Η Πάτρα και γενικότερα η Δυτική Ελλάδα διαθέτουν σημαντική εμπειρία και υποδομές στον τομέα της ογκολογίας, με τον «Άγιο Ανδρέα» να αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς για χιλιάδες ασθενείς.
Πού βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα στον τομέα της πρόληψης του καρκίνου; Έχουν γίνει ουσιαστικά βήματα;
Η πρόληψη του καρκίνου αποκτά σταδιακά ουσιαστική θέση στην καθημερινότητα των πολιτών. Το πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου «Φώφη Γεννηματά» αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα καλής πρακτικής. Μέσα από αυτό, περισσότερες από 20.000 γυναίκες εντόπισαν εγκαίρως ύποπτες βλάβες και προχώρησαν σε πρώιμη διάγνωση καρκίνου του μαστού. Η επέκτασή του σε όλες τις γυναίκες ηλικίας 45 έως 74 ετών δημιουργεί ένα δίχτυ ασφαλείας για μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.
Παράλληλα, υλοποιούνται προγράμματα για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και του παχέος εντέρου. Ωστόσο, η συμμετοχή του πληθυσμού δεν είναι ακόμη η αναμενόμενη, ενώ οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες περιορίζουν την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.
Τι ρόλο παίζει η ΕΟΠΕ (Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας) στην ενίσχυση της πρόληψης;
Η ΕΟΠΕ, παρότι δεν συμμετείχε άμεσα στον σχεδιασμό των προγραμμάτων πρόληψης, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ενημέρωση του κοινού. Μέσα από στοχευμένες εκστρατείες, ενισχύει τη γνώση και ευαισθητοποίηση γύρω από την πρόληψη. Η εμπλοκή των επαγγελματιών υγείας στον σχεδιασμό εθνικών στρατηγικών αποτελεί απαραίτητο βήμα για τη συνολική ενίσχυση του συστήματος υγείας.
Πόσο σημαντική είναι η διεπιστημονική προσέγγιση στην ογκολογική περίθαλψη;
Η διεπιστημονική συνεργασία είναι ακρογωνιαίος λίθος της σύγχρονης ογκολογίας. Τα ογκολογικά συμβούλια, με συμμετοχή πολλαπλών ειδικοτήτων, διασφαλίζουν την ολιστική προσέγγιση στον ασθενή και οδηγούν σε πιο τεκμηριωμένες και αποτελεσματικές θεραπευτικές αποφάσεις. Έχουμε προοδεύσει, πλησιάζοντας τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα, όπως η περιορισμένη ανακουφιστική φροντίδα και οι ανισότητες στην πρόσβαση στις υπηρεσίες ανά την επικράτεια.
Ποια είναι η εικόνα στη χώρα μας αλλά και στην Δυτική Ελλάδα όσον αφορά την πρόσβαση στις νέες θεραπείες;
Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες που εξασφαλίζουν σχετικά γρήγορη πρόσβαση και αποζημίωση σε καινοτόμες θεραπείες όπως οι ανοσοθεραπείες και οι στοχευμένες μοριακές θεραπείες. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό και όχι αυτονόητο για κάθε χώρα. Απαιτείται όμως ενίσχυση των δομών, στελέχωση και διαρκής αξιολόγηση νέων τεχνολογιών για να διατηρηθεί και να εξελιχθεί αυτό το πλεονέκτημα.
Υπάρχουν ωστόσο και τομείς που υπολείπονται, όπως οι βιοδείκτες. Τι συμβαίνει εκεί;
Οι βιοδείκτες είναι θεμέλιο της εξατομικευμένης ιατρικής. Δεν είναι πολυτέλεια – είναι αναγκαιότητα. Επιτρέπουν τη σωστή αντιστοίχιση θεραπείας και ασθενή, αποτρέποντας αναποτελεσματικές παρεμβάσεις. Δυστυχώς, η λίστα των αποζημιούμενων βιοδεικτών έχει παραμείνει στάσιμη εδώ και σχεδόν μια δεκαετία, δημιουργώντας ανισότητες και επιστημονικά κενά.
Η ΕΟΠΕ κατέθεσε τεκμηριωμένη πρόταση – ένα έγγραφο 108 σελίδων στο οποίο είχα την τιμή να συμμετέχω ως μέλος της ομάδας εργασίας. Περιλαμβάνει επιστημονική και οικονομική ανάλυση και προτείνει την επικαιροποίηση της λίστας των βιοδεικτών. Η αποδοχή της πρότασης από το Υπουργείο Υγείας και η δέσμευση για ξεχωριστή χρηματοδότηση αποτελούν ένα ελπιδοφόρο βήμα.
Πώς κρίνετε την έναρξη του Εθνικού Μητρώου Νεοπλασιών;
Η λειτουργία του Εθνικού Μητρώου Νεοπλασματικών Νοσημάτων από τον Φεβρουάριο του 2025 αποτελεί γενναία και αναγκαία τομή. Είναι η πρώτη φορά που θα διαθέτουμε στη χώρα συγκεντρωμένα στοιχεία για τη συχνότητα, την πορεία και τα αποτελέσματα της θεραπείας του καρκίνου. Δεν είναι απλώς μια τεχνική καταγραφή, αλλά μια πράξη πολιτικής και ιατρικής ευθύνης.
Πώς μπορούμε να σχεδιάσουμε πολιτική υγείας χωρίς αξιόπιστα δεδομένα; Πώς λαμβάνουμε θεραπευτικές αποφάσεις χωρίς να ξέρουμε τι πραγματικά συμβαίνει στον πληθυσμό μας; Το Μητρώο δίνει απαντήσεις και προσφέρει το υπόβαθρο για μια δίκαιη, αποτελεσματική και σύγχρονη Ογκολογία».
Ποια είναι τα επόμενα βήματα για την επιτυχία του Μητρώου;
Η επιτυχία του δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τη δημιουργία της βάσης δεδομένων. Χρειάζεται τεχνική υποστήριξη, εκπαίδευση των επαγγελματιών και κυρίως πολιτική βούληση για να αξιοποιηθούν τα στοιχεία με ουσιαστικό τρόπο. Το εργαλείο υπάρχει – η πρόκληση πλέον είναι να το χρησιμοποιήσουμε συστηματικά για να χτίσουμε ένα σύστημα υγείας που να σέβεται τον πολίτη και να στηρίζεται στη γνώση.
Εν κατακλείδι, η Πάτρα, ως πόλη με μακρά παράδοση στην παροχή υγειονομικών υπηρεσιών και με ενεργό ρόλο στην ογκολογική φροντίδα, διαθέτει το ανθρώπινο δυναμικό και την εμπειρία να στηρίξει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.
Η συμβολή επιστημόνων όπως η Αθηνά Χριστοπούλου δεν περιορίζεται στα στενά όρια της ιατρικής πράξης, αλλά επεκτείνεται στη διαμόρφωση πολιτικής με γνώμονα την ισότητα, τη διαφάνεια και τον σεβασμό στον ασθενή.
Από τη Δυτική Ελλάδα μπορεί να ξεκινήσει μια νέα σελίδα στον αγώνα κατά του καρκίνου –τεκμηριωμένη, ανθρώπινη και συλλογική.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΟΛΟΓΟΣ