Οι ελληνικές εταιρείες που ζουν τρεις αιώνες και οι περιπέτειές τους – Οι επενδύσεις σε ποτά, τσιγάρα, αλεύρι και ένα ξενοδοχείο

    Ημερομηνία:

    Τι κοινό μπορεί να έχουν μία από τις πιο δημοφιλείς ελληνικές σοκολάτες, ένα από τα πλέον περιζήτητα μπράντι παγκοσμίως, το εμβληματικότερο ξενοδοχείο της Αθήνας, η πρώτη ελληνική αλευροβιομηχανία και ένας κορυφαίος ευρωπαϊκός όμιλος ψηφιακών υπηρεσιών; Κοινό στοιχείο που μοιράζονται όλες αυτές και με μια ιστορική καπνοβιομηχανία, μια σπουδαία βιομηχανία παραγωγής σαπουνιών και υγρών καλλυντικών, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες τροφίμων και τρεις ακόμα ποτοποιίες που διαπρέπουν στις εξαγωγές. Συνολικά πρόκειται για 11 εταιρείες, πασίγνωστες στη συντριπτική τους πλειονότητα εντός και ορισμένες και εκτός συνόρων.

    Η ιστορική τους διαδρομή απλώνεται σε τρεις αιώνες. Ξεκίνησαν δηλαδή όταν τα χερσαία σύνορα της Ελλάδας έφταναν μέχρι τη Θεσσαλία και χωρίς να συμπεριλαμβάνουν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα – περιοχές από τις οποίες ορισμένες από αυτές τις επιχειρήσεις ξεκίνησαν την πορεία τους, προτού καν απελευθερωθούν από τον οθωμανικό ζυγό. Και να ήταν μόνο αυτό… Υπάρχει και μια ξεχωριστή περίπτωση: αυτή της πασίγνωστης αλευροποιίας που έλκει την καταγωγή της στο πολύ μακρινό 1782. Η ιστορία της εκτείνεται δηλαδή σε τέσσερις αιώνες, με την έβδομη πλέον γενιά της οικογένειας των ιδιοκτητών της να βρίσκεται σήμερα στο τιμόνι της.

    Εταιρείες με ονόματα πολύ βαριά σαν ιστορία, που άντεξαν στον χρόνο και γράφουν νέες σελίδες επιτυχίας στην πολυκύμαντη πορεία τους. Για να τα καταφέρουν πέρασαν διά πυρός και σιδήρου, από δύο Βαλκανικούς και δύο Παγκόσμιους Πολέμους, αλλά και μέσα από σφοδρές και παρατεταμένες οικονομικές κρίσεις: τις επίσημες πτωχεύσεις του 1893 επί Χαριλάου Τρικούπη και του 1932 επί Ελευθερίου Βενιζέλου και την πιο πρόσφατη, ανεπίσημη πλην ουσιαστική χρεοκοπία της περασμένης δεκαετίας. Πολλές ταλαιπωρήθηκαν, φλέρταραν με το λουκέτο, τελικά όμως κατάφεραν να επιβιώσουν. Κάποιες άλλαξαν ιδιοκτησία, άλλες επαναπροσδιόρισαν τις δραστηριότητές τους σε διαφορετικά πεδία για να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό. Σημασία έχει ότι το πέτυχαν, παρέμειναν όρθιες στα δύσκολα και συνεχίζουν και σήμερα ακμαίες τη δραστηριότητά τους πρωταγωνιστώντας στην εσωτερική αγορά, με ορισμένες μάλιστα στον τομέα τους να μεγαλουργούν, διαθέτοντας και ισχυρό εξαγωγικό αποτύπωμα.

    Μύλοι Λούλη

    Η ιστορία των Μύλων Λούλη ξεκίνησε το πολύ μακρινό 1782, όταν ο Ζώης Λούλης κατασκεύασε έναν πετρόμυλο στην Αετοράχη Ιωαννίνων. Ο γιος του Ιωάννης ίδρυσε παράλληλα στα Γιάννενα μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της περιοχής.

    Η τρίτη γενιά της οικογένειας μετανάστευσε στα τέλη του 19ου αιώνα στον Βόλο. Τα αδέλφια Χρήστος, Κωνσταντίνος και Νίκος Λούλης εργάστηκαν αρχικά σε μύλους και το 1909 νοικιάζοντας τον ατμόμυλο Ξύδη στον Ανω Βόλο ξεκίνησαν τη δική τους επιχειρηματική δράση. Ιδρυσαν μεγάλο δικό τους εργοστάσιο, το μεγαλύτερο της εποχής, και εταιρεία, τον Κυλινδρόμυλο Αδελφών Λούλη – Ν. Χατζηνίκου & Σία, στη Θεσσαλία. Το 1924 ο μύλος περιήλθε στην πλήρη κυριότητα των αδελφών Λούλη, ενώ συγχρόνως απέκτησαν και το 25% των Μύλων Αλλατίνη στη Θεσσαλονίκη, αλλά μόνο για πέντε χρόνια.

    Μετά την Κατοχή η οικογένεια κατάφερε το 1945 να επαναλειτουργήσει την επιχείρηση και στις 24 Οκτωβρίου του 1951 εισήχθη στο Χρηματιστήριο. Στα επόμενα χρόνια αναπτύχθηκε ραγδαία και λειτούργησε υποκατάστημα στην Αττική. Υπό τη διοίκηση του Κωνσταντίνου Λούλη, το 1978 παραδόθηκε ο νέος μύλος στη ΒΙΠΕ Βόλου και στη συνέχεια ξεκίνησε έντονες εξαγωγές προς Ασία και Αφρική. Το 1988 ανήλθε στη δεύτερη θέση της ελληνικής αλευροβιομηχανίας.

    Το 1993 ίδρυσε το υποκατάστημα Μακεδονίας με έδρα στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, το 1997 εξαγόρασε τη βιομηχανία ζυμαρικών Στέλλα και το 1999 προχώρησε στην εξαγορά μέσω του ΧΑΑ του 52% των μετοχών της ανταγωνίστριας Μύλοι Αγίου Γεωργίου πατώντας πια στην κορυφή της εγχώριας αγοράς. Επίσης, προχώρησε σε επέκταση εκτός Ελλάδας, σε Τίρανα, Σόφια, Βουκουρέστι, με την επωνυμία της να αλλάζει σε Μύλοι Λούλη.

    Το 2007 ο υψηλός δανεισμός του ομίλου ανάγκασε την εταιρεία να αναζητήσει ως στρατηγικό επενδυτή τον αυστριακό όμιλο Leipnik-Lundenburger Invest. Το 2010 τα ηνία της πέρασαν στην 7η γενιά, τον Νίκο Κ. Λούλη, ενώ ξεκίνησε και η λειτουργία του πρώτου βιολογικού μύλου των Βαλκανίων στη Σούρπη. Παρά την κρίση, εγκαινίασε νέα μονάδα στο Κερατσίνι, δυναμικότητας 300 τόνων το 24ωρο. Σήμερα διαθέτει τρεις υπερσύγχρονες μονάδες παραγωγής αλεύρων σε Σούρπη, Κερατσίνι, Βουλγαρία και μια μονάδα παραγωγής πρώτων υλών και μειγμάτων αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής, την Kenfood, στη Θήβα. Ονομάζεται Loulis Food Ingredients, με το 20% να ανήκει στην Αl Dahra Agriculture Spain S.L, ισπανική θυγατρική της ομώνυμης αραβικής (από τα ΗΑΕ).

    Καρέλια

    Τα τσιγάρα της κάπνισαν γενιές και γενιές Ελλήνων θεριακλήδων. Πέρα από το κλασικό Καρέλια φίλτρο, κανονικό και μικρό πακέτο των 10 τσιγάρων και τα τσιγάρα χύμα, που πουλούνταν με τα… γραμμάρια, οι πιο παλιοί θυμούνται κι άλλες μάρκες: Ρεκόρ, Rex, Καρέλια Αγρινίου, τα Σέρτικα Λαμίας -ίσως το πιο βαρύ τσιγάρο του περασμένου αιώνα- και πιο πρόσφατα τα Καρέλια Lights.

    Καπνοβιομηχανία Καρέλια ξεκίνησε τη λειτουργία της στην Καλαμάτα το 1888 από τους Γεώργιο και Ευστάθιο Καρέλια. Τότε ο καπνός έφτανε στη Μεσσηνία με καΐκια. Το 1916 ο εκ των υιών του Γ. Καρέλια, Ανδρέας, έφερε την πρώτη σιγαροποιητική μηχανή. Eκτοτε άρχισε το μεγάλο ταξίδι της οικογενειακής επιχείρησης. Πρώτη μάρκα που λάνσαρε ήταν η Πετρόμπεης, Σιγαρέτα Αφοί Καρέλια.

    Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο απογειώθηκε και κατοχυρώθηκε στις κορυφαίες ελληνικές καπνοβιομηχανίες. Η παραγωγή της στηρίχτηκε κυρίως στα λαϊκά τσιγάρα και τα ημιπολυτελείας. Το 1973 εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Σήμερα είναι η δεύτερη σε μέγεθος καπνοβιομηχανία στην ελληνική αγορά, μοναδική όμως σε ελληνικά χέρια. Πρόεδρός της η Μαργαρίτα-Βικτωρία Γ. Καρέλια και διευθύνων σύμβουλος ο Ανδρέας Γ. Καρέλιας. Παράγει 45 εκατομμύρια τσιγάρα ημερησίως (16.000/λεπτό) και εξάγει προϊόντα σε 50 χώρες κατέχοντας το 0,32% της παγκόσμιας κατανάλωσης.

    Οι διακρίσεις της είναι αναρίθμητες, αλλά αυτό που την ξεχωρίζει στη συνείδηση της ελληνικής κοινής γνώμης, ειδικά τα τελευταία χρόνια, είναι η γενναιόδωρη πολιτική της με σταθερές, αλλά και έκτακτες παροχές προς τους εργαζομένους της. Το 2024 διέθεσε 6 εκατ. ευρώ σε έκτακτες παροχές στους υπαλλήλους της, καθώς και για την ενίσχυση φορέων και ιδρυμάτων σε όλη τη χώρα.

    Σοκολατοποιία Παυλίδη

    Ο Σπυρίδων Παυλίδης ήταν αυτός που έφερε τη σοκολάτα στην Ελλάδα – προφανώς θα μνημονεύεται με ευγνωμοσύνη στο διηνεκές. Το 1841 άνοιξε στη συμβολή Αιόλου – Βύσσης, στο κέντρο της Αθήνας, ένα μικρό ζαχαροπλαστείο. Το «Γλυκισματοποιείον Παυλίδου» παρήγε γλυκίσματα της εποχής, μπακλαβά, λουκούμια και κουφέτα. Σύντομα έγινε σημείο αναφοράς για τους Αθηναίους, αλλά και τους ξένους στρατιωτικούς και διπλωμάτες.

    Από το 1843 ο Σπ. Παυλίδης ταξίδευε σε ευρωπαϊκές πόλεις για να πλουτίσει τις γνώσεις του στα γλυκά. Εκεί γνώρισε τη σοκολάτα και άδραξε την ευκαιρία. Το 1852 παρήγαγε στο ζαχαροπλαστείο του την πρώτη ελληνική σοκολάτα ως ρόφημα. Αργότερα επισκέφτηκε ξανά το Παρίσι και επέστρεψε κουβαλώντας ένα χειροκίνητο μηχάνημα παρασκευής σοκολάτας. Παρασκεύασε την πρώτη σοκολάτα υγείας Παυλίδου το 1860, η οποία κέρδισε αμέσως το χάλκινο βραβείο στην Πανελλήνια Εκθεση Γεωργικών και Βιομηχανικών Προϊόντων, που θεσμοθέτησε ο Ευάγγελος Ζάππας. Ακολούθησαν άλλα 18 σημαντικά διεθνή βραβεία.

    Το 1871 εισήγαγε το πρώτο ατμοκίνητο μηχάνημα παραγωγής σοκολάτας. Κατά τον απόγονό του Δημήτριο Παυλίδη, «το γεγονός εθεωρήθη ως μέγα και ο αθηναϊκός λαός συνωστιζόταν σε ατελείωτες ουρές μπροστά στο εργαστήριο για να θαυμάσει ή να… τρομάξει με την ατμομηχανή». Την Πρωτομαγιά του 1876 μετέφερε το εργαστήριο σε ιδιόκτητο κτίριο στην οδό Πειραιώς 135, όπου βρίσκεται και σήμερα. Εκεί γεννήθηκε η ομώνυμη σοκολατοβιομηχανία.

    Ακληρος ο ίδιος, παρέδωσε τα ηνία της επιχείρησης και την περιουσία του στα πέντε ανίψια του, που αποδείχθηκαν άξιοι συνεχιστές. Η πρωτοκαθεδρία της Παυλίδης διατηρήθηκε επί δεκαετίες. Το 1986 πέρασε στα χέρια του ελβετικού ομίλου Jacobs Suchard, κορυφαίου στα ζαχαρώδη, σοκολάτα και καφέ παγκοσμίως, με την προεδρία της επιχείρησης διαδοχικά στα χέρια της Ασπασίας και του Γεώργιου Παυλίδη. Τελικά, το 1991 πουλήθηκε πάλι στην Kraft General Foods, που ανακαίνισε το εργοστάσιο της οδού Πειραιώς.

    Παπουτσάνης

    Από την κατασκευή του πρώτου ατμοκίνητου εργοστασίου παραγωγής ελαιολάδου και σαπωνοποιείου της Λέσβου από τον Δημήτρη Παπουτσάνη μέχρι τη σημερινή κραταιά ομώνυμη βιομηχανία σαπουνιών και υγρών καλλυντικών, μόλις 155 χρόνια δρόμος! Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1870 και μεταφέρθηκε στον Πειραιά το 1913. Εκεί ξεκίνησε την παραγωγή πράσινου σαπουνιού μπουγάδας και κύβων σαπουνιού Μασσαλίας ευρείας κατανάλωσης. Το 1936 παρουσίασε στην αγορά σαπούνι με άρωμα πασχαλιάς και το πρώτο σε συσκευασία ζελατίνας. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 λάνσαρε το θρυλικό Καραβάκι. Η σαπωνοποιία μεταφέρθηκε στην Κάτω Κηφισιά το 1967, όπου παρασκεύασε το πρώτο της σαπούνι γλυκερίνης. Το 1972 εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

    Με την ανατολή του τρίτου αιώνα της λειτουργίας της, τον Φεβρουάριο του 2001 η Παπουτσάνης εγκαινίασε νέες πρότυπες εργοστασιακές εγκαταστάσεις στη Ριτσώνα. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα, υπερσύγχρονα εργοστάσια παραγωγής σαπουνιών και ξενοδοχειακών προϊόντων προσωπικής περιποίησης στην Ευρώπη, που παράγει 100 εκατομμύρια προϊόντα ετησίως και εξάγει προϊόντα σε 25 χώρες.

    Στα χέρια των Μενέλαου Τασόπουλου και Γεώργιου Γκάτζαρου η εταιρεία στοχεύει φέτος σε διψήφια ανάπτυξη του κύκλου εργασιών – πέρυσι ανήλθε σε 66,2 εκατ. ευρώ- και περαιτέρω βελτίωση της κερδοφορίας της.

    Βασικό στοιχείο της επιτυχίας της, πέρα από την ποιότητα των πρώτων υλών και των καινοτομιών της, αποδείχθηκαν τα γρήγορα αντανακλαστικά και η ικανότητα προσαρμογής της παραγωγής της σε νέα δεδομένα. Οπως την άνοιξη του 2020, όταν με το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού κατάφερε να ανταποκριθεί στην απότομη και τρομακτική εκτόξευση της ζήτησης για αντισηπτικά προϊόντα. Ετσι η σειρά αντισηπτικών Natura αναδείχθηκε Προϊόν της Χρονιάς το 2021.

    «Μεγάλη Βρεταννία»

    Σύμβολο κύρους και πολυτελούς φιλοξενίας, το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», μέλος της The Luxury Collection, βαδίζει φέτος αισίως στο 151ο έτος λειτουργίας στην καρδιά της Αθήνας. Ξεκίνησε το 1874, όταν ο Σάββας Κέντρος μετέφερε το μικρό του ξενοδοχείο στο εμβληματικότερο κτίριο της πλατείας Συντάγματος, το Μέγαρο Δημητρίου.

    Το 1878 συνεταιρίστηκε με τον Ευστάθιο Λάμψα, που είχε σπουδάσει στον τομέα της εστίασης και της φιλοξενίας στο Παρίσι, με έξοδα του Παλατιού. Από τότε άρχισε μια μακρά περίοδος Λάμψα και… λάμψης. Η «Μεγάλη Βρεταννία» μεγάλωσε, με την κατασκευή νέων επιβλητικών φουαγιέ και χώρων επίσημων δείπνων. Στα μυστικά της επιτυχίας ήταν οι καίριες παρεμβάσεις από την Παλμύρα Παλφρουά, μετέπειτα Λάμψα. Το ξενοδοχείο μετονομάστηκε το 1899 σε «Hotel de la Grande Bretagne». Γρήγορα έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές σε προσωπικότητες από κάθε χώρο.

    Το κατώφλι του έχουν διαβεί αρχηγοί κρατών, βασιλείς και άλλες σημαντικές προσωπικότητες. Από την πρώτη συνεδρίαση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής το 1896 μέχρι την έκδοση του πρώτου ανακοινωθέντος του Γενικού Στρατηγείου για την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου το απόγευμα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 και από τα πρώτα ελληνικά Καλλιστεία μέχρι τη φιλοξενία των Ευρωπαίων ηγετών την άνοιξη του 1980 που συνυπέγραψαν την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, το κορυφαίο ξενοδοχείο αναδείχθηκε στον βουβό μάρτυρα της ιστορικής εξέλιξης της νεότερης Ελλάδας.

    Πολιτικές συναντήσεις κορυφής, διεθνείς επαφές, ραντεβού που επηρέασαν την πορεία της Ελλάδας -και όχι μόνο- στις αίθουσες, στα σαλόνια και τις σουίτες του. Αλλά και κοσμικές εκδηλώσεις διεθνούς ακτινοβολίας, επιδείξεις οίκων μόδας, χοροεσπερίδες και αφίξεις διασημοτήτων διαμόρφωσαν τον σύγχρονο χαρακτήρα του. Στον 5ο όροφό του φιλοξενήθηκε στο πρώτο διάστημα της επιστροφής του από το Παρίσι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον Ιούλιο του 1974, σηματοδοτώντας την έναρξη της Μεταπολίτευσης.

    Τσόρτσιλ, Ωνάσης, Μαρία Κάλλας, Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Σιράκ και πολλές ακόμη σημαντικές διεθνείς προσωπικότητες έχουν καταλύσει στις σουίτες του. Σήμερα, τη λειτουργική διεύθυνσή του έχει η Marriott International, Inc., ενώ είναι ιδιοκτησία της Εταιρείας Ελληνικών Ξενοδοχείων Λάμψα Α.Ε., συμφερόντων του ομίλου Λασκαρίδη, εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αθηνών από το 1946. Η Λάμψα Α.Ε., πλην της «Μεγάλης Βρεταννίας», κατέχει στην Αθήνα το γειτονικό «King George» και το μισθωμένο και πλήρως ανακαινισμένο «Athens Capital-MGallery» και στο Βελιγράδι το πολυτελές «Hyatt Regency» και το ιστορικό «Mercure Excelsior».

    Inform Lykos – Austriacard

    Από καλλιτεχνικό τυπογραφείο το 1897, όπως ξεκίνησε τη διαδρομή της ο 29χρονος τότε Παναγιώτης Λύκος, σε μια υπερσύγχρονη ευρωπαϊκή εταιρεία ψηφιακών υπηρεσιών, η Inform Lykos έδωσε το δικό της «παρών» σε πολλά κρίσιμα σημεία της τεχνολογικής εξέλιξης της Ελλάδας. Την ουσιαστικότερη ανάπτυξή της τη γνώρισε τα τελευταία 60 χρόνια. Και συγκεκριμένα από το 1966 με την εκκίνηση της παραγωγής χαρτιού για κομπιούτερ, μετέχοντας σε κοινοπραξία με την επωνυμία Τυπομηχανογραφική ΕΠΕ. Πελάτες της ήταν τράπεζες και δημόσιες αρχές.

    Το 1982 επεκτάθηκε στην πληροφορική και το 1994 εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αθηνών δημιουργώντας νέες υποδομές και χρηματοδοτώντας εξαγορές στη Βόρεια Ελλάδα κ.α. Επένδυσε σε νέα αντικείμενα, όπως οι προσωπικές κάρτες και οι κάρτες συναλλαγών. Το 2000 επεκτάθηκε στη Ρουμανία και το 2007 εξαγόρασε την Austriacard, ανοίγοντας τις προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης. Στα χρόνια της κρίσης προχώρησε σε μεταφορά της έδρας της στη Βιέννη και αναδιοργάνωσε τον όμιλο στο εξωτερικό δημιουργώντας την Austriacard Group (πρώην Lykos AG), ως κυρίαρχη ομπρέλα, με έδρα στην Αυστρία και δραστηριότητες σε δύο κύρια τμήματα: τις κάρτες πάσης φύσεως και τις εκτυπώσεις όλων των ειδών.

    Κομβική στιγμή υπήρξε η διασυνοριακή συγχώνευση και η μετονομασία της σε Austriacard Holdings το 2023, με παράλληλη εισαγωγή στα Χρηματιστήρια Αθήνας και Βιέννης. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο άλλαξε τον πυρήνα της δραστηριότητάς της και σήμερα θεωρείται ένας διεθνής όμιλος ψηφιακών υπηρεσιών, κυρίως στον χρηματοπιστωτικό τομέα και κορυφαίος προμηθευτής και συνεργάτης των λεγόμενων «challenger banks», χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων όπως η Revolut. Και ο πήχης της συνεχώς ανεβαίνει. Σήμερα έχει παραγωγικές εγκαταστάσεις ή και κέντρα προσωποποίησης σε εννέα χώρες και γραφεία πωλήσεων σε 50 χώρες.

    Leader στην εσωτερική αγορά και με ηγετική παρουσία σε Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη στις εκτυπώσεις πάσης φύσεως, στις κάρτες και στο information management division. Συνολικά ο όμιλος, μαζί με τον τομέα καρτών και τις δραστηριότητες στην Αυστρία, απασχολεί περίπου 860 άτομα.

    Μινέρβα

    Από μια μικρή τοπική εταιρεία που ιδρύθηκε το 1887 από τους Δήμο Καρακώστα και Ευάγγελο Γιαννάκο και εμπορευόταν εδώδιμα – αποικιακά προϊόντα, η Μινέρβα εξελίχθηκε σε μια μεγάλη εταιρεία τροφίμων. Πρώτο βήμα, όταν οι δύο συνέταιροι επικεντρώθηκαν το 1904 στο ελαιόλαδο και πλάσαραν στην αγορά τα ελαιόλαδα Μινέρβα και Ρεγγίνα.

    Μετά τη δεκαετία του ’30 εξελίχθηκε σε μια ολοκληρωμένη εταιρεία βιομηχανικής παραγωγής, τυποποίησης και εμπορίας ελαιολάδου. Ηταν η πρώτη που προχώρησε στην τυποποίηση και συσκευασία του ελαιολάδου σε γυάλινο μπουκάλι, με σλόγκαν «Μινέρβα: Το καλύτερον φυσικόν ελαιόλαδον εις φιάλας και δοχεία σφραγισμένα».

    Μέσα από στρατηγικές συνεργασίες, επενδύσεις και εξαγορές, εμπλούτισε το προϊοντικό χαρτοφυλάκιό της. Πέραν του ελαιολάδου, διέθετε στην αγορά και άλλα εμβληματικά brand names βασικών προϊοντικών κατηγοριών τροφίμων (προϊόντα τομάτας, μαργαρίνη, ξίδι, αρτύματα, τυροκομικά, βούτυρο) με υψηλά μερίδια στις επιμέρους αγορές. Το 1977 εξαγοράστηκε από την πολυεθνική Paterson-Zochonis (PZ), εμπορική εταιρεία της Σιέρα Λεόνε, με ελληνικές ρίζες λόγω του συνιδιοκτήτη της Γιώργου Ζοχώνη. Η PZ συνέχισε με έδρα στο Λονδίνο, ενδυναμώθηκε εξαιρετικά και επί των ημερών της η Μινέρβα ξεκίνησαν σημαντικές εξαγορές.

    Στα τέλη του 2019 η εταιρεία άλλαξε ξανά χέρια. Πέρασε στην Ελαία Ζευς Α.Ε., που ελέγχεται από το επενδυτικό Fund Diorama Investments Sicar S.A., υπό τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο και στην οποία συμμετέχει και το Elikonos 2 SCA Sicar. Η νέα ιδιοκτησία ενίσχυσε περαιτέρω την πρωταγωνιστική θέση της Μινέρβα στην ελληνική αγορά τροφίμων και την ισχυρή εξαγωγική παρουσία με δύο ακόμα εξαγορές (Pummaro, Mediterranean Foods). Σήμερα στα εργοστάσιά της στο Σχηματάρι Βοιωτίας και στη Γαστούνη Ηλείας απασχολούνται σχεδόν 200 εργαζόμενοι.

    Μεταξά

    «Μεταξύ μας… Metaxa». Το «ιπτάμενο μπράντι», που δημιούργησε ο Πειραιώτης έμπορος Σπύρος Μεταξάς το 1888, έγινε σήμα κατατεθέν στην ελληνική αλλά και την παγκόσμια αγορά. Η ιστορική Ποτοποιία-Κονιακοποιία Μεταξά ξεκίνησε αμέσως εξαγωγές σε Αίγυπτο και Τουρκία. Με την είσοδο του 20ού αιώνα επεκτάθηκε και στην Αμερική, την πλέον προσοδοφόρα όλων αγορά, στην οποία το 1916 η Μεταξά έστειλε 36.000 κιβώτια. Σήμερα εξάγει σε 40 χώρες, καθώς έχει μια μοναδική διαδικασία παραγωγής, με χρήση αποσταγμάτων άνω των 30 ετών.

    Το έμβλημα της εταιρείας, ο Σαλαμινομάχος, εικονιζόταν σε νόμισμα που βρέθηκε στη θεμελίωση του εργοστασίου στην οδό Αριστείδου 7. Ο Μεταξάς το θεώρησε καλό οιωνό και το αξιοποίησε στην ποτοποιία του.

    Οι ξακουστοί αμπελώνες της Σάμου χαρίζουν το γλυκό Μοσχάτο και δίνουν μια απαλή νότα στο Metaxa, το μυστικό της συνταγής του. Οι αμπελώνες καλλιεργούνται σε μικρές εκτάσεις, στο μέγεθος ενός κήπου, και προστατεύονται με τις παραδοσιακές πεζούλες (πέτρινους τοίχους) που συγκρατούν και αποστραγγίζουν το χώμα. Τα πολύτιμα σταφύλια τους τρυγιούνται παραδοσιακά, αποκλειστικά με το χέρι.

    Την απογείωση της εταιρείας συνέχισαν άξια η σύζυγος του Σπύρου, Δέσποινα, και οι τρεις γιοι του. Αντιμετώπισαν επιτυχώς σειρά από αντιξοότητες όπως οι πόλεμοι, η αμερικανική ποτοαπαγόρευση της δεκαετίας του ’20, η Μικρασιατική Καταστροφή.

    Οι ιστορίες που συνοδεύουν το Metaxa δεν έχουν τέλος. Στους φανατικούς λάτρεις και διαφημιστές του, μεταξύ άλλων, ο Φιντέλ Κάστρο και ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Το 1968 χτίστηκε το σημερινό εργοστάσιο στην Κηφισιά. Η οικογένεια Μεταξά πούλησε τον οίκο το 1989 στην IDV, βρετανικών συμφερόντων, ενώ από το 2000 ανήκει στον όμιλο της Remy Cointreau, που συνεχίζει τη λαμπρή του πορεία. Πάντα υπάρχει ένας άνθρωπος που ονομάζεται «Metaxa Master». Είναι αυτός που προστατεύει ευλαβικά τα μυστικά της παραγωγής του φημισμένου προϊόντος. Σήμερα το ποτό γεννιέται κάτω από το άγρυπνο μάτι του Κωνσταντίνου Καλπαξίδη, του 6ου κατά σειρά Metaxa Master.

    Βαρβαγιάννης

    Εξι γενιές στα χέρια της οικογένειας Βαρβαγιάννη και 165 ολόκληρα χρόνια ζωής μετράει η ομώνυμη ποτοποιία. Ιδρυτής ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης, που το 1860 εγκατέλειψε την Οδησσό και εγκαταστάθηκε στο Πλωμάρι της Λέσβου. Μαζί του έφερε την τέχνη της απόσταξης, αλλά και τον πρώτο αποστακτήρα θεμελιώνοντας τη νέα επιχείρηση.

    Ο εγγονός του, επίσης Ευστάθιος Βαρβαγιάννης, άνοιξε τον δρόμο των εξαγωγών σε Βηρυτό και Αλεξάνδρεια, πρώτα σε βαρέλια, ενώ προχώρησε και στην εμφιάλωση του κλασικού πλέον Ούζου Βαρβαγιάννη μπλε, με την ίδια συνταγή και τη χαρακτηριστική μπλε ετικέτα. Μετά την Κατοχή, ο μοναχογιός του Ιωάννης Βαρβαγιάννης ξαναζωντάνεψε την επιχείρηση.

    Εγκατέστησε νέο μηχανολογικό εξοπλισμό, ημιαυτόματο σύστημα εμφιάλωσης, δημιούργησε δύο νέα αποστάγματα (Ούζο Εύζων, Ούζο Αφροδίτη) και επέκτεινε τις εξαγωγές. Εμεινε στο τιμόνι της επιχείρησης μέχρι το 1987.

    Για 127 χρόνια και τέσσερις γενιές στην εταιρεία ίσχυε η ενός ανδρός αρχή. Τα τρία παιδιά του Ιω. Βαρβαγιάννη άλλαξαν το καθεστώς. Σήμερα συνεχίζει η έκτη γενιά με επτά μέλη. Η ποτοποιία παράγει ετησίως 60.000 κιβώτια 9 λίτρων έκαστο, κινείται συνεχώς ανοδικά και εξάγει σε 26 χώρες. Κατά καιρούς, έχει γίνει στόχος εξαγοράς, ωστόσο η πώλησή της δεν είναι στα σχέδια της διοίκησης. Στο μουσείο της στο Πλωμάρι μπορεί να δει κανείς μέχρι και ιδιόχειρα σημειώματα παραγγελιών του Γεωργίου Παπανδρέου, από τότε που είχε διατελέσει νομάρχης Λέσβου.

    Μαλαματίνα

    Μια οινοποιία με αφετηρία την Τένεδο και με πολλές περιπέτειες στη διαδρομή της που όχι μόνο στάθηκε όρθια, αλλά είναι πλέον ξανά σε τροχιά επιτυχιών αλλάζοντας χέρια σχετικά πρόσφατα. Ιδρυτής της ο Ευστράτιος Μαλαματίνας, που το 1860 στην Τένεδο προχώρησε στην οινοποίηση της ποικιλίας «Τσαούσια», σταφύλια γνωστά για την ποιότητα και το άρωμά τους. Ο γιος του Κωνσταντίνος ίδρυσε οινοποιείο στην Αλεξανδρούπολη εγκαινιάζοντας την παραγωγή ρετσίνας.

    Με τη Συνθήκη της Λωζάννης η οικογένεια έχασε τις ιδιοκτησίες της στην Τένεδο. Ο Κων. Μαλαματίνας ξεκίνησε τότε την παραγωγή του «κρασιού της Ελλάδος» σε νέα οινοποιητική μονάδα στην Αυλίδα. Ο δε γιος του Ευάγγελος, το 1957, εμφιάλωσε το κρασί στο μπουκάλι τύπου φούσκα. Τη δεκαετία του 1960 γεννήθηκε το θρυλικό σήμα με το ανθρωπάκι και το κλειδί. Ο αστικός μύθος ήθελε την ιδέα να ανήκει στον αξέχαστο ηθοποιό Νίκο Σταυρίδη, προσωπικό φίλο του Ευάγγελου και πρωταγωνιστή σε διαφημιστική καμπάνια της Μαλαματίνας.

    Η εταιρεία ακολούθως επέκτεινε τα οινοποιεία της στον Φάρο και τη Ριτσώνα και δημιούργησε στην Ασωπία Βοιωτίας ένα από τα πιο εξελιγμένα σε όλη την Ευρώπη. Τα οινοποιεία της οινοποιούν και αποθηκεύουν 28.000 τόνους κρασί ετησίως. Το εμφιαλωτήριο στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης έχει ικανότητα εμφιάλωσης 50 εκατομμυρίων φιαλών ετησίως.

    Με εξαγωγές σε 37 χώρες, η Μαλαματίνα κατέχει ηγετική θέση στην πώληση της ρετσίνας παγκοσμίως. Οι πωλήσεις της ξεπερνούν τις 13 εκατομμύρια φιάλες ετησίως.

    Και όλα αυτά μολονότι παραλίγο να οδηγηθεί στα βράχια. Το 2019 είχαν ξεκινήσει συζητήσεις με τις πιστώτριες τράπεζες για την υπογραφή σχεδίου αναδιάρθρωσης του δανεισμού της (43,8 εκατ. ευρώ). Τελικά η οινοποιία διασώθηκε στο παρά πέντε, καθώς βρέθηκαν πέντε υποψήφιοι επενδυτές που διεκδίκησαν την οινοποιητική δραστηριότητα. Επελέγη ο όμιλος Mantis, των επιχειρηματιών Αλέξανδρου και Χαράλαμπου Κρομμύδα, που ανέλαβε να καλύψει υποχρεώσεις 13 εκατ. ευρώ, προχώρησε σε ενδιάμεση χρηματοδότηση για να συνεχίσει τη λειτουργία της και δεσμεύτηκε για επενδύσεις 12 εκατ. σε βάθος δεκαετίας. Υπό τη νέα διοίκηση, η Μαλαματίνα από τον Μάρτιο του 2022 ήδη καταγράφει θετικά αποτελέσματα.

    Καλλικούνης

    Η παλαιότερη ελληνική βιομηχανία ποτού, η Καλλικούνης, ξεκίνησε τα βήματά της το 1850 στην Καλαμάτα από τον Γεώργιο Καλλικούνη, με ατμοκίνητο οινοπνευματοποιείο, παράγοντας λικέρ, μαστίχα, ρακί και κονιάκ. Αμέσως ξεκίνησε η σπουδαία πορεία των προϊόντων της σε διεθνείς αγορές και εκθέσεις. Σημείο αναφοράς, η συμμετοχή της στη μεγάλη Παγκόσμια Εκθεση (Exposition Universelle) στο Παρίσι το 1900, όπου κέρδισε το χρυσό βραβείο για τα λικέρ και το μπράντι. Διαβατήριο για την κάβα του περίφημου «Café Anglais», κέντρου καλλιτεχνών στο Παρίσι. Αργότερα στην Καλαμάτα (1905), ο βασιλιάς Γεώργιος απένειμε στον Νικόλαο Καλλικούνη τον Ασημένιο Σταυρό των Ιπποτών, αναγνώριση των υπηρεσιών του στην ελληνική βιομηχανία.

    Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η ποτοποιία αναδιοργανώθηκε βασισμένη πάντοτε στις αυθεντικές συνταγές και τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής. Το 1960 της απονεμήθηκε ο τίτλος του επίσημου προμηθευτή της βασιλικής αυλής και το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το αντίστοιχο έμβλημα σε όλα τα προϊόντα της – τίτλο που μόνο η Μεταξά και η Καλλικούνης κατέκτησαν.

    Σήμερα την ποτοποιία, εγκατεστημένη στη ΒΙΠΕ Καλαμάτας, διευθύνει η πέμπτη γενιά της οικογένειας. Το μπράντι Alexander, παλαιωμένο σε δρύινα βαρέλια, είναι το καμάρι της. Δημοφιλή και η βότκα Status, το ρακόμελο Δεσποτικόν και η Μαστίχα Καλλικούνη. Διαθέτει 50 κωδικούς, εισάγοντας την πρώτη ύλη από το Βέλγιο. Το 30% των πωλήσεών της αφορά τις εξαγωγές. Το ούζο καταγράφει τις υψηλότερες πωλήσεις, εξαγόμενο σε μεγάλες ποσότητες σε Ισραήλ, Καναδά, Γερμανία και ΗΠΑ.

    Φλίγκος

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    Χριστίνα Μπόμπα: «Μαστιγωνόμουν» για πολλά χρόνια, με βοήθησε πάρα πολύ η ψυχανάλυση να το ξεπεράσω

    Η Χριστίνα Μπόμπα προχώρησε σε μια προσωπική εξομολόγηση για την...

    Μεταφέρεις τα ψώνια του σουπερμάρκετ με το αυτοκίνητο; Ποιο είναι το πρόστιμο που σε περιμένει

    Η χρήση του αυτοκινήτου για τα ψώνια της εβδομάδας...

    Σάμαλι νηστίσιμο με άρωμα μαστίχας

    Θα είναι σαν το ραβανί, αλλά θα είναι νηστίσιμο. Το είπαν και...

    Dragon Fruit από την Καλαμάτα – Στην Κυπαρισσία τα πιο πρώιμα καρπούζια στην Ευρώπη

    Η εύφορη γη της Μεσσηνίας παράγει πλήθος προϊόντων αλλά...