Εβδομάδες πιθανών εξελίξεων στα εθνικά θέματα αναμένεται να είναι οι επόμενες, στο σκέλος όχι μόνο των ελληνοτουρκικών, αλλά και της αύξησης της ελληνικής κυριαρχίας επί του Ιονίου Πελάγους, καθώς μετά τη δημοσίευση του ΦΕΚ για το κλείσιμο των κόλπων αναμένεται και η σχετική ψήφιση του νόμου για αύξηση των χωρικών υδάτων από τα έξι στα δώδεκα ναυτικά μίλια.
Στην Αθήνα αναμένεται η επίσημη πρόσκληση της Αγκυρας για τον 61ο γύρο των διερευνητικών επαφών, με το χρονοδιάγραμμα να μην είναι απολύτως σαφές. Ιδανικά η ελληνική πλευρά επιθυμεί έναρξή τους μετά την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν στις 20 Ιανουαρίου, ωστόσο είναι προετοιμασμένη και για πρόσκληση με ημερομηνία νωρίτερα τον ίδιο μήνα.
Οι επιφυλάξεις εκ μέρους της Αθήνας είναι δεδομένες, αφενός λόγω της ρητορικής περί «εφ’ όλης της ύλης» συζητήσεων εκ μέρους αξιωματούχων της Αγκυρας, αφετέρου λόγω του αρνητικού προηγούμενου που δημιούργησε η κρίση του «Ορούτς Ρέις», το οποίο, πάντως, για τους επόμενους έξι μήνες θα πλέει σε αποκλειστικά τουρκικά νερά.
Στην Αθήνα είναι απολύτως αντιληπτό ότι πιθανή αποκλιμάκωση δεν οφείλεται τόσο στη βούληση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να δείξει καλή θέληση έναντι της Ελλάδας, όσο στην επιχείρηση γοητείας προς τη Δύση και τη διάθεση να δείξει ότι η Τουρκία μπορεί να διαδραματίσει «εποικοδομητικό» ρόλο. Ο μάλλον άκομψος τρόπος που επέλεξε μέσω Twitter ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου να θέσει την ετοιμότητα της Τουρκίας για διάλογο είναι ενδεικτικός της σπουδής της Αγκυρας και, βέβαια, απαντήθηκε με βάση τις αρχές που θέτει η Αθήνα από τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια. Η Γερμανία παραμένει ο βασικός δίαυλος διευκόλυνσης των επαφών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, ωστόσο και η Ουάσιγκτον, ακόμα και αυτή τη μεταβατική περίοδο, παρακολουθεί την πιθανή εξέλιξη των συνομιλιών.
Μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια που λειτουργεί ως ένας πιθανός ενισχυτικός παράγοντας των ελληνοαμερικανικών σχέσεων (πέρα από εξοπλισμούς και επέκταση συμφωνίας αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας) είναι το Brexit. Αρκετοί στην Ουάσιγκτον βλέπουν την Ελλάδα ως μία από τις χώρες που μπορεί να συνηγορήσουν υπέρ της ανάγκης ενίσχυσης του διατλαντικού δεσμού, μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Εκεί που ουδείς αναμένει οποιαδήποτε ουσιαστική εξέλιξη, αλλά μάλλον επιδείνωση, είναι στο Κυπριακό.
Οι εξοπλισμοί
Eνα σημαντικό σκέλος της διπλωματικής προσπάθειας που κάνει η Αθήνα συνδέεται αδιαμφισβήτητα με τους εξοπλισμούς. Μετά τα γαλλικά μαχητικά Ραφάλ και την επιλογή της Αθήνας να προχωρήσει με τους Ισραηλινούς στο θέμα του διεθνούς αεροπορικού κέντρου στην Καλαμάτα, το πλέον «καυτό» ζήτημα στα χέρια του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι η νέα φρεγάτα του Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.). Από την αμερικανική πλευρά εξακολουθεί να προσφέρεται η MMSC (και η αναβάθμιση των ΜΕΚΟ), ενώ κατέστη σαφές, με έμμεσο πλην σαφή τρόπο, ότι οι «Arleigh Burke» δεν μπορεί να προσφερθούν ως ενδιάμεση λύση.
Οι Αμερικανοί μιλούν περισσότερο για «ικανότητες» (capabilities) και λιγότερο για πλοίο, κάτι που μπορεί να παραπέμπει σε πολλά. Πηγές της «Κ» εκτιμούν ότι από πλευράς πλοίων, οι ΗΠΑ μπορεί να προχωρήσουν στην καλύτερη περίπτωση στην αποδέσμευση κάποιου από τα παλαιότερα Ticonderoga, τα οποία βρίσκονται υπό απόσυρση από το αμερικανικό ναυτικό. Οι Γάλλοι προσφέρουν τέσσερις Belh@rra σε διαμόρφωση πολλαπλών ρόλων και ενδιάμεση λύση την οποία δεν έχουν ακόμη αποκαλύψει. Εκτιμάται ότι πρόκειται πιθανότατα για τις παλαιότερες Λαφαγιέτ. Οι Γάλλοι προσφέρουν και εκσυγχρονισμό των τεσσάρων ΜΕΚΟ από την Thales.
Και οι δύο πλευρές (ΗΠΑ και Γαλλία) προσφέρουν αντιαεροπορική άμυνα περιοχής, αν ζητηθεί, αλλά και τύπου βλημάτων (SM-2, SCALP Naval). Η τρίτη πρόταση, η ολλανδική, αφορά τη ναυπήγηση (στην Ολλανδία) τεσσάρων φρεγατών τύπου Sigma, την αναβάθμιση των ΜΕΚΟ, αλλά και δύο φρεγάτες τύπου Μ, ως ενδιάμεση λύση. Δεδομένου ότι στα δημοσιονομικά έτη 2022 και 2023, ο προϋπολογισμός αναμένεται να είναι σχεδόν μισός σε σχέση με τον σημαντικά αυξημένο του 2021, οποιαδήποτε απόφαση για τη νέα φρεγάτα θα πρέπει να προχωρήσει το αργότερο μέχρι τον Μάιο, ώστε να υπάρχει χρόνος και για τα διάφορα διαδικαστικά βήματα που απαιτούνται.
Drones και UAV «δολοφόνοι»
Αν και πολύ μικρότερου κόστους, εξίσου σημαντικά είναι τα «μίνι προγράμματα» προμήθειας μη επανδρωμένων αεροοχημάτων (UAV). Ηδη το Π.Ν. ετοιμάζεται να αποδεσμεύσει περί τα 25 εκατ. ευρώ για την προμήθεια τεσσάρων UAV τύπου Schiebel, από γαλλική εταιρεία, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για τις ΜΕΚΟ (εν είδει μικρού μη επανδρωμένου ελικοπτέρου). Παράλληλα, προχωρεί η αναβάθμιση των Sperwer του Στρατού Ξηράς ενώ, μετά τη συμφωνία με το Ισραήλ για το αεροπορικό κέντρο στην Καλαμάτα, αναμένονται εξελίξεις στο ζήτημα των συστημάτων αντιμετώπισης UAV, και όχι μόνο. Υπάρχει μια σκέψη μετατροπής των 10-12 εκπαιδευτικών ελικοφόρων T-6, που δεν θα αναβαθμιστούν (ώστε να χρησιμοποιηθούν ως εκπαιδευτικά), σε «δολοφόνους» drones και UAV. Πρόκειται για ένα φιλόδοξο, αλλά σχετικά φθηνό σχέδιο, το οποίο μπορεί να αποδώσει αποτελέσματα γρήγορα και ήδη έχει θεωρηθεί ενδιαφέρον από την ηγεσία και της Πολεμικής Αεροπορίας.