Εξόχως ανησυχητικά είναι τα στοιχεία μελέτης της ΕΣΕΕ για το εμπόριο στην Πάτρα, το οποίο βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία τα τελευταία 7 χρόνια. Ειδικά οι αυτοαπσχολούμενοι, δηλαδή τα μικρομάγαζα, εξωθούνται σε εγκατάλειψη των καταστημάτων τους, όπως αναφέρει στην «Π» ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πάτρας και της Ομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας Γιώργος Βαγενάς.
«Αυτή τη στιγμή ασχολούμαστε με το να βγάλουμε το ενοίκιο και να διαθέσουμε τα εμπορεύματα που έχουν μείνει απούλητα στα ράφια. Αποδεικνύεται ότι στέγνωσαν οι καταναλωτές δεν φτάνει το εισόδημα ούτε για τα απαραίτητα του σούπερ μάρκετ, πόσω μάλλον για άλλες αγορές» είπε ο Γιώργος Βαγενάς.
Η κατάσταση, όπως τόνισε, είναι εξόχως δύσκολη, καθώς πολλές επιχειρήσεις αγωνίζονται για να επιβιώσουν με το κόστος λειτουργίας τους να έχει ανέβει 75% τα τελευταία χρόνια, ενώ η κατανάλωση έχει πέσει πάνω από 50%.
Μάλιστα, ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πάτρας είναι προβληματισμένος και για την αγορά του Πάσχα, γιατί φέτος οι μισθοί και οι συντάξεις θα πληρωθούν μετά τις γιορτές, σημειώνοντας, πόσο διαφορετική θα ήταν η κατάσταση εάν και στο Δημόσιο επέστρεφε ο 13ος και ο 14ος μισθός, όπως και οι συντάξεις.
Ο Γιώργος Βαγενάς τόνισε ότι η κατάσταση είναι χειρότερη για τις εμπορικές επιχειρήσεις, καθώς η μελέτη της ΕΣΕΕ αναδεικνύει και το μεγάλο πρόβλημα των λουκέτων στο λιανεμπόριο. Οπως είπε, το 50% των αυτοαπασχολούμενων, δηλαδή των πολύ μικρών επιχειρήσεων, έχει εγκαταλείψει το εμπόριο τα τελευταία 7 χρόνια, πρακτικά σβήνει το εμπόριο στην Πάτρα, όπως είπε χαρακτηριστικά, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των καταστημάτων στην πόλη, είναι αυτής της κατηγορίας.

Στο μεταξύ, την περασμένη Δευτέρα παρουσιάστηκε η ετήσια έκθεση της ΕΣΕΕ για το εμπόριο, η οποία φέρνει στο φως της δημοσιότητας τα μεγάλα προβλήματα του κλάδου. Η αγορά δεν έχει επιστρέψει, ακόμη, στα προ της τριπλής κρίσης (χρέους, πανδημίας και ενέργειας) επίπεδα–ακόμη και με ονομαστικούς όρους.
Παράλληλα, διατηρείται η πίεση στους αυτοαπασχολουμένους του εμπορίου που αποχωρούν σιγά–σιγά από τις τοπικές αγορές, ενώ παραμένουν ισχυρές οι περιφερειακές ανισότητες σε όρους καταναλωτικής δαπάνης.
Η Εκθεση της ΕΣΕΕ αναδεικνύει ως κυριότερα σημεία προβληματισμού τα εξής:
> Στασιμότητα τζίρου για σχεδόν τις μισές εμπορικές επιχειρήσεις σε περίοδο συνεχών αυξήσεων του λειτουργικού κόστους.
> Καθυστέρηση στον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καθώς δίνουν προτεραιότητα στην επιβίωση.
> Η ονομαστική αύξηση της κατανάλωσης κατευθύνεται κατά κύριο λόγο σε είδη πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, φάρμακα).
> Εντεινόμενη αβεβαιότητα σε διεθνές επίπεδο εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε καθυστέρηση επενδυτικών σχεδίων και συγκράτηση καταναλωτικών δαπανών, επιβραδύνοντας έτσι την ανάπτυξη.
Η αύξηση του τζίρου (+1,9%) ήταν χαμηλότερη του πληθωρισμού (+2,7%). Οι αυτοαπασχολούμενοι στο εμπόριο συνέχισαν την καθοδική τους πορεία (-8,9%), επιβεβαιώνοντας ότι οι παραδοσιακές μικρές εμπορικές επιχειρήσεις εγκαταλείπουν σταδιακά την αγορά, ενώ ο κλάδος παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης (16,3% της απασχόλησης), με τους περισσότερους εργοδότες στην οικονομία (26,5%).
Στέγνωσε η αγορά
Αυξανόμενη είναι από το 2018 μέχρι το 2023 η καταναλωτική δαπάνη και στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, η οποία όμως υπολείπεται ακόμα από αυτή του πανελλαδικού μέσου όρου, ενώ δεν δείχνει δυναμική προσέγγισης το προσεχές διάστημα. Με εξαίρεση το 2020 όπου η πανδημία του κορονοϊού και το lockdown κατεδάφισε συνολικά το λιανεμπόριο, όλες τις άλλες χρονιές καταγράφεται μια σταδιακή αύξηση, η οποία όμως είναι αναιμική.
Σύμφωνα με τη μελέτη της ΕΣΕΕ:
- Το 2018, η μηνιαία καταναλωτική δαπάνη σε εθνικό επίπεδο ήταν 1.442 ευρώ, ενώ στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας έμεινε στα 1.134 ευρώ, δηλαδή μειωμένη -21,4% από τον μέσο όρο.
- Το 2019, ο εθνικός μέσος όρος της μηνιαίας καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών αυξήθηκε στα 1.478,2 ευρώ. Η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας ανέβηκε στα 1.197 ευρώ, αλλά έμεινε πίσω με -19% από τον μέσο όρο.
- Το 2020, καταγράφεται πτώση του εθνικού μέσου όρου της μηνιαίας καταναλωτικής δαπάνης κατά -9,9% στα 1.331,8 ευρώ. Στη Δυτική Ελλάδα η καταναλωτική δαπάνη έπεσε στα 1.093 ευρώ (-17,9%).
- Το 2021, η συνολική καταναλωτική δαπάνη ανέκαμψε κατά 6,2% στα 1420 ευρώ. Η δαπάνη στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας αυξήθηκε στα 1.272 ευρώ, αλλά έμεινε πάλι πίσω από τον μέσο όρο με -10,4%.
- Το 2022, η συνολική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε 12,7% στα 1.600 ευρώ. Η Δυτική Ελλάδα αύξησε τη δαπάνη της στα 1.435 ευρώ, αλλά έμεινε πίσω από τον μέσο όρο κατά -10,3%.
- Το 2023, ο εθνικός μέσος όρος της συνολικής καταναλωτικής δαπάνης αυξήθηκε κατά περίπου 5,3%, φτάνοντας τα 1.685,2 ευρώ. Η Δυτική Ελλάδα με 1.556 ευρώ έμεινε πάλι πίσω -7,1% από τον μέσο όρο της χώρας.
