Του Βασίλη Μπεκίρη, τ. Βουλευτή – Υφυπουργού
Η τελευταία διαγραφή του Ευρωβουλευτή Γ. Κύρτσου από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας φέρνει και πάλι στην επικαιρότητα το πολυσυζητημένο θέμα των εδρών. Δηλαδή και πάλι ο λαός διερωτάται σε ποιον ανήκουν οι βουλευτικές έδρες, στο κόμμα με τη σημαία του οποίου εξελέγησαν βουλευτές ή στον ίδιο το βουλευτή; Βέβαια όλοι οι ειδήμονες, Συνταγματολόγοι και λοιποί, συμφωνούν ότι οι έδρες ανήκουν στα κόμματα και όχι στους βουλευτές. Και τούτο διότι ο κάθε ψηφοφόρους δίνει την ψήφο του πρώτα στο κόμμα και μετά στο πρόσωπο του βουλευτή. Μετά από όλα τα ανωτέρω τίθεται το ερώτημα:
Τελικά η βουλευτική έδρα σε ποιον ανήκει; Στο πρόσωπο του βουλευτή ή στο κόμμα με το οποίο εξελέγη ο συγκεκριμένος βουλευτής; Βέβαια, το θέμα αυτό έχει απασχολήσει πολλούς πολιτικούς, συνταγματολόγους και δημοσιολόγους. Οι περισσότεροι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι η βουλευτική έδρα ανήκει στο κόμμα με τη σημαία του οποίου εξελέγη ο συγκεκριμένος βουλευτής και όχι στο πρόσωπο του βουλευτή.
Βέβαια, το κύριο επιχείρημα είναι, ότι ο κάθε βουλευτής εκλέγεται με το συγκεκριμένο κόμμα διότι διαφορετικά εάν το ίδιο πρόσωπο είχε κατέβει στις εκλογές ως ανεξάρτητος, οπωσδήποτε δεν θα είχε εκλεγεί. Και τούτο διότι κανένας και ποτέ τα τελευταία εξήντα τουλάχιστον χρόνια δεν έχει στον τόπο μας εκλεγεί ανεξάρτητος βουλευτής. Μένει, λοιπόν, αυτό το οποίο συμβαίνει στην πράξη να περιβληθεί ως Διάταξη στο υπό αναθεώρηση Σύνταγμα, ώστε να σταματήσει αυτή η ανήθικη πράξη πολλών βουλευτών, οι οποίοι δεν σέβονται ούτε τον εαυτόν τους, αλλά ούτε και τους ψηφοφόρους που τους ψήφισαν. Και τούτο διότι όπως ελέχθη, ο κάθε ψηφοφόρος αρχικά ψηφίζει το κόμμα και μετά τον βουλευτή. Διότι οι συγκεκριμένοι ψηφοφόροι, οι οποίοι εξέλεξαν τον συγκεκριμένο βουλευτή, εάν δεν ήταν υποψήφιος στο συγκεκριμένο κόμμα, δεν θα τον είχαν ψηφίσει.
Για την ιστορία πρέπει να αναφέρω, ότι το θέμα αυτό και προσωπικά με είχε απασχολήσει κατά την μακράν μου κοινοβουλευτική μου θητεία. Σε πολλές συζητήσεις που είχα με μεγάλους πολιτικούς άνδρες, όλοι την άποψη αυτή είχαν υιοθετήσει. Μάλιστα, στην αναθεώρηση του Συντάγματος του 1986 είχα κάνει και σχετική πρόταση, αλλά τότε δεν μπορούσε να συζητηθεί, διότι ήταν περιορισμένος ο αριθμός των άρθρων τα οποία είχαν προταθεί προς αναθεώρηση. Νομίζω ότι το θέμα τώρα έχει ωριμάσει και οι ηγεσίες όλων των κομμάτων απ’ ότι πληροφορούμαι είναι έτοιμες να το αποδεχθούν, ώστε να σταματήσει αυτή η ανήθικη πορεία ορισμένων Βουλευτών που καταπατούν την ψήφο των αγνών ψηφοφόρων.