Ένας στους τρεις Πατρινούς χρωστάει είτε σε τράπεζες, είτε σε ΔΕΚΟ ή δημόσιους οργανισμούς.
Το γεγονός αυτό έχει δώσει δουλειά σε αρκετές εισπρακτικές εταιρείες, που έχουν αναλάβει την ευθύνη να συγκεντρώσουν ένα τουλάχιστον μέρος των οφειλόμενων, πιέζοντας τους οφειλέτες και κάνοντας τους να βρουν τρόπους για να πληρώσουν.
Ακόμα και αν αποδεδειγμένα – με βάση τις απολαβές τους – δεν έχουν την δυνατότητα για να πληρώσουν και να ανταποκριθούν ακόμα και στις δόσεις των χρεών τους.
Οι εισπρακτικές εταιρείες, παρόλο αυτά επιμένουν. Σύμφωνα με Πατρινούς οφειλέτες που έχουν ρωτήσει δικηγόρους για το τι μπορούν να κάνουν και το πώς να αντιδράσουν, οι εταιρείες αυτές παίρνουν τηλέφωνα ακόμα σε ώρες κοινής ησυχίας.
Μεσημεριανές και βραδινές, χωρίς να έχουν κανένα θέμα και δίχως να ζητούν μία συγνώμη για την ενόχληση. Η συμπεριφορά τους δε, σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, είναι από απαράδεκτη και επιθετική έως και εκβιαστική.
Στην προσπάθεια τους να πείσουν τα άτομα που έχουν στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, φτάνουν στο σημείο να βρίζουν και να απειλούν.
Σε άλλες περιπτώσεις οι υπάλληλοι της εταιρείας ασκούν με τον δικό τους τρόπο μια μορφή ψυχολογικής βίας, του στυλ «αν δεν πληρώσεις θα έχεις τις ανάλογες συνέπειες, θα χάσεις δηλαδή το σπίτι σου ή κάποιο περιουσιακό σου στοιχείο».
Οι συμπεριφορές αυτές επιβαρύνουν την ήδη επιβαρυμένη ψυχολογική κατάσταση των οφειλετών με δεδομένο ότι οι περισσότεροι από αυτούς, δεν είναι ότι δεν θέλουν να πληρώσουν, απλά δεν έχουν.
Ειδικότερα, οι συνέπειες της πανδημίας και της κρίσης που έχει φέρει αυτή, έχει αυξήσει σε μεγάλο βαθμό των αριθμό των πολιτών που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές.