«Έρχεται ο νάκα, έρχεται ο νάκα»! Αυτό φώναζαν οι μεγαλέμποροι μπαχαρικών στη Σουράτ και τη Βαλοντάρα, τα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της πολιτείας Γκουτζαράτ στην Ινδία, όταν έβλεπαν τον Ντιρουμπάι Αμπάνι. Ο τότε πρόεδρος της Reliance Commercial Corporation, και ιδρυτής της δυναστείας που έχει φέρει την οικογένειά του στους πιο πλούσιους του κόσμου, είχε αυτό το παρατσούκλι, το οποίο κανείς βέβαια δεν τολμούσε να πει μπροστά του: ο «μύτης». Νάκα είναι η μύτη στη γλώσσα γκουτζαράτ, την μητρική του Αμπάνι.
Ο Αμπάνι συνήθιζε όταν πήγαινε πάνω από τα μεγάλα τσουβάλια με τα μπαχαρικά να παίρνει μεγάλες ανάσες. Σα να ήθελε να ρουφήξει το κύμινο, το σκόρδο, το μάραθο, τον άνηθο, και κυρίως το τσίλι, την καυτερή πιπεριά, που ήταν έτοιμοι να του πουλήσουν οι έμποροι. Η πρώτη ενασχόλησή του ήταν με τα μπαχαρικά. Είχε, όμως, στο μυαλό του κάτι πολύ πιο μεγάλο. Μια επανάσταση. Η μύτη του οσμιζόταν με την ίδια ευκολία και το χρήμα, εκτός από την ποιότητα των μπαχαρικών.
Γεννημένος σ’ ένα χωριό στην επαρχία του Γκουτζαράτ, με πατέρα δάσκαλο στοιχειώδους εκπαίδευσης, ο Ντιρουμπάι Αμπάνι βρέθηκε από μικρή ηλικία στο Άντεν της σημερινής Υεμένης. Τότε βρετανική αποικία, με μια τεράστια ναυτική βάση που «έλεγχε» το δρόμο προς τις Ινδίες, το Άντεν δίδαξε στον πατέρα Αμπάνι το εμπόριο και την ζήτηση για μπαχαρικά. Έτσι, λοιπόν, όταν το 1958, σε ηλικία μόλις 25 ετών, επέστρεψε στην πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στη Μουμπάι -που τότε ακόμα λεγόταν Βομβάη- με αυτό καταπιάστηκε πρώτο. Έφτιαξε μια εταιρία μαζί με τον δεύτερο ξάδελφό του, τον Tσαμπακλάλ Νταμανί. Ο Μουκές, ο πρωτότοκος γιος του, ήταν βρέφος ακόμα όταν η οικογένεια πήρε το δρόμο της επιστροφής. Ο Ντιρουμπάι, όμως, ήταν έτοιμος να ρισκάρει. Και ξεκίνησε την επανάσταση από τα μπαχαρικά που έστελνε στο Άντεν: Αύξησε την ποιότητα και μείωσε την τιμή, αποδεχόμενος μικρότερο περιθώριο κέρδους. Πολύ σύντομα δικαιώθηκε. Οι προμηθευτές έκαναν ουρά για να πάρουν απ’ αυτόν.
Τα λεφτά που μάζεψε τα έριξε στην πρωτοποριακή του ιδέα: Υφάσματα από πολυεστέρα. Από κλωστές φτιαγμένες από πολυεστέρα, για την ακρίβεια. Στην Ινδία της δεκαετίας του
1960, που υπερηφανευόταν για την μακραίωνη παράδοση των βαμβακερών της υφασμάτων και τροφοδοτούσε μέχρι και τους ράφτες της Σάβιλ Ρόου στο Λονδίνο, το να πουλήσεις υφάσματα από πολυεστέρα ισοδυναμούσε με ιεροσυλία. Κι όμως…
Ο ξάδελφος επέμενε να μείνουν στα μπαχαρικά, αλλά ο Ντιρουμπάι ήταν τόσο σίγουρος για την ιδέα του που αποφάσισε να χωρίσουν την επιχείρηση, ο ίδιος κράτησε το εμπόριο με κλωστές πολυεστέρα και άφησε στον ξάδελφο τα μπαχαρικά. Μάλιστα, το 1965 μετονόμασε την εταιρεία σε Reliance Textiles Ltd. Ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα ασχοληθεί με τα υφάσματα. To όνομα έμεινε μέχρι το 1973, όταν και άλλαξε σε Reliance Industries Ltd. Αυτό που υπάρχει ακόμα και σήμερα.
Η μάρκα “Vimal” που λάνσαρε τα πολυεστερικά υφάσματα στην Ινδία πήρε το δικό της μερίδιο στην αγορά, απευθυνόταν κυρίως σε χαμηλά εισοδήματα. Οι Αμπάνι ζούσαν άνετα, αλλά δεν είχαν σχέση μ’ αυτό που είναι σήμερα. Ο έφηβος Μουκές μεγάλωσε σε σπίτι με δύο κρεβατοκάμαρες στο Μπουλεσβάρ, τελείωσε ιδιωτικό σχολείο, αλλά μετακινούνταν με τα μέσα μεταφοράς κι έπαιρνε ελάχιστο χαρτζιλίκι. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του ως χημικός μηχανικός με bachelor στο Institute of Chemical Technology της Μουμπάι και ζήτησε από τον πατέρα του να κάνει το master του στο φημισμένο πανεπιστήμιο Στάνφορντ, στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ. Όπως φάνηκε αργότερα, η επιχειρηματική μύτη του Μουκές λειτουργούσε καλύτερα από του πατέρα του. Οι θρύλοι που συνοδεύουν πια την οικογένεια λένε ότι στις ΗΠΑ του ήλθε η ιδέα να ασχοληθεί με τα πετρέλαια κι όχι με τα πετροχημικά, που τον προόριζε ο πατέρας του. Όταν, λοιπόν, ο πατέρας Αμπάνι κάλεσε το 1981 πίσω στην Ινδία τον Μουκές, μετά από μόλις ένα χρόνο φοίτησης στο Στάνφορντ, με τη δικαιολογία ότι «οι μπίζνες δεν μαθαίνονται στα πανεπιστήμια, αλλά στην πράξη», ο 24χρονος πρωτότοκος όχι μόνο δεν αντέδρασε, αλλά το δέχτηκε με χαρά.
Ένα λιμάνι-διυλιστήριο αντί για εργοστάσιο
Το αρχικό σχέδιο ήταν ένα εργοστάσιο πετροχημικών στην βιομηχανική περιοχή της Παταλγκάνγκα, στα περίχωρα της Μουμπάι. Αντ’ αυτού, ο Μουκές επεξεργάστηκε και παρέδωσε στον πατέρα του κάτι ασύλληπτα πιο μεγάλο: Ένα τεράστιο διυλιστήριο στην περιοχή Τζαμναγκάρ. Μια εγκατάσταση πλήρης, με αυτόνομη ηλεκτροπαραγωγή, με δικό της λιμάνι, αλλά και φροντίδα για την γύρω περιοχή, έτσι ώστε να μην υπάρξουν αντιδράσεις από τους ντόπιους κατοίκους.
Αυτό, βέβαια, προϋπέθετε μια τεράστια επένδυση. Ο πατέρας Αμπάνι δεν την αρνήθηκε. Ήδη μπορούσε να αντλήσει κεφάλαια και από το χρηματιστήριο της Μουμπάι, και από το κράτος. Και στο εργοστάσιο πετροχημικών είχε αποκτήσει «συμπαίκτη» τον υπερκολοσσό E.I. du Pont de Nemours.
Το εργοστάσιο παρήγαγε 145.000 τόνους πολυεστερικής κλωστής, που έγιναν υφάσματα, μέχρι το 1992. Αλλά αυτό που απογείωσε τον όμιλο και τα έσοδα της οικογένειας ήταν το διυλιστήριο, το οποίο εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο του κόσμου. Από το 2010 και μετά μπορεί να διυλίσει μέχρι και 660.000 βαρέλια την ημέρα, ένα πραγματικά κολοσσιαίο νούμερο.
Από εκείνη τη στιγμή και πέρα, η απογείωση του Μουκές Αμπάνι στη θέση του πλουσιότερου ανθρώπου της Ασίας και ενός από τους πλουσιότερους του κόσμου ήταν καθαρά θέμα επιλογών. Δηλαδή… μύτης. Τα χρήματα υπήρχαν για να κάνει ό,τι ήθελε, και πλέον η παρασκηνιακή δύναμη του ομίλου σε πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους ήταν τέτοια που άνοιγε πόρτες, αντί να δημιουργεί προβλήματα. Όπως κάθε τεράστιος επιχειρηματικός όμιλος, έτσι και οι Αμπάνι βρίσκονται συχνά αντιμέτωποι με κατηγορίες για χειραγώγηση της αγοράς, πολιτική διαφθορά, ευνοιοκρατία, εκμετάλλευση. Με μια λέξη, πλουτοκρατία.
Από το 1995 ο Μουκές είχε αποφασίσει να επεκταθεί στις τηλεπικοινωνίες, διαισθανόμενος την έκρηξη στην συγκεκριμένη αγορά. Η Reliance Telecom Private Limited συνεργάστηκε με Αμερικανούς, πήρε τεχνογνωσία και μετά το 2004 απογειώθηκε κι αυτή. Σήμερα η Jio Platforms, μια από τις μεγαλύτερες θυγατρικές εταιρείες του κόσμου, έχει υπό τη διοίκησή της όλα τα τηλεπικοινωνιακά του ομίλου και κυρίως του ομώνυμου (Jio) μεγαλύτερου παρόχου κινητής τηλεφωνίας στην Ινδία του 1,4 δις κατοίκων. Το 2002 ήταν μια γλυκιά και πικρή χρονιά για τους Αμπάνι. Η εταιρεία ανακοίνωσε την ανακάλυψη του μεγαλύτερου κοιτάσματος φυσικού αερίου στη χώρα, στην περιοχή Κρίσνα Γκοντβάρι (την οποία είχε αποκτήσει έναντι μικρού σχετικά τιμήματος, επειδή οι αρχικές έρευνες δεν ήταν ενθαρρυντικές). Τον Ιούλιο, όμως, άφησε τα εγκόσμια ο πατριάρχης της οικογένειας Ντιρουμπάι Αμπάνι, χτυπημένος από καρδιακή προσβολή.
Κόντρα αδελφών και απογείωση
Από καιρό είχε ξεκινήσει να μοιράζει αρμοδιότητες στους δύο γιους του, όμως δεν είχε χωρίσει τα πάντα. Λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων όσον αφορά τη διοίκηση, η οικογένεια οδηγήθηκε δύο χρόνια αργότερα σε επιχειρηματικό σχίσμα, με τη μεσολάβηση της μητέρας Κοκιλαμπέν. Η Reliance Industries Ltd. έμεινε στα χέρια του Μουκές, ο οποίος κράτησε κυρίως τα πετρέλαια και τις τηλεπικοινωνίες. Τα υπόλοιπα πήγαν στον αδελφό του Ανίλ, ο οποίος ίδρυσε την εταιρεία Reliance ADA Ltd. και επί κάποια χρόνια θεωρούνταν πιο πλούσιος από τον αδελφό του.
Στα περίπλοκα συμβόλαια που υπογράφηκαν τότε, οι δύο πλευρές δεσμεύονταν ρητά να μην «κονταροχτυπηθούν» στους ίδιους επιχειρηματικούς τομείς για τουλάχιστον δέκα χρόνια. Τυπικά η συμφωνία τηρήθηκε, παρασκηνιακά γράφτηκαν πολλά για το πώς ο όμιλος του Ανίλ Αμπάνι συρρικνώθηκε, ενώ του Μουκές απογειώθηκε. Οι ψυχρές τους σχέσεις αποκαταστάθηκαν το 2019, όταν ο Μουκές έσωσε στην κυριολεξία τον Ανίλ από τη φυλακή. Βρέθηκε ανοιχτός σ’ ένα δάνειο με προσωπική εγγύηση από την Ericsson, για το οποίο πήρε διορία ενός μήνα για να το πληρώσει, αλλιώς θα κατέληγε πίσω από τα σίδερα. Ο Μουκές Αμπάνι πλέον δεν βλέπει κανέναν ως ανταγωνιστή. Τη δεκαετία του 2010 o κολοσσός του Αμπάνι επεκτάθηκε και σε άλλους τομείς: Από την αγορά ηλεκτρονικών ΜΜΕ (Network 18 Group) μέχρι συνεργασίες με εταιρείες παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών (Dreamworks) και από αλυσίδα καταστημάτων λιανικής πώλησης μέχρι επαγγελματική ομάδα κρίκετ (Mumbai Indians) και συμμετοχή στην πρώτη επαγγελματική ποδοσφαιρική λίγκα της χώρας (ISL).
O όμιλος συνολικά απασχολεί περισσότερους από 389.000 υπαλλήλους, περισσότερους από τον πληθυσμό 25 ανεξάρτητων κρατών της γης. Ο Ομιλος παρουσίασε καθαρά κέρδη 120 δις δολαρίων μόνο για το πρώτο εξάμηνο του 2024. Ο Μουκές Αμπάνι παραιτήθηκε από το «μισθό» των 240 εκ. δολαρίων που θα λάμβανε το 2023 και προτίμησε να μοιράσει τα χρήματα ως μπόνους στα ανώτερα στελέχη του. Πλέον εκτιμάται ότι η Reliance Industries Ltd. θα μπορούσε, αν ποτέ παρουσιαζόταν ανάγκη, να καλύψει τα έξοδα ολόκληρου του τεράστιου ινδικού κράτους για 40 ημέρες.