Στο κοινό ανακοινωθέν που εξέδωσαν μετά τη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου Δεκεμβρίου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναγνώρισαν ότι η Τουρκία προχώρησε σε μονομερείς ενέργειες και προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και κάλεσαν τον Ύπατο Εκπρόσωπο Ζοζέπ Μπορέλ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποβάλουν έως τη σύνοδο του Μαρτίου, έκθεση σχετικά με τις επιλογές για την ακολουθητέα πορεία, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης των κυρώσεων. Αξιοσημείωτη ήταν και η αναφορά των Ευρωπαίων Ηγετών στο συγκεκριμένο ανακοινωθέν ότι «η ΕΕ θα επιδιώξει να συντονίσει με τις ΗΠΑ τα θέματα που αφορούν την Τουρκία και την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο». Τι μπορεί να σημαίνει αυτός ο εξαγγελθείς συντονισμός;
Υποσκάπτοντας το ΝΑΤΟ
Της Συνόδου του Δεκεμβρίου είχε προηγηθεί μια μακρά περίοδος τουρκικής αποθράσυνσης. Με τον αμερικανικό παράγοντα εξαφανισμένο απ’ την ευρύτερη περιοχή ελέω Τραμπ και απτόητοι από τις γερμανικές νουθεσίες, οι Τούρκοι υπέγραψαν μια παράνομη και γεωγραφικά παράλογη συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με τη Λιβύη ως αντάλλαγμα για την αποστολή μισθοφόρων στο πλευρό του Σάρατζ, κορύφωσαν τις προκλήσεις και τις παραβατικές τους ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, ενώ ενεπλάκησαν ενεργά και στην αζεροαρμενική σύρραξη στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Ταυτόχρονα, προέβησαν σε πλείστες ενέργειες υπονόμευσης του ΝΑΤΟ, προμηθευόμενοι τους S-400 από τη Ρωσία και ζητώντας τη ρωσική και κινεζική συνδρομή στην κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων και μάλιστα σε σεισμογενή περιοχή.
Ήδη από τις τελευταίες μέρες της διακυβέρνησης Τραμπ, οι ΗΠΑ έδειξαν ότι αυτή η παραβατική και αντι-συμμαχική συμπεριφορά της Τουρκίας δεν μπορούσε να γίνει πλέον ανεκτή. Η απόφαση περί μη πώλησης μαχητικών αεροσκαφών F-35 σε αυτήν έγινε τελεσίδικη, οι Τούρκοι απομακρύνθηκαν από το πρόγραμμα συμπαραγωγής τους, ενώ με απόφαση της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών της Αμερικανικής Γερουσίας, επιβλήθηκαν κυρώσεις σε βάρος της Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκίας (SSB) σύμφωνα με τον Ομοσπονδιακό Νόμο CAATSA που αφορά στην αντιμετώπιση των εχθρών της Αμερικής. Οι κυρώσεις αυτές περιλάμβαναν απαγόρευση χορήγησης αδειών εξαγωγών και εξουσιοδοτήσεων στην τουρκική SSB, αλλά και πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και περιορισμούς χορήγησης ταξιδιωτικών θεωρήσεων σε ηγετικά στελέχη της.
Η εποχή Μπάιντεν
Με την έναρξη της νέας αμερικανικής διακυβέρνησης, ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έδειξε τις διαθέσεις του απέναντι στον Ερντογάν, αφού εδώ και δύο μήνες δεν έχει καταδεχθεί να του μιλήσει ούτε καν για να δεχθεί τα τυπικά συγχαρητήρια. Ο δε Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, μια μέρα πριν την ορκωμοσία του νέου Προέδρου, κατηγόρησε τους Τούρκους για αντισυμμαχική συμπεριφορά και δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα εξετάσουν το ενδεχόμενο περαιτέρω κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, κατά την πρόσφατη παρουσία του στην Επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας, όχι μόνο έλαβε ξεκάθαρη θέση υπέρ της Ελλάδας, αλλά και επέκρινε κατηγορηματικά την Τουρκία για παραβιάσεις στον ελληνικό εναέριο χώρο καθώς και παραβάσεις του διεθνούς δικαίου.
Αυτή είναι η στάση των ΗΠΑ για την Τουρκία και την Ανατολική Μεσόγειο, με την οποία δεσμεύτηκαν επισήμως τον Δεκέμβριο ότι θα επιδιώξουν να συντονιστούν και οι Ευρωπαίοι Ηγέτες. Μια στάση που περιλαμβάνει όχι μόνο απερίφραστη καταδίκη της τουρκικής παραβατικότητας με ταυτόχρονη υποστήριξη των ελληνικών θέσεων, αλλά και πράξεις, δηλαδή κυρώσεις. Με αυτήν ακριβώς την στάση δεσμεύτηκαν να συντονιστούν οι Ευρωπαίοι, τόσο σε επίπεδο δηλώσεων, όσο και σε επίπεδο πράξεων.
Αντιστροφή του κλίματος
Ήδη οι δηλώσεις στη Γερμανία φαίνεται να ξεκίνησαν. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στην εφημερίδα Die Zeit ο υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Μίχαελ Ροτ ζήτησε από την Τουρκία να σταματήσει τις προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, ενώ τόνισε ότι «η Ελλάδα πρέπει να γνωρίζει ότι είμαστε στο πλευρό της, όταν η Τουρκία απειλεί την ακεραιότητά της και της Κύπρου», καθώς και ότι «αν κράτη–μέλη της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, προκαλούνται και απειλούνται σχετικά με την ασφάλειά τους, τότε απαιτείται σε αυτό σαφής απάντηση». Ίσως να ακολουθήσουν και άλλες τέτοιες δηλώσεις. Αν βέβαια οι Ευρωπαίοι δεν ξεγελαστούν από την επιχείρηση «Καλό Πρόσωπο» που έχουν ξεκινήσει οι Τούρκοι, στην οποία εντάσσεται και η πρόσκληση του Έλληνα ΥΠΕΞ στην Άγκυρα στα μέσα Απριλίου. Αυτό που περιμένει ωστόσο η ελληνική πλευρά είναι οι πράξεις.
Και δεν είναι τυχαίο ότι ολοένα και περισσότερο η ελληνική διπλωματία προβάλει τον ισχυρισμό ότι όπως οι ΗΠΑ προχώρησαν ουσιαστικά σε εμπάργκο όπλων προς την Τουρκία, έτσι και η ΕΕ, συντονιζόμενη με την αμερικανική κίνηση, θα πρέπει να προβεί σε αναστολή εξαγωγών στρατιωτικού εξοπλισμού προς την Τουρκία, ικανοποιώντας το αίτημα της ελληνικής πλευράς που έχει διατυπωθεί επισήμως μέσω του Έλληνα ΥΠΕΞ ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο.
Έχει εξάλλου ένα λόγο παραπάνω η Ευρώπη από τους Αμερικάνους να το πράξει. Οι Ευρωπαίοι Ηγέτες δεσμεύονται από τις θεμελιώδεις Συνθήκες της ΕΕ πάνω στις οποίες στηρίζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που προβλέπουν ρήτρα αμοιβαίας βοήθειας και συνδρομής και συγκεκριμένα ότι «Σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών» (άρθρο 42 παρ. 7 Συνθήκης της Λισαβώνας). Τα ελληνικά σύνορα είναι και σύνορα της Ευρώπης, συνεπώς όποιος Ευρωπαίος οπλίζει το χέρι του επιβουλέα αυτών των συνόρων, υπονομεύει την Ευρωπαϊκή Ένωση εκ των έσω.
«Όταν οι ΗΠΑ, η παγκόσμια υπερδύναμη, δείχνει λόγω και έργω τόσο αποφασιστική στάση απέναντι στην τουρκική παραβατικότητα, όταν ακόμα και οι μουσουλμανικές χώρες του Αραβικού Συνδέσμου καταδικάζουν ξεκάθαρα την προκλητική και αλαζονική παρέμβαση της ομόθρησκής τους Τουρκίας στις εσωτερικές υποθέσεις τους, τι περιμένουν οι Ευρωπαίοι Ηγέτες» είναι το ερώτημα που τίθεται μετ’ επιτάσεως;
Όταν έχουν ήδη δεσμευτεί ότι θα συντονιστούν με τις ΗΠΑ στο θέμα της τουρκικής παραβατικότητας, όταν δεσμεύονται από τις Συνθήκες που έχουν υπογράψει, η ευθύνη τους πλέον είναι τεράστια σε νομικό, ηθικό και ιστορικό επίπεδο. Πλέον, οι πιέσεις πυκνώνουν και από την στρατιωτική διπλωματία ότι ένα ευρωπαϊκό εμπάργκο όπλων αόριστης διάρκειας προς την Τουρκία είναι το λιγότερο που μπορεί να πράξει αν η ΕΕ θέλει να τηρήσει τα στοιχειώδη προσχήματα και να διασώσει την αξιοπιστία της.