Οι 554 υπάλληλοι της Martha Stewart Living Omnimedia συγκεντρώνονται σε μία μεγάλη αίθουσα, στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας στη Νέα Υόρκη, με θέα στον ποταμό Χάντσον, και χειροκροτούν όρθιοι την δισεκατομμυριούχο ιδρύτριά της. Δεν γιορτάζουν κάποια επιτυχία της εισηγμένης επιχείρησης, μια μεγάλη εξαγορά ή την αύξηση των αποτελεσμάτων της, αλλά την επιστροφή της ιδιοκτήτριας, αφότου πέρασε πέντε μήνες στη φυλακή.
Όταν πέρασε το κατώφλι της φυλακής, η Martha Stewart ήταν ήδη πασίγνωστη στην Αμερική.
Ένα πρώην μοντέλο, που έγινε χρηματίστρια, εξελίχθηκε στην απόλυτη «ντίβα» της οικιακής ζωής. Όποιος είχε κουζίνα σίγουρα ήξερε το όνομά της.
Η Martha Stewart ήταν μια σταρ της τηλεόρασης, μια συγγραφέας best seller βιβλίων, μια εκδότρια επιτυχημένων περιοδικών, μια επιχειρηματίας και η πρώτη αυτοδημιούργητη γυναίκα δισεκατομμυριούχος στην ιστορία των ΗΠΑ.
Σε αυτό το εντυπωσιακό βιογραφικό της, η γυναίκα που έχτισε μια αυτοκρατορία μοιράζοντας συνταγές για πίτες και συμβουλές για διακόσμηση, πρόσθεσε την ιδιότητα της καταδικασμένης εγκληματία.
Τα μπλεξίματά της με τον νόμο ξεκίνησαν στις 27 Δεκεμβρίου του 2001, όταν η Stewart πετούσε με το ιδιωτικό της τζετ για διακοπές στο Μεξικό. Κατά τη διάρκεια της πτήσης αυτής, τηλεφώνησε στο γραφείο της, για να τσεκάρει τα μηνύματά της. Ένα από τα μηνύματα που θεωρείται ότι έλαβε ήταν από τον χρηματιστή της στην Merrill Lynch, Peter Bacanovic, ο οποίος της έλεγε ότι μία από τις μετοχές του χαρτοφυλακίου της, η ImClone, επρόκειτο να πέσει. Η Stewart τηλεφώνησε στον χρηματιστή και του έδωσε εντολή να πουλήσει και τις 3.928 μετοχές της εταιρείας που κατείχε.
Πράγματι, την επόμενη ημέρα, η ImClone, μια εταιρεία που είχε για CΕΟ τον φίλο της Stewart, Sam Waksal, και η οποία ανέπτυσσε φάρμακα κατά του καρκίνου, σημείωσε πτώση 16%. Μόλις είχε γίνει γνωστό ότι το νεότερο φάρμακο της ImClone, το Erbitux, είχε απορριφθεί από την αμερικανική Επιτροπή Τροφίμων και Φαρμάκων (FDΑ).
Πουλώντας τις μετοχές της εγκαίρως, η Stewart «γλύτωσε» 45.673 δολάρια.
Ο Waksal, ο οποίος επίσης πούλησε μετοχές πριν μαθευτεί η απόρριψη του φαρμάκου, συνελήφθη με την κατηγορία του insider trading και αργότερα καταδικάστηκε σε περισσότερα από επτά χρόνια φυλάκισης.
Όταν ανακρίθηκε για τις πωλήσεις των μετοχών της, τον Ιούνιο του 2002, η Stewart αρνήθηκε ότι είχε πληροφορίες εκ των έσω και είπε ότι πούλησε τις μετοχές στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που είχε κάνει νωρίτερα με τον χρηματιστή της.
Όμως τον επόμενο μήνα, ο Bacanovic τέθηκε σε διαθεσιμότητα από τη Merrill Lynch όταν οι ανακριτές δεν μπόρεσαν να επιβεβαιώσουν ότι μία τέτοια συμφωνία υπήρχε πράγματι. Και τον Σεπτέμβριο του 2002, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης άρχισε να ερευνά τις πωλήσεις των μετοχών της Stewart και το ενδεχόμενο να υπήρξε insider trading.
Πριν περάσει ένας χρόνος, σε βάρος της Stewart απαγγέλθηκαν κατηγορίες για χρηματιστηριακή απάτη και παρακώληση δικαιοσύνης, με αποτέλεσμα η επιχειρηματίας να αναγκαστεί να παραιτηθεί από πρόεδρος και CEO της εταιρείας της, της Martha Stewart Living Omnimedia. Η δίκη της ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2003.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο πρώην βοηθός του Bacanovic κατέθεσε ότι είχε λάβει εντολή από τον προϊστάμενό του να ενημερώσει την Stewart ότι μπορούσε να πουλήσει τις μετοχές ImClone που κατείχε. Στη συνέχεια, ένας φίλος της κατέθεσε ότι η Stewart του είχε πει πως γνώριζε ότι ο Sam Waksal προσπαθούσε να πουλήσει τις μετοχές, πριν εκείνη πουλήσει τις δικές της.
Ο δικαστής δεν βρήκε επαρκείς τις αποδείξεις για την κατηγορία της χρηματιστηριακής απάτης, όμως καταδίκασε την Stewart για όλες τις άλλες κατηγορίες: Συνωμοσία, παρακώληση δικαιοσύνης και ψευδή κατάθεση.
Οι δημοσκοπήσει την εποχή εκείνη έδειχναν ότι πολλοί Αμερικανοί τάσσονταν υπέρ της φυλάκισής της, ενώ άλλοι πίστευαν ότι η Stewart είχε πέσει θύμα υπερβολικά αυστηρών εισαγγελέων.
Στις 16 Ιουλίου του 2004, καταδικάστηκε σε πέντε μήνες φυλάκισης και πέντε μήνες κατ΄ οίκον περιορισμού, καθώς και σε πρόστιμο 30.000 δολαρίων. Μάλλον έπεσε στα «μαλακά», αφού αντιμετώπιζε έως και 16 χρόνια στη φυλακή.
Παρότι υπήρχαν φόβοι ότι τα νομικά προβλήματά της θα έπλητταν την επιχειρηματική αυτοκρατορία της, εντούτοις η μετοχή της Martha Stewart Living Omnimedia ενισχύθηκε δραματικά όσο εκείνη ήταν στη φυλακή, με την αξία της να τετραπλασιάζεται έως την αποφυλάκισή της.
Μόλις ολοκλήρωσε και την κατ΄ οίκον κράτησή της, η Stewart άρχισε να δουλεύει πάνω σε δύο νέες τηλεοπτικές εκπομπές. Σε αντίθεση με άλλες διασημότητες που είχαν προβλήματα με τη δικαιοσύνη, το προφίλ της δεν επλήγη από το σκάνδαλο.
Χρόνια αργότερα, η Stewart μίλησε για την εμπειρία της στη φυλακή. «Λένε πως όταν η ζωή σου δίνει λεμόνια, μπορείς να φτιάξεις λεμονάδα. Πως ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό. Όχι. Κανένα από αυτά τα ρητά δεν ταιριάζει. Είναι μία φρικτή εμπειρία. Δεν υπάρχει τίποτα καλό για αυτό, τίποτα». Και αυτό, παρότι η δισεκατομμυριούχος εξέτισε την ποινή της σε αυτήν που είναι γνωστή και ως «Camp Cupcake», ή αλλιώς η πιο άνετη φυλακή των ΗΠΑ.
Όμως εκείνη την πρώτη ημέρα της επιστροφή της στην Martha Stewart Living Omnimedia, μετά από το πεντάμηνο που πέρασε στη φυλακή, η μετοχή της εταιρεία σημείωσε βουτιά 9%. Οι traders πουλούσαν γιατί συνειδητοποιούσαν ότι η επιστροφή της ιδρύτριας δεν σήμαινε αυτόματα μια αύξηση στα διαφημιστικά έσοδα ή μια επιστροφή της εταιρείας στα κέρδη.
Μετά την αποφυλάκισή της, η μετοχή της εταιρείας έχασε το 40% της αξίας της.
Τελικά, το 2015, η Stewart πούλησε την εταιρεία της αντί 353 εκατ. δολαρίων. Η γυναίκα που είχε καταφέρει να παραμείνει δισεκατομμυριούχος ακόμα και όταν βρισκόταν πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, είχε χάσει μια περιουσία που άγγιζε κάποτε τα 2 δισ. δολάρια. Μέχρι σήμερα, πάντως, τα brands που φέρουν το όνομά της μπαίνουν σε εκατομμύρια σπίτια και εκείνη εξακολουθεί να ζει μια λαμπερή ζωή.