Εκτενής αναφορά στο συγκεκριμένο θέμα γίνεται από τον Α.Γ.Κ. Σαββίδη στο κεφάλαιο «Πελοπόννησος και μουσουλμάνοι: Οι αραβικές επιδρομές και οι πληροφορίες των Αράβων συγγραφέων (8ος-13ος αιώνας) στο βιβλίο «ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ», εκδόσεις ΗΡΟΔΟΤΟΣ, 2013. Από το βιβλίο αυτό αντλήσαμε τις πληροφορίες για το σημερινό άρθρο.
Οι αραβικές επιδρομές στον Μοριά (8ος-11ος αιώνας)
Οι δύο πρώτες μαρτυρίες για αραβικές επιδρομές στην Πελοπόννησο, είναι ανακριβείς όπως προκύπτει από νεότερες μελέτες. Το 783/784 οι Βυζαντινοί με επικεφαλής τον πατρίκιο και λογοθέτη Σταυράκιο, εκστράτευσαν εναντίον των Σλάβων εποίκων της Πελοποννήσου, μετά από εντολή της αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας. Ο Μπαρ Εβραίος (ή Ιμπν αλ- Ιμπρί) στο Χρονικό του (13ος αιώνας), αναφέρεται στην εκστρατεία του Σταυράκιου «στη χώρα της Πελοποννήσου, που είχε διατελέσει υπό την κατοχή των Αράβων για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα». Ο συγγραφέας, προφανώς, κάνει λάθος, γράφοντας «Αράβων», αντί για το σωστό «Αβάρων» Η επόμενη μνεία αφορά την εκστρατεία του Κασίμ, γιου του μεγάλου αβασίδη χαλίφη της Μεσοποταμίας Χαρούν αλ- Ρασίντ και κυβερνήτη της επαρχίας Αουάσιμ κατά της Koron. Δεν πρόκειται για την Κορώνη της Μεσσηνίας, όπως εσφαλμένα θεωρήθηκε, αλλά για την Koron (Qurra), το στρατιωτικό αρχηγείο των Βυζαντινών στη μικρασιατική Καππαδοκία.
Έτσι, η πρώτη τεκμηριωμένη γραπτή μαρτυρία που έχουμε σήμερα για αραβικές επιδρομές στην Πελοπόννησο υπάρχει στο «De administrando imperio» του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου (905-959). Σύμφωνα με αυτό «Αφρικοί Σαρακηνοί» βοήθησαν από τη θάλασσα, με ναυτικό αποκλεισμό τους Σλάβους πολιορκητές της Πάτρας, μεταξύ 805 και 807. Πρόκειται για Άραβες επιδρομείς από τη Βόρεια Αφρική (Ifrikiyah), που από ορισμένους θεωρούνται ότι έφεραν το μεγαλύτερο βάρος στην πολιορκία της πόλης. Μετά την αποτυχία της πολιορκίας όμως είναι άγνωστη η τύχη των Σαρακηνών, σε αντίθεση με τους Σλάβους πολιορκητές. Είναι σίγουρο, ότι ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α’ (802-811) μετά τη νίκη των Βυζαντινών, μετέφερε μικρασιατικούς πληθυσμούς και, ανάμεσά τους, τα στρατεύματα των «Καφήρων». Όπως έχει σωστά υποστηρίξει ο P. Lemerle, οι Καφήροι (από την αραβική λέξη Kafir: άπιστος, μη μουσουλμάνος), ήταν συνοριακοί πολεμιστές στη Μικρά Ασία που ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό και προσχώρησαν στους Βυζαντινούς, όπως αναγράφεται και στο «Χρονικόν Μονεμβασίας».
Το 878 ο Βυζαντινός ναύαρχος Αδριανός, «ραθυμότερος… ων και μη έχων ζέουσαν την ψυχήν», όπως γράφει ο Γενέσιος, ενώ είχε ως αποστολή την ενίσχυση των Συρακουσών τις οποίες πολιορκούσαν οι Άραβες της Αφρικής, μην τολμώντας να πλεύσει στην Αδριατική, μόλις έφτασε στο νοτιοανατολικό άκρο της Πελοποννήσου, αγκυροβόλησε με τον στόλο του στο λιμάνι του Ιέρακα, κοντά στη Μονεμβασιά, αναμένοντας, δήθεν ευνοϊκότερους ανέμους για να συνεχίσει την εκστρατεία του. Αντίθετα, το 879 οι Βυζαντινοί με επικεφαλής τον σπουδαίο ναύαρχο Νικήτα Ωορύφα κατατρόπωσαν τους Άραβες της Κρήτης που είχαν αρχηγό τον αρνησίθρησκο Φώτιο, στον Κορινθιακό Κόλπο.
Ο Ωορύφας μετέφερε τα πλοία του από τον Σαρωνικό στον Κορινθιακό Κόλπο ακολουθώντας την τακτική των αρχαίων με τη Δίολκο, μέσω στεριάς δηλαδή. Έτσι, απέφυγε τον περίπλου της Πελοποννήσου και έφτασε στις Κεγχρεές, αιφνιδιάζοντας τους Άραβες. Ο Φώτιος σκοτώθηκε ενώ η καταστροφή των Αράβων ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ακόμα και ο Γ. (Σ) φραντζής (15ος αι.), έγραψε ότι από τότε οι Άραβες της Κρήτης υποχρεώθηκαν να πληρώνουν φόρο για δέκα χρόνια στον βυζαντινό αυτοκράτορα Βασίλειο Α’ τον Μακεδόνα. Το 880, ένας άλλος βυζαντινός ναύαρχος, ο Βασίλειος Νάσαρ (αραβικής καταγωγής ,Νασρ αλ-Κουσούρι), σίγουρα γνωστός… στους λύτες σταυρολέξων, μαζί με τον στρατηγό του θέματος Πελοποννήσου Ιωάννη Κρητικό, νίκησαν έναν ισχυρό στόλο Αφρικανών μουσουλμάνων έξω από τη Μεθώνη, στον καθεδρικό ναό της οποίας αφιέρωσαν αμέσως μετά, τα πλούσια λάφυρα της ναυμαχίας.
Μετά το 900, ο Εμίρης των Σαρακηνών της Κρήτης Αμπντ Αλλάχ Ουμάρ Β’ Ιμπν Σουαγιούμπ, ο «Βάβδελ» των Βυζαντινών επιχείρησε ο ίδιος επιδρομές στον Μοριά, στα χρόνια του διαδόχου του Βασίλειου Α’,Λέοντα Στ’. Τελικά όμως αιχμαλωτίστηκαν από τις δυνάμεις του Στρατηγού του Θέματος της Πελοποννήσου Κωνσταντίνου Τεσσακορακονταπήχεως.
Οι Άραβες στη Λακωνία
Στις αρχές του 10ου αιώνα ο Βίος του οσίου Πέτρου Άργους αναφέρεται σε μουσουλμανικές επιχειρήσεις στον Αργολικό Κόλπο, έξω από το Ναύπλιο. Προφανώς, πρόκειται για τις επιδρομές του στόλου του Εμιράτου της Κρήτης που αναφέρει και ο E. Eickhoff. Πολύτιμες πληροφορίες δίνει και ένα άλλο αγιογραφικό συγγραφικό κείμενο του πρώτου μισού του 10ου αιώνα. Πρόκειται για τη Διήγηση για την ανακάλυψη των λειψάνων του Αγίου Βαλερίου του Επισκόπου, του Βικεντίου του Διακόνου και της Ευλαλίας της Παρθένου, γραμμένη από τον Επίσκοπο Μονεμβασίας Παύλο και σωζόμενο μόνο σε αραβική μετάφραση του ελληνικού πρωτοτύπου.
Παρά τα ιστορικά και φιλολογικά προβλήματα που παρουσιάζει, μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες, ιδιαίτερα για το φρούριο της νοτιοανατολικής Πελοποννήσου στην Ελαφόνησο, «Άσαμπ-αλ-μπακάρ» στα αραβικά, που σημαίνει «εκείνοι οι οποίοι κατέχουν ελάφια/βοειδή». Σύμφωνα με τον Παύλο Μονεμβασίας, το φρούριο ανήκε στους μουσουλμάνους εκείνη την εποχή, πιθανώς στα μέσα του 10ου αιώνα. Πρόσφατα, η Χάρις Καλλιγά σχολιάζει ότι ο Παύλος ήταν Επίσκοπος Μονεμβασίας πιθανώς κατά την πρώτη δεκαετία του 10ου αιώνα και τονίζει ότι μόνο με την ανακάλυψη του πρωτότυπου ελληνικού χειρόγραφου θα δινόταν σαφής απάντηση στη χρονολόγηση της κατοχής του φρουρίου Άσαμπ-αλ-μπακάρ» από τους Άραβες.
Η Χ. Καλλιγά θεωρεί ότι δεν πρόκειται για την Ελαφόνησο, αλλά πιθανότατα για το νησί Δασκαλ(ε)ιό κοντά στη Μονεμβασιά ή την περιοχή Pl.tra ή Bl.tra (στα αραβικά Albiqar). Το Δασκαλ(ε)ιό βρίσκεται μεταξύ των ακρωτηρίων Γέρακας και Κρεμμύδι και σ’ αυτό υπάρχουν ερείπια εκκλησίας και οχυρών, πιθανότατα βενετικών. Κατά μία εκδοχή το όνομά του οφείλεται στο ότι εκεί επί τουρκοκρατίας υπήρχε «διδασκαλείο», κρυφό σχολειό δηλαδή, ενώ σύμφωνα με άλλη, από την ιταλική λέξη scoglio (βράχος, σκόπελος), που μαζί με τις ιταλικές προθέσεις di και da (discoglio, dascoglio από τον βράχο), οδήγησαν με παραφθορά στο τοπωνύμιο Δασκαλ(ε)ιό. (Πηγή: Μιχάλης Σκανδαλίδης, ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ).
Σε άλλο έργο του, την όγδοη από τις «Διηγήσεις Ψυχωφελείς περί εναρέτων και θεοσεβών ανδρών τε και γυναικών», ο Παύλος αναφέρεται πάλι σε Αφρικανούς Σαρακηνούς, οι οποίοι γύρω στα μέσα του 10ου αιώνα (;), συνέλαβαν τρεις μοναχούς που ψάρευαν σε κάποιο παραθαλάσσιο μοναστήρι της Καλαβρίας.
Και σε τρίτο αγιολογικό κείμενο του Παύλου, για τον Βίο των αγίων Κύρου και Ιωάννη των Αναργύρων στη Μονεμβασία, το οποίο σώζεται μόνο σε αραβική μετάφραση, απ’ όπου ο P. Peeters ανασύνθεσε τη λατινική του μετάφραση, μαρτυρείται λεηλασία του κάστρου της Μονεμβασίας από τους Σαρακηνούς της Κρήτης, ίσως στα μέσα του 10ου αιώνα. Τελευταία αναφερόμενη «επαφή» αραβικού στόλου με την Πελοπόννησο, γίνεται γύρω στο 1032, όταν ο στρατηγός Νικόλαος Καραντηνός, καταδίωξε και νίκησε στο «Σικελικόν Πέλαγος», δηλαδή την Αδριατική, στόλο των «Άφρων Σαρακηνών», οι οποίοι είχαν νωρίτερα λεηλατήσει τις ακτές τις Ιλλυρίας
Ιστορικές – γεωγραφικές πληροφορίες για την Πελοπόννησο από τους Άραβες
Οι μουσουλμάνοι, κυρίως Άραβες, συγγραφείς δεν περιορίζονται μόνο σε περιγραφές γεγονότων, αλλά δίνουν και πολύτιμες γεωγραφικές, ιστορικές και άλλες πληροφορίες για την Πελοπόννησο (10ος-13ος), η οποία αναφέρεται ως Belbonesh, Belopunes, Pelopunes (στα τουρκικά Bilubunus), αλλά και ως al Mor(e)ia, Lamor(e)ia, Lamureia, Almura (al-Mora), Lamariyya και Moreh (στα τουρκικά Mora). Στο β’ μισό του 10ου αιώνα ο Ιμπν Χάουκαλ στο έργο του «Κιτάμπ Σουράτ αλ- Αρντ» («Το βιβλίο της μορφής του κόσμου») αναφέρει τις οχυρώσεις και τα διοικητικά τμήματα της Pelopunis ή Zanaka (=στενό πέρασμα). Ακόμα, κάνει μνεία στις ποικίλες ελληνόφωνες φυλές που ζουν στην Πελοπόννησο, τις περίπου 70 ακμάζουσες πόλεις της και τα φρούριά της. Ο Άραβας γεωγράφος αλ- Ιντρίσι (12ος) επισκέφθηκε τον ελλαδικό χώρο γύρω στο 1153.
Αναφέρεται στην Πελοπόννησο ως πλούσιο και μεσογειακό νησί των Ελλήνων με 13 σημαντικές πόλεις και πολλά χωριά και φρούρια, τα οποία αποτυπώνονται στον περίφημο χάρτη του που χρονολογείται από το 1192. Έτσι, μνημονεύει την Kordus (Κόρινθο), την Batra (Πάτρα), την Arkhadia (Αρκαδιά-Κυπαρισσία), την Irouda (Ναβαρίνο), τη Motonia (Μεθώνη), τη μικρή Koronia (Κορώνη), την el-Kedemona (Λακεδαίμονα-Σπάρτη), τη Maliassa (Μονεμβασία, γνωστή στα τουρκικά ως Menekshe), το Argho (Άργος), την Anaboli (Ναύπλιο), το κάστρο Akchala (ανατολικά του Σοφικού), την Gethuria, που άλλοι θεωρούν ότι ταυτίζεται με τα Κύθηρα (τουρκικά Chuna Adasi) και άλλοι με το Γεράκι, τη Hadjiria (το Αγιονόρι), τη Maitha, πιθανότατα τη Μάνη (κατά τον Bon την Καλαμάτα) και την Malaia, το ακρωτήριο του Μαλέα ή τη βυζαντινή πόλη του Έλους.
Ο αλ-Ιντρίσι υπολογίζει την ολική παραλιακή περίμετρο της Πελοποννήσου σε 1.000 μίλια, ενώ αναφέρεται και αυτός στο Sabbaghin, δηλαδή στο Εξαμίλιο. Πολλές από τις αναφορές του αλ-Ιντρίσι πάντως, δεν βασίζονται σε δικές του εμπειρίες, αλλά σε μαρτυρίες προγενέστερων ή συγχρόνων του περιηγητών. Τον αλ-Ιντρίσι συμπληρώνει και «διορθώνει» ο Ισπανοεβραίος περιηγητής Βενιαμίν της Τουδέλας, που επισκέφθηκε μεταξύ 1160 και 1165 την Κωνσταντινούπολη και τον ελλαδικό χώρο, καταγράφοντας με σχολαστική ακρίβεια την παρουσία των εβραϊκών κοινοτήτων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στα τέλη του 13ου αιώνα δύο ακόμα Άραβες αναφέρονται στην Πελοπόννησο. Ο Αμπούλ Φιντά στη «Γεωγραφία» του κάνει σύντομη μνεία της «Κοσμογραφίας» (περ. 1276), αναφέρεται στην al- Moria και την Bilubunus, χρησιμοποιεί δηλαδή και τα δύο ονόματα με τα οποία ήταν τότε γνωστή η Πελοπόννησος στον αραβικό κόσμο.
Επίλογος
Οι περισσότεροι Άραβες συγγραφείς, από το δεύτερο μισό του 10ου αιώνα, ως τα τέλη του 13ου αιώνα, δεν αρκούνται σε περιγραφές γεγονότων, αλλά παραθέτουν και μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες ιστορικές και γεωγραφικές πληροφορίες.
Από το δεύτερο μισό του 10ου αιώνα, η συχνότητα των μουσουλμανικών επιδρομών στα πελοποννησιακά παράλια, μάλλον περιορίστηκε. Ίσως αυτό σχετίζεται και με τη διάλυση του Αραβικού Εμιράτου της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά το 961. Από το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα , οπότε και αποδεδειγμένα χρονολογούνται οι επαφές των Πελοποννησίων και των άλλων Ελλήνων, αλλά και των Λατίνων με τα προοθωμανικά τουρκόφωνα φύλα, αρχίζει μια νέα περίοδος στις σχέσεις του Μοριά με τον ισλαμικό κόσμο. Όπως θα δούμε σε επόμενο άρθρο μας, οι τουρκόφωνοι μισθοφόροι εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Πελοπόννησο μεταξύ 1262-1265, μετά τη μάχη της Πελαγονίας (1259) κι ενώ ο Μοριάς βρισκόταν υπό λατινική κυριαρχία. Η φάση αυτή ολοκληρώθηκε στα τέλη Μαΐου 1460 με την παράδοση του Μυστρά στους Οθωμανούς Τούρκους.
Πηγή: Παναγιώτης Α. Γιαννόπουλος – Αλέξιος Γ.Κ. Σαββίδης, «ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ – ΒΥΖΑΝΤΙΟ – ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΙΑ – ΠΡΩΙΜΗ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΟΔΟΤΟΣ, 2013. Ευχαριστούμε θερμά τον εκδότη του παραπάνω βιβλίου κύριο Δημήτριο Σταμούλη και τον κορυφαίο βυζαντινολόγο, Καθηγητή Πανεπιστημίου κύριο Αλέξιο Γ.Κ. Σαββίδη για την πολύτιμη βοήθειά τους.