Εντός του επόμενου μήνα αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο που θα προβλέπει την αλλαγή του ποσού και των προϋποθέσεων λήψης του επιδόματος ανεργίας. Σύμφωνα με πληροφορίες της Realnews, το ύψος του επιδόματος που θα λαμβάνει ο άνεργος θα εξαρτάται από δύο βασικές προϋποθέσεις: το διάστημα που καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές ως εργαζόμενος και το ύψος του μισθού του. Σύμφωνα με την υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δόμνα Μιχαηλίδου, στόχος του υπουργείου είναι να ενισχυθούν η ανταποδοτικότητα και η δικαιοσύνη όσον αφορά το επίδομα ανεργίας, καθώς και να υπάρξει ενοποίηση των επιδομάτων ανεργίας.
Η αναμόρφωση του επιδόματος αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχουν ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης και θα υλοποιηθεί μέσα στο 2024, αρχικά σε πιλοτικό στάδιο για 5.000 έως 10.000 ανέργους, ενώ προς το τέλος του έτους θα εφαρμοστεί για το σύνολο των ανέργων.
Στον σχεδιασμό του νέου επιδόματος συμμετέχουν στελέχη από το υπουργείο Εργασίας και από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, καθώς και εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ. Το τελικό σχέδιο θα είναι έτοιμο έως το τέλος Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με τα σενάρια που επεξεργάζονται οι αρμόδιοι, το επίδομα ανεργίας θα απαρτίζεται από τρία διακριτά μέρη:
– Ενα «μεταβλητό» μέρος, το οποίο θα λαμβάνουν για 12 μήνες κατ’ ανώτατο όριο μόνο όσοι έχουν περισσότερες ασφαλιστικές προϋποθέσεις και, άρα, θα έχουν συνεισφέρει περισσότερα στο ασφαλιστικό σύστημα σε ένα ευρύτερο χρονικό διάστημα. Ο υπολογισμός του θα συναρτάται με την ασφαλιστική ιστορία και το ύψος των προηγούμενων αποδοχών, ώστε να είναι πιο δίκαιο και ανταποδοτικό.
– Επιπλέον παροχές σε συγκεκριμένες ομάδες ανέργων, όπως δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, προσαυξήσεις ανά προστατευόμενο μέλος, προσαυξήσεις για μονογονεϊκές οικογένειες.
Το νέο επίδομα ανεργίας δεν θα μπορεί να υπερβαίνει ένα ανώτατο όριο, που αναμένεται να καθοριστεί λαμβανομένων υπ’ όψιν και των αποτελεσμάτων που θα προκύψουν από τη μελέτη του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τον έως τώρα σχεδιασμό, συνολικά έχει υπολογιστεί ότι το ύψος του ετήσιου επιδόματος δεν θα είναι χαμηλότερο από το επίδομα που χορηγείται με το ισχύον σύστημα. Ωστόσο, για κάποιους θα είναι μεγαλύτερο. Στα σενάρια που έχουν τεθεί επί τάπητος περιλαμβάνονται τα εξής:
– Η σύνδεση του επιδόματος ανεργίας με τον κατώτατο μισθό ως προς το κατώτατο όριο και με τον μέσο πραγματικό μισθό των εργαζομένων σε ποσοστά μεταξύ 55% και 70%.
– Η αύξηση της διάρκειας καταβολής του επιδόματος έως τους 24 μήνες με κριτήριο τα έτη ασφάλισης και καταβολής εισφορών υπέρ ανεργίας με υψηλό ποσό τους πρώτους τρεις ή τέσσερις μήνες και σταδιακή μείωση μέχρι το βασικό επίδομα. Μεταξύ άλλων, εξετάζεται η καταβολή αυξημένου επιδόματος σε ανέργους που ήταν ασφαλισμένοι τουλάχιστον τέσσερα χρόνια με σύμβαση πλήρους απασχόλησης.
– Η θέσπιση της υποχρέωσης των ανέργων να ενταχθούν ταυτόχρονα με την καταβολή του αυξημένου επιδόματος σε πρόγραμμα κατάρτισης, ώστε να αποκτήσουν την εξειδίκευση που χρειάζονται για να τοποθετηθούν σε θέση εργασίας. Ακόμη, αναμένεται να γίνει υποχρεωτική η παρακολούθηση προγραμμάτων κατάρτισης για την καταβολή του αυξημένου επιδόματος.
– Η αλλαγή στα κριτήρια των ελάχιστων ημερών απασχόλησης που απαιτούνται για την επαναλαμβανόμενη λήψη επιδόματος ανεργίας από τους εποχικά εργαζομένους.
– Η καταβολή μειωμένου επιδόματος ανεργίας σε όσους εργάζονται με ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Ο άνεργος που εργάζεται σήμερα με καθεστώς μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης λαμβάνει επίδομα ανεργίας 479 ευρώ, ποσό που είναι υψηλότερο από τις μηνιαίες αποδοχές του όταν εργάζεται.
Ο στόχος του νέου πλαισίου
Βασικός στόχος του νέου πλαισίου που θα διέπει το επίδομα ανεργίας είναι η σύνδεσή του με τον πρότερο εργασιακό μισθό και ασφαλιστικό βίο του ανέργου. Συγκεκριμένα, θα προβλέπεται ότι το πρώτο χρονικό διάστημα μετά την απόλυση θα δίνεται στον άνεργο αυξημένο ποσό επιδόματος, πιο κοντά στον μισθό του, το οποίο θα καταβάλλεται για έξι μήνες, και στη συνέχεια θα κινείται σταδιακά προς το σημερινό όριο των 479 ευρώ τον μήνα. Σήμερα όλοι ανεξαιρέτως οι άνεργοι που παίρνουν επίδομα από τη ΔΥΠΑ λαμβάνουν το ίδιο ποσό των 479 ευρώ είτε πλήρωσαν εισφορές υπέρ ανεργίας για 35 χρόνια είτε για έναν χρόνο.
Για παράδειγμα, εργαζόμενος για 35 χρόνια στον ιδιωτικό τομέα ως μισθωτός, με μέσο όρο αποδοχών 3.000 ευρώ, έχει πληρώσει κατά μέσο όρο 45.000 ευρώ σε εισφορές ανεργίας (δικές του και του εργοδότη). Αντίστοιχα, ένας εργαζόμενος με μισθό 780 ευρώ που συμπληρώνει δύο χρόνια εργασίας έχει καταβάλει περίπου 700 ευρώ εισφορές υπέρ ανεργίας. Με το καθεστώς επιδότησης που ισχύει σήμερα, και οι δύο εργαζόμενοι, αν μείνουν άνεργοι, θα λάβουν το ίδιο επίδομα ανεργίας, 479 ευρώ μηνιαίως.