Την 1η Αυγούστου του 1936 το Βερολίνο, δηλαδή η καρδιά της ναζιστικής Γερμανίας, υποδεχόταν τους 11ους Ολυμπιακούς Αγώνες της σύγχρονης ιστορίας. Ηταν μια περίφημη ευκαιρία για τον Χίτλερ να φλεξάρει το απολυταρχικό μεγαλείο του, αλλά πρόβαλε και ως ένας πρώτης τάξεως δίαυλος για να επικοινωνήσει με την οικουμένη τη θεωρία του περί ανωτερότητας της άριας φυλής.
Οχι με κούφια λόγια ή μαραθώνια σε διάρκεια χορογραφημένα παραληρηματικά διαγγέλματα αλλά διαμέσου των απτών ανδραγαθημάτων, των νικών που θα έφερναν οι Γερμανοί πρωταθλητές με τα «ευλογημένα γονίδια» εντός των σταδίων, συντρίβοντας τους αντιπάλους τους. Αν μάλιστα οι τελευταίοι δεν ήταν και λευκοί, τόσο το καλύτερο.
Τη βαρύτητα που είχε δώσει ο Φίρερ και στις δύο όψεις του μεγαλύτερου αθλητικού γεγονότος, το οποίο σημειώνεται πως είχε ανατεθεί από τη ΔΟΕ στη Γερμανία δύο χρόνια πριν από την άνοδο των ναζί στην εξουσία, μαρτυρά από τη μία η απόφασή του να χτίσει από την αρχή ένα φαραωνικών για τα μέτρα της εποχής στάδιο στίβου χωρητικότητας 100.000 θεατών, από την άλλη η ρητή απαγόρευση συμμετοχής στα αγωνίσματα που έθεσε για Γερμανούς αθλητές εβραϊκής καταγωγής.
Ολα θα είχαν πάει ρολόι και οι αγώνες του Βερολίνου θα είχαν αποκρυσταλλωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο όπως ακριβώς τους είχε κατά νου ο Φίρερ -αποτυπωμένοι μάλιστα από τον φακό της Λένι Ρίφενσταλ που έλαβε ως αμοιβή 7 εκατ. δολάρια από τη Γερμανική Ολυμπιακή Επιτροπή για την κάλυψη του γεγονότος- εάν ο Τζέσε Όουενς δεν είχε κατέβει σε εκείνους τους αγώνες με σκοπό όχι να νικήσει, να κατατροπώσει ή να διαμαρτυρηθεί, αλλά, όπως έλεγε, να κάνει εκείνο που ήξερε καλύτερα από όλα. Να αγωνιστεί.
Από το 1986 μέχρι σήμερα
Ο 23χρονος αφροαμερικανός αθλητής, δέκατο παιδί μιας πολύτεκνης οικογένειας αγροτών από την Αλαμπάμα και εγγονός σκλάβου, ένας άνθρωπος που ενσάρκωνε πολλά από όσα ο Χίτλερ και οι θιασώτες του ήθελαν να εξαφανίσουν από προσώπου γης, χρειάστηκε μόνο μια στιγμή για να κάνει τη διεστραμμένη θεωρία του ναζισμού χαρτοπόλεμο. Ο Ουενς έφυγε από το Βερολίνο με τέσσερα χρυσά μετάλλια (100 και 200 μέτρα, άλμα εις μήκος και σκυταλοδρομία 4 Χ 100), όμως ήταν η νίκη του στο αγώνισμα του μήκους και η επικράτησή του επί του Γερμανού πρωταθλητή Λουζ Λονγκ, που τον ανέδειξε σε σύμβολο και του χάρισε μια περίοπτη θέση στο πάνθεον των εμβληματικών αθλητών. Εκείνων που κέρδισαν όχι απλώς έναν αγώνα ή ένα μετάλλιο, αλλά την αιωνιότητα. Στις 4 Αυγούστου του 1936 το άλμα του Οουνες στα 8,06 μέτρα του εξασφάλισε την πρώτη θέση στο ολυμπιακό βάθρο, παρουσία μάλιστα στο στάδιο του Αδόλφου Χίτλερ, ο οποίος απέφυγε να του σφίξει το χέρι.
Εκείνη η κομβική στιγμή -για τον Οουενς αλλά και για τη συνείδηση της ανθρωπότητας- που εγγράφηκε στο DNA της ιστορίας των Ολυμπιακών Αγώνων, δεν θα μπορούσε να μην περιλαμβάνεται σε ένα λεύκωμα που έρχεται να σταχυολογήσει τα 100 κορυφαία στιγμιότυπα της διοργάνωσης, από την αναβίωσή της το 1896 στην Αθήνα μέχρι τους αγώνες του social distancing, εκείνους του Τόκιο πριν από τρία χρόνια. Οι πολύπειροι δημοσιογράφοι της L’ Equipe Ολιβιέ Μαργκό και Ετιέν Μποναμί ανέλαβαν μια δύσκολη αποστολή για λογαριασμό του εκδοτικού οίκου Assouline, με την υπογραφή του οποίου κυκλοφορεί η συλλεκτική έκδοση «The Last Heroes» (μτφ «Οι Τελευταίοι Ηρωες») 50 ημέρες πριν από τους Αγώνες του Παρισιού. Είχαν να ξεδιαλέξουν τις κορυφαίες στιγμές της κορυφαίας (και πιο φωτογενούς) αθλητικής συνάντησης ή, αν προτιμάτε, επιλέξουν τους καλύτερους από τους καλύτερους. Δυσεπίλυτη, αν μη τι άλλο, σπαζοκεφαλιά.
Η αφήγηση των δύο δημοσιογράφων ξεκινά εύλογα από την κοιτίδα των Ολυμπιακών Αγώνων, την Ελλάδα, και μεταφέρει στο σήμερα σπάνια φωτογραφικά στιγμιότυπα από πρώτη διοργάνωση της σύγχρονης ιστορίας στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο το 1896. Και βέβαια δε θα μπορούσε να μην περιλαμβάνει τοτεμικές μορφές των Αγώνων. Οπως τη Νάντια Κομανέτσι, την πρώτη αθλήτρια που πέτυχε το απόλυτο 10άρι στην ενόργανη γυμναστική και έφυγε το 1976 από το Μόντρεαλ με επτά απόλυτες βαθμολογίες, τρία χρυσά, ένα αργυρό κι ένα χάλκινο ολυμπιακό μετάλλιο -μάλιστα στον πίνακα της βαθμολογίας δεν υπήρχε πρόβλεψη για απεικόνιση του 10, αφού θεωρούνταν απίθανο να το πετύχει κάποιος αθλητής και τα δεκάρια της εμφανίστηκαν ως 1,0.
Από τις σελίδες του βιβλίου φυσικά δεν λείπει ο ιστορικός τερματισμός της αείμνηστης Φλόρενς Γκρίφιθ Τζόινερ στη Σεούλ το 1988, όταν κέρδισε τις κούρσες των 100 και 200 μ., κατέκτησε τον τίτλο της πιο γρήγορης γυναίκας στον κόσμο και έθεσε τον πήχη δύο παγκόσμιων ρεκόρ που ακόμα δεν έχουν καταρριφθεί. Υπενθυμίζεται ότι η Φλο-Τζο, όπως ήταν το παρατσούκλι της, πέτυχε τις υπεράνθρωπες επιδόσεις της χωρίς να χρειαστεί να αποχωριστεί ποτέ το σήμα-κατατεθέν της, ήτοι τα νύχια της μήκους 15 εκατοστών.
Καμία εξιστόρηση για τους ήρωες των Ολυμπιακών Αγώνων δεν θα ήταν πλήρης χωρίς τον Γιουσέιν Μπολτ, τον Τζαμαϊκανό που έκανε τις κούρσες των 100 και 200 μ. να μοιάζουν με περίπατο στο δάσος σε τρεις συνεχόμενες Ολυμπιάδες (Πεκίνο, Λονδίνο, Ρίο ντε Τζανέιρο).
Τον Μάικλ Φελπς που επέστρεψε από το Πεκίνο στις ΗΠΑ το 2008 με τις αποσκευές του βαρύτερες κατά οκτώ χρυσά μετάλλια, ή την Dream Team, την αμερικανική ομάδα καλαθοσφαίρισης που έλαβε το εν λόγω προσωνύμιο στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης το 1992 και διατηρεί έως σήμερα ένα εντυπωσιακό ρεκόρ, αφού είναι η μόνη που έχει καταγράψει στο ενεργητικό της μόλις μία ήττα σε Ολυμπιάδα από το 1936 -από την ομάδα της Σοβιετικής Ενωσης το 1972 στο Μόναχο.
Ομως είπαμε. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορεί να γίνονται πιο θελκτικοί και φωτογενείς χάρη στα ουρανομήκη ρεκόρ και τις εξωπραγματικές επιδόσεις, όμως ίσως τελικά το αληθινό νόημά τους να βρίσκεται στον χαρακτήρα των ανθρώπων που ζουν μέσα στα σώματα των υπεραθλητών. Στη διοργάνωση του Μεξικό το 1968 οι Αμερικανοί Ολυμπιονίκες της κούρσας των 200μ. Πίτερ Νόρμαν και Τζον Κάρλος προχώρησαν σε μία συμβολική κίνηση, υψώνοντας στο βάθρο της απονομής των μεταλλίων τη γροθιά τους στον αέρα και στέλνοντας ένα ηχηρό μήνυμα για τα κοινωνικά δικαιώματα, το οποίο μισό αιώνα μετά παραμένει όχι απλώς διαχρονικό αλλά εκκωφαντικά επίκαιρο.