Σε αυτή την αβελτηρία αποδίδεται και η ευκολία με την οποία μπορούν ακόμη να δρουν εντός των ΑΕΙ ομάδες εξωπανεπιστημιακών, αλλά και να επιβάλλεται αυθαιρέτως η βούληση φοιτητικών μειοψηφιών, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνονται σχολές, ακόμη κι όταν δεν έχει εκφραστεί υπέρ των κινητοποιήσεων η πλειοψηφία των φοιτητών.
Ποιος ευθύνεται που τα σχέδια φύλαξης δεν έχουν καν εκπονηθεί ή, στα τέσσερα ιδρύματα που τα εκπόνησαν, δεν έχουν εφαρμοστεί; Οι απαντήσεις είναι στερεοτυπικές, όπως πάντα. Το υπουργείο απαντάει διαχρονικά ότι «λόγω του αυτοδιοίκητου, οι πρυτάνεις έχουν την ευθύνη για τα του οίκου τους». Οι πανεπιστημιακές αρχές αντιτείνουν ότι «ο σφιχτός εναγκαλισμός της κυβέρνησης και των κομμάτων στα πανεπιστήμια δεν μας αφήνει ελεύθερους να κάνουμε τη δουλειά μας».
Τα ιδρύματα είναι υποχρεωμένα από τον νόμο να καταρτίσουν και να κοινοποιήσουν στο υπουργείο Παιδείας και στο συναρμόδιο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη σχέδια ασφαλείας – και ας έχουν συμμορφωθεί πλήρως μόνο τέσσερα από αυτά.
Οι προϋποθέσεις για να εγκριθεί ένα σχέδιο από το Κέντρο Μελετών Ασφαλείας (ΚΕΜΕΑ) του υπ. ΠροΠο είναι να προβλέπει εγκατάσταση συναγερμών, πόρτες και σκάλες ασφαλείας και φυσικά εξόδους διαφυγής. Οταν έχει λάβει υπόψη του, π.χ., εάν τα κτίρια του ΑΕΙ εκτείνονται σε μεγάλο campus ή το πανεπιστήμιο είναι μικρό, περίκλειστο, με στενούς διαδρόμους και «παγίδες» για όσους εγκλωβιστούν σε αυτό σε περίπτωση κινδύνου. Οταν το σχέδιο προβλέπει την εγκατάσταση καμερών, έστω σε λίγα, αλλά κομβικά σημεία.
«Οι πρυτάνεις έχουν την ευθύνη για τα του οίκου τους», υποστηρίζει το υπουργείο Παιδείας, με τις πανεπιστημιακές αρχές να απαντούν ότι για όλα φταίει «ο σφιχτός εναγκαλισμός των κομμάτων».
Από τα υπόλοιπα 21 ΑΕΙ, άλλα επτά εμφανίζονται στα χαρτιά να έχουν εγκεκριμένα σχέδια, έξι έχουν ολοκληρωμένα, αλλά όχι εγκεκριμένα σχέδια ασφαλείας, και οκτώ βρίσκονται ακόμη σε διαδικασία σύνταξης, παρότι ο νόμος που τους υποχρεώνει προς τούτο έχει τεθεί σε ισχύ από το 2021. Βεβαίως, ακόμη κι εκεί όπου υπάρχουν σχέδια, όπως στο ΕΜΠ και στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, η μη εφαρμογή τους είναι οφθαλμοφανής, αφού δεν υπάρχουν ούτε φύλακες ούτε συστήματα ελεγχόμενης εισόδου (τουρνικέ).
Το ίδιο, άλλωστε, δείχνει και η περιπέτεια της εγκατάστασης τουρνικέ (ο περιστρεφόμενος μηχανισμός που τοποθετείται στην είσοδο κτιρίων και επιτρέπει να εισέρχεται στον χώρο ένα άτομο έπειτα από έλεγχο ή με την επίδειξη κάποιου εγγράφου ή κάρτας) στις εισόδους των πανεπιστημιακών κτιρίων. Το σχέδιο ήταν με τα τουρνικέ και τις κάμερες να ελέγχονται τα πρόσωπα που κινούνται στο ίδρυμα και τα μέλη της ΟΠΠΙ να αναλαμβάνουν δράση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή επεισοδίων και να ενημερώνουν τον πρύτανη ή τον αρμόδιο αντιπρύτανη. Το γεγονός ότι για την απόκτηση εξοπλισμού τουρνικέ υπήρξε δωρεά από ελληνική εταιρεία με σημαντικό κοινωφελές έργο εξουδετέρωσε και τη δικαιολογία μερικών πανεπιστημιακών ότι είναι ένα ακριβό σχέδιο.
Βεβαίως, η διοίκηση οφείλει να λύνει θέματα και όχι να τα σπρώχνει κάτω από το χαλί. Και αυτό θέλει πολιτική πυγμή και μαεστρία. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», σε εμβληματική σχολή της χώρας επί κοσμητείας συγκεκριμένου πανεπιστημιακού «όλα ήταν υπό έλεγχο, αφού υπήρχε άμεση επικοινωνία των εμπλεκομένων υπαλλήλων με τον κοσμήτορα. Και έτσι δεν υπήρξε καμία κατάληψη», όπως ανέφερε στην «Κ» έμπειρος καθηγητής αθηναϊκού ΑΕΙ.
Διαφορετική εικόνα παρουσιάζει υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Παιδείας που μίλησε στην «Κ» και εκτιμά ότι έχουν γίνει βήματα προόδου. «Προ δεκαπενταετίας, για ένα νομοσχέδιο αντίστοιχης βαρύτητας, όπως αυτό για τη θεσμοθέτηση των μη κρατικών ΑΕΙ, θα ήταν υπό κατάληψη σχεδόν όλες οι σχολές. Τώρα υπάρχει νόμος που ορίζει ότι τα πανεπιστημιακά κτίρια προστατεύονται όπως τα υπόλοιπα κρατικά κτίρια και μπορεί να υπάρξει παρέμβαση της Αστυνομίας. Και έχει υπάρξει», τονίζει ο ίδιος. Από την άλλη, πάντως, όπως παραδέχεται, «δεν έχει σπάσει η κουλτούρα της ανομίας».
Ποιος εξέθρεψε την ανομία; «Oλοι ευθύνονται. Ας πούμε, σήμερα η κυβέρνηση δεν έχει δημοσιοποιήσει το νομοσχέδιο, δεν λαμβάνει υπόψη τις θέσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας, ενώ εμφανίζεται να “ανέχεται” τις καταλήψεις που προκαλούν το κοινό αίσθημα», λέει στην «Κ» η κ. Ευγενία Μπουρνόβα, καθηγήτρια στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Τα κόμματα έχουν διαχρονικές ευθύνες για τη σημερινή εικόνα των καταλήψεων», παρατηρεί από την πλευρά του στην «Κ» ο κ. Νίκος Θωμαΐδης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και αντιπρόεδρος του Συμβουλίου του ιδρύματος. «Τα ελληνικά πανεπιστήμια παράγουν σημαντικό έργο, ωστόσο είμαστε δέσμιοι των κομμάτων που θεωρούν τα ΑΕΙ πεδίο όπου μπορούν να πετύχουν τους ιδεολογικο-πολιτικούς στόχους τους. Και αυτό διότι, ξεκινώντας από τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, η επιτυχία ενός παιδιού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση συνεχίζει να αποτελεί ισχυρό μέσο για κοινωνική και οικονομική ανέλιξη», προσθέτει ο ίδιος.
Πανίσχυρες παρατάξεις
«Ο τρόπος εκλογής των πρυτάνεων και των άλλων στελεχών στα ΑΕΙ που καθιερώθηκε το 1982 έδωσε δύναμη στις φοιτητικές παρατάξεις, οι οποίες κατέληξαν ανεξέλεγκτες. Οι πρυτάνεις, που είχαν βασιστεί στη φοιτητική ψήφο για να εκλεγούν, ήταν δέσμιοι της επιλογής τους. Ηθελαν ησυχία στο ίδρυμα και δεν τα έβαζαν με τις παρατάξεις. Από την άλλη, οι κυβερνήσεις αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης ουδέποτε υποστήριξαν εμπράκτως το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ, με αποτέλεσμα η θέση των πρυτανικών αρχών να εξαρτάται από τις κυβερνητικές επιλογές. Αλλωστε, ουκ ολίγοι πρυτάνεις μετά την ολοκλήρωση της θητείας τους βρέθηκαν σε κυβερνητικά πόστα. Γιατί;», αναρωτιέται ο κ. Δημήτρης Κωβαίος, καθηγητής στο ΑΠΘ και εκτελών χρέη πρύτανη στο ίδρυμα.