Εάν οι ωκεανοί ήταν χώρα, θα ήταν η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Είναι ενδεικτικό ότι από το 1995 έως το 2020 οι ωκεανοί αναλογούσαν στο 3% με 4% της παγκόσμιας ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (GVA) του πλανήτη και σε έως 133 εκατομμύρια θέσεις απασχόλησης (ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης ή FTE).
Τους υπολογισμούς αυτούς έκανε ο ΟΟΣΑ στην τελευταία του έκθεση για την Παγκόσμια Οικονομία των Ωκεανών μέχρι το 2050 (The Ocean Economy τo 2050) όπου εκεί αναφέρεται ακόμη πως οι ωκεανοί:
- Καλύπτουν το 71% της επιφάνειας της Γης.
- Περιλαμβάνουν το 90% της βιόσφαιρας.
- Παρέχουν επισιτιστική ασφάλεια σε πάνω από 3 δισεκατομμύρια ανθρώπους.
- Επιτρέπουν τη μεταφορά για πάνω από το 80% των παγκόσμιων αγαθών.
- Φιλοξενούν θαλάσσια καλώδια που μεταφέρουν το 98% της διεθνούς κίνησης στο Διαδίκτυο.
Αυτοί είναι ο βασικοί λόγοι που εάν ήταν χώρα, οι ωκεανοί θα απάρτιζαν την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο με βάση τα στοιχεία του 2019. Σήμερα οι μεγαλύτερες χώρες με βάση το ΑΕΠ είναι οι ΗΠΑ με 27,72 τρισ. δολ., η Κίνα με 17,8 τρισ. δολ., η Γερμανία με 4,52 τρισ. δολ., η Ιαπωνία με 4,2 τρισ. δολ. και στην πέμπτη θέση βρίσκεται η Ινδία με 3,56 τρισ. δολ. Τη δεκάδα κλείνουν οι Βρετανία με 3,38 τρισ. δολ., Γαλλία με 3 τρισ. δολ., Ιταλία με 2,3 τρισ. δολ., Βραζιλία με 2,17 τρισ. δολ. και Καναδάς με 2,14 τρισ. δολ. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 54η θέση με ΑΕΠ 243 δισ. δολ.
Τα στοιχεία για την οικονομία των ωκεανών είναι αποκαλυπτικά. Η οικονομία των ωκεανών σε παγκόσμιο επίπεδο διπλασιάστηκε σε πραγματικούς όρους μέσα σε 25 χρόνια, από 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ που ήταν το 1995, σε 2,6 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ το 2020, καταγράφοντας μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 2,8% για την περίοδο αυτή.
Οπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, εάν συνέχιζαν να ισχύουν αυτές οι ιστορικές τάσεις, η παγκόσμια οικονομία των ωκεανών θα μπορούσε σχεδόν να τετραπλασιαστεί έως το 2050 σε σύγκριση με το 1995.
Τουρισμός, ΑΠΕ, πετρέλαιο, αέριο. Ο τουρισμός και η υπεράκτια εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου παρήγαγαν περίπου τα δύο τρίτα της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας από τους ωκεανούς. Ωστόσο, η κατανομή του εργατικού δυναμικού διέφερε ευρέως, αναλύει ο ΟΟΣΑ: Ο θαλάσσιος και παράκτιος τουρισμός ήταν ο μεγαλύτερος εργοδότης στην οικονομία των ωκεανών, ενώ η υπεράκτια εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου δημιούργησε υψηλή οικονομική απόδοση αλλά σχετικά χαμηλή απασχόληση. Η οικονομική παραγωγή από τη ναυπηγική και την υπεράκτια αιολική ενέργεια επεκτάθηκε επίσης γρήγορα, αν και από μικρότερη βάση.
Ειδικότερα, ο θαλάσσιος παράκτιος τουρισμός με αξία 789 δισ. δολ. (στοιχεία 2019) και η υπεράκτια εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου με 988 δισ. δολ. (στοιχεία 2020) είχαν τη μεγαλύτερη συμμετοχή της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας από τους ωκεανούς, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Οι υπεράκτιες αιολικές και θαλάσσιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρουσίασαν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 31%, με την παγκόσμια ακαθάριστη προστιθέμενη αξία (GVA) να αυξάνεται από 38 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ το 2000 σε 4,6 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ το 2020, όπως σημειώνει ο ΟΟΣΑ.
Τα επίπεδα απασχόλησης στην οικονομία των ωκεανών παρέμειναν σχετικά σταθερά, φθάνοντας στο ανώτατο όριο των 151 εκατομμυρίων ισοδύναμων πλήρους απασχόλησης (FTEs) το 2006. Στη συνέχεια μειώθηκαν στα 101 εκατομμύρια το 2020 λόγω της πανδημίας της COVID-19 και άρχισαν να καταγράφουν ανάκαμψη από τότε.

Πάνω από το 75% της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης των ωκεανών μεταξύ 1995 και 2020 προήλθε από χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού, σύμφωνα με την καταγραφή του ΟΟΣΑ. Μόνο η Ανατολική Ασία αντιπροσώπευε το 56% της παγκόσμιας επέκτασης της οικονομίας των ωκεανών, ενώ η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική παρουσίασαν βραδύτερη ανάπτυξη, σημειώνεται.
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία, η Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο είχαν τις μεγαλύτερες οικονομίες ωκεανών σε απόλυτες τιμές κατά μέσο όρο κατά την περίοδο. Ωστόσο, χώρες όπως η Νορβηγία κατείχαν το υψηλότερο μερίδιο οικονομίας από τον ωκεανό προς το σύνολο, καταδεικνύοντας τις περιφερειακές ανισότητες στην εξάρτηση από την οικονομία των ωκεανών, όπως σημειώνεται.
Τα δύο σενάρια για την ανάπτυξη. Διαφορετικοί δρόμοι για μια παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση θα επηρεάσουν την οικονομική ανάπτυξη των ωκεανών με διαφορετικούς τρόπους. Σε μια επιταχυνόμενη μετάβαση προς ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα, η οικονομία των ωκεανών θα συνέχιζε να αναπτύσσεται μέχρι το 2050 κατά περίπου 2,5 φορές το μέγεθος που ήταν το 1995, εκτιμά ο ΟΟΣΑ. Σε μια τέτοια περίπτωση «η σύνθεση της ωκεάνιας οικονομίας θα άλλαζε, με τον θαλάσσιο και παράκτιο τουρισμό να παραμένει κυρίαρχο στοιχείο και την υπεράκτια εξόρυξη σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο να μειώνεται ως ποσοστό της συνολικής παγκόσμιας ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της ωκεάνιας οικονομίας.
Ενα αδιέξοδο σενάριο μετάβασης θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας των ωκεανών από το επίπεδο που έφτασε το 2020, κυρίως λόγω ενός συνδυασμού έλλειψης επενδύσεων στην παραγωγικότητα και αυξανόμενων αρνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε πολλά μέρη της ωκεάνιας οικονομίας» σημειώνεται.
Κλίμα, εμπόριο, γεωπολιτική. Συγκεκριμένες αντίξοες δυνάμεις θα μπορούσαν να επιβραδύνουν ή και να αντιστρέψουν την ανάπτυξη της οικονομίας των ωκεανών έως το 2050, εάν δεν ληφθούν μέτρα πολιτικής, είναι το καμπανάκι που χτυπά ο Οργανισμός.
Επισημαίνονται παράγοντες όπως η πληθυσμιακή αύξηση, η κλιματική αλλαγή και άλλες περιβαλλοντικές πιέσεις, το εμπόριο και η παγκοσμιοποίηση, η ενεργειακή μετάβαση, η τεχνολογική πρόοδος και η γεωπολιτική δυναμική – μαζί με τις αλληλεπιδράσεις τους. Ολοι αυτοί οι παράγοντες θα διαμορφώσουν την υγεία των ωκεανών και τη μελλοντική αναπτυξιακή τροχιά της ωκεάνιας οικονομίας. Οι ποιοτικές και ποσοτικές αυτές προβλέψεις επηρεάζουν την κλιματική αλλαγή, τις ενεργειακές μεταβάσεις και την πρόοδο στην επιστήμη, την τεχνολογία και την καινοτομία ως βασικούς μοχλούς τέτοιας ανάπτυξης, σημειώνεται.
Η μείωση την παραγωγικότητας και τα κενά ψηφιοποίησης θα διαμορφώσουν επίσης τις μελλοντικές δυνατότητες της ωκεάνιας οικονομίας, προειδοποιεί ο ΟΟΣΑ. «Ενώ ορισμένες ωκεάνιες οικονομικές δραστηριότητες ξεπέρασαν τη μέση ανάπτυξη του κλάδου μεταξύ 1995 και 2020, η παραγωγικότητα πολλαπλών παραγόντων μειώθηκε σε άνω των μισών ομάδων οικονομικής δραστηριότητας των ωκεανών που αναλύθηκαν (…) Υπήρξαν ενδείξεις ότι οι ωκεάνιες οικονομικές δραστηριότητες δεν αξιοποιούν στο έπακρο τους ισχυρούς παράγοντες παραγωγικότητας για να προετοιμαστούν για ένα ολοένα και πιο αυτοματοποιημένο μέλλον» αναφέρει ο ΟΟΣΑ.
Οι περιβαλλοντικές προκλήσεις. Η θαλάσσια οικονομική δραστηριότητα αντιμετωπίζει αυξανόμενες απειλές από υπερεκμετάλλευση φυσικών πόρων, παράνομες δραστηριότητες, απώλεια βιοποικιλότητας, ρύπανση, άνοδο της στάθμης της θάλασσας, αύξηση της οξύτητας (acidity) των ωκεανών, κύματα καύσωνα και πολυάριθμα και ισχυρά ακραία καιρικά φαινόμενα.
Για τους λόγους αυτούς η ανάληψη δράσης άμεσα χαρακτηρίζεται ως ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση των κινδύνων. Η ενίσχυση της επιστημονικής διαχείρισης των ωκεανών θεωρείται ως κλειδί για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων κινδύνων. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής καλούνται από την πλευρά τους να ενισχύσουν τις εθνικές στρατηγικές για τους ωκεανούς, τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και τις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές. Επίσης καλούνται να εφαρμόσουν τις διεθνείς συμφωνίες για τη βιοποικιλότητα, το κλίμα, τις επιδοτήσεις της αλιείας και την απαλλαγή από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στις θαλάσσιες μεταφορές.
