρίων που είχε σημειωθεί το 2019, με την απασχόληση να αυξάνεται κατά 14 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, στα 371 εκατομμύρια συνολικά, νούμερο μεγαλύτερο από τον πληθυσμό των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΞ, «ο σημαντικότερος προβληματισμός για εμάς έχει να κάνει περισσότερο με το πόσα τελικά θα ξοδέψουν οι ξένοι επισκέπτες που θα έρθουν στην Ελλάδα, γιατί διαπιστώνουμε ότι η δαπάνη στους προορισμούς βαίνει χαμηλότερη – έρχονται περισσότεροι αλλά τελικά ξοδεύουν λιγότερα».
Στο Φόρουμ των Δελφών, αναφερόμενος στην επίπτωση της τρέχουσας συγκυρίας στον τουρισμό, ο Ευτύχης Βασιλάκης, πρόεδρος της Aegean, σημείωσε: «Στον βαθμό που η παρούσα κατάσταση δεν λάβει μόνιμα χαρακτηριστικά, ο ελληνικός τουρισμός δεν φαίνεται να πλήττεται, αλλά ούτε και έχει κάτι να φοβάται, τουλάχιστον για την ώρα. Σήμερα οι προκρατήσεις από την Αμερική, αλλά και συνολικά, δεν δείχνουν να έχουν επηρεαστεί, ενώ η όποια δυνητική βραχυχρόνια επίπτωση μπορεί να προέλθει μόνο από την επίπτωση στην ψυχολογία του επιβάτη. Η μόνη μικρή ανάσχεση, που όμως δεν κράτησε και πολύ, προήλθε λόγω της κατάστασης στη Σαντορίνη», όπως ανέφερε ο πρόεδρος της μεγαλύτερης εγχώριας αεροπορικής.
Μια ακόμη πτυχή ως προς τα… απόνερα της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ, συνολικά όμως για τον ευρωπαϊκό τουρισμό -που αποτελεί ούτως ή άλλως και τη βασικότερη δεξαμενή εισερχόμενου τουρισμού για τη χώρα μας- είναι μια γενικότερη εκτίμηση ότι υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο το ευρωπαϊκό κοινό να γυρίσει την πλάτη στην Αμερική και να υπάρξει μεγαλύτερη εσωστρέφεια για ταξίδια εντός Ευρώπης.
Στην περίπτωση αυτή εκτιμάται ότι μπορεί να ευνοηθούν οι καλοκαιρινοί προορισμοί του ευρωπαϊκού Νότου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση του ξενοδοχειακού κολοσσού της Accor, με ισχυρή παρουσία και στη χώρα μας, ότι το τελευταίο διάστημα παρατηρείται «μία πολύ ισχυρή επιβράδυνση» στα ταξίδια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με τις κρατήσεις των Ευρωπαίων για ταξίδια στις ΗΠΑ αυτό το καλοκαίρι να είναι μειωμένες κατά 25%.
ΤτΕ: Τα υπέρ και τα κατά
Συνολικά, ως προς την εικόνα του ελληνικού τουρισμού φέτος σε αυτή τη φάση και με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα, το στίγμα με τα υπέρ και τα κατά της χρονιάς δίνει η Τράπεζα της Ελλάδος. Η ΤτΕ εκτιμά ότι για το τρέχον έτος οι προσδοκίες για τον ελληνικό τουρισμό διαφαίνονται θετικές, παρά τις εξωγενείς προκλήσεις, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις, η ισχνή οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, η πολιτική αβεβαιότητα σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες που αποτελούν κύριες χώρες προέλευσης τουριστών, αλλά και οι επιπτώσεις της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ.
Επιπλέον, εσωτερικές παράμετροι, όπως η όξυνση της αβεβαιότητας λόγω της έντονης σεισμικής δραστηριότητας που παρατηρήθηκε κατά το πρώτο δίμηνο του έτους σε νησιά του Ν. Αιγαίου, η αύξηση των τιμών των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων από τον Μάιο λόγω της χρήσης καθαρότερων και ακριβότερων καυσίμων, καθώς και η επιμονή του πληθωρισμού των υπηρεσιών ενδέχεται να επηρεάσουν την ανοδική τάση του ελληνικού τουρισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι φέτος το Πάσχα και σε συνέχεια της σεισμικής δραστηριότητας στη Σαντορίνη, που ανέκοψε τη ροή νέων κρατήσεων, θα είναι σαφώς πιο ήσυχο όχι μόνο στη Σαντορίνη, αλλά συνολικά στις Κυκλάδες, δεδομένου ότι περισσότερα ξενοδοχεία σε σύγκριση με πέρυσι παραμένουν κλειστά μεταθέτοντας για αργότερα το άνοιγμα.
«Ομως», όπως αναφέρεται από την ΤτΕ, «οι αρχικές ενδείξεις είναι θετικές», με τα νούμερα όπως αποτυπώνονται στα στοιχεία των αεροπορικών αφίξεων στη χώρα στα ανά την Ελλάδα να δημιουργούν θετικό κλίμα. Με βάση τα επίσημα στοιχεία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας για το α’ τρίμηνο του 2025, προκύπτει αύξηση 6,5% στην επιβατική κίνηση στο σύνολο των αεροδρομίων της χώρας (39 αεροδρόμια: 24 ΥΠΑ, 14 υπό τη διαχείριση της Fraport Greece, ΔΑΑ), αγγίζοντας τα 8,63 εκατομμύρια ταξιδιώτες, με οδηγό σταθερά την Αθήνα που βιώνει το τελευταίο διάστημα μια παρατεταμένη τουριστική… άνοιξη.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ΤτΕ, πλεονέκτημα για τον ελληνικό τουρισμό αποτελεί η συνέχιση των επενδύσεων από μεγάλες διεθνείς ξενοδοχειακές αλυσίδες, ενώ και ο προγραμματισμός αεροπορικών θέσεων για την περίοδο Μαρτίου – Οκτωβρίου του 2025 καταγράφει αύξηση της τάξεως του 5%. Βασικοί στόχοι για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού «είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας τιμών σε σύγκριση με τους κυριότερους ανταγωνιστικούς προορισμούς, η αναβάθμιση των υποδομών και η υλοποίηση επενδύσεων για τον εκσυγχρονισμό των καταλυμάτων», όπως αναφέρει η ΤτΕ.
