Μειωμένα κατά 20% περίπου εμφανίζονται να είναι τα εμπορικά καταστήματα της Πάτρας και της Αχαΐας, την τελευταία χρονιά, γεγονός που από μόνο του έχει φυσικά άμεσο αντίκτυπο στην τοπική κοινωνία και οικονομία. Λιγότερες θέσεις εργασίας, λιγότερο χρήμα να «κινείται» στο εμπόριο της τρίτης μεγαλύτερης πόλης της χώρας και μία εν γένει μικρότερη τοπική αγορά. Όπως τονίζει στον «Νεολόγο» μάλιστα ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πάτρας Γιώργος Βαγενάς, στις αιτίες που κρύβονται πίσω από το «λουκέτο» μικρών εμπορικών καταστημάτων, συγκαταλέγεται το υψηλό λειτουργικό κόστος, η τεκμαρτή φορολόγηση αλλά και τα ευκαιριακά επιδόματα που δίνονται στην παρούσα περίοδο για τη δημιουργία άλλου είδους καταστημάτων, όπως αυτά της εστίασης.
Γυρίζουν την πλάτη στο εμπόριο
Όπως εξηγεί μιλώντας στον «Νεολόγο» ο κ. Βαγενάς, οι διαγραφές από τον Εμπορικό Σύλλογο Πάτρας είναι περισσότερες από τις εγγραφές. Με άλλα λόγια, είναι περισσότερα τα καταστήματα τα οποία κλείνουν από όσα ανοίγουν. Ωστόσο, οι διαγραφές και οι εγγραφές δεν αποτυπώνουν πάντα αυτό που ακριβώς συμβαίνει στην πραγματικότητα, γι’ αυτό και αξίζει να επικεντρωθούμε περισσότερο στα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Με άλλα λόγια, τι είδους καταστήματα κλείνουν και τι είδους καταστήματα ανοίγουν, αλλά και το παρασκήνιο ή, αλλιώς, την ιστορία που είχαν τα καταστήματα που πιθανότατα έκλεισαν.
Αυτό που επιβεβαιώνει πάντως ο κ. Βαγενάς είναι πως «λουκέτο» μπαίνει κυρίως στα καταστήματα με εμπορικό χαρακτήρα. Τουναντίον, τα «πάνω» της εμφανίζεται να έχει η εστίαση, με πολλούς επιχειρηματίες να επιλέγουν τον κλάδο αυτό εν έτει 2025. Πράγματι, δεν απαιτείται ιδιαίτερη γνώση της αγοράς για να διαπιστώσει κανείς ότι κάθε μήνα «ξεφυτρώνουν» κυριολεκτικά σαν μανιτάρια, διάφορα καφέ – μπαρ, ταβέρνες, μαγαζιά με φαγητό take-away ή ακόμη και πιο εξειδικευμένες κουζίνες. Το ίδιο ισχύει και με τα μαγαζιά παροχής διαφόρων υπηρεσιών, τα οποία γνωρίζουν ομολογουμένως μια άνθιση.
Από την άλλη, τα καταστήματα τα οποία ανήκουν πια στο «χρονοντούλαπο» της τοπικής αγοράς, είχαν ως επί το πλείστον εμπορικό χαρακτήρα και είχαν ως ιδιοκτήτες τη δεύτερη, τρίτη ή ακόμη και τέταρτη γενιά εμπόρων. Αυτό σημαίνει πως μιλάμε για παραδοσιακά εμπορικά καταστήματα τα οποία εγκαταλείπουν τον ιστορικό ιστό της πόλης της Πάτρας.

Τεκμαρτή φορολόγηση, ενεργειακό κόστος και μειωμένη αγοραστική δύναμη
Όπως διαπιστώνει λοιπόν ο κ. Βαγενάς, είναι πολύ λιγότερα τα νέα εμπορικά καταστήματα που ανοίγουν πλέον στην πόλη. Σε γενικές γραμμές η μείωσή τους σε σχέση με παλαιότερα χρόνια, αγγίζει ένα ποσοστό της τάξεως του 20%. Οι αιτίες είναι πολλές και έχουν να κάνουν αφενός με τη μειωμένη πια αγοραστική δύναμη του κοινού και αφετέρου με την κατάσταση που επικρατεί στην ίδια πια την αγορά. Για αρχή, ο πληθωρισμός, η ακρίβεια και η μειωμένη αγοραστική δύναμη των πολιτών δεν τους αφήνει πολλές φορές το περιθώριο να πραγματοποιήσουν αγορές σε άλλου είδους εμπορικά καταστήματα πέραν των σούπερ μάρκετ. Τα είδη διατροφής και τα άλλα είδη πρώτης ανάγκης αρκούν από μόνα τους για να αφήσουν δυστυχώς υψηλό ποσοστό του πληθυσμού χωρίς χρήματα ήδη από τα μέσα του μήνα. Ακόμη, σύμφωνα με τον κ. Βαγενά, υπάρχουν και επιδοτήσεις οι οποίες «τρέχουν» αυτή την περίοδο και δίνονται σε όσους θέλουν να ανοίξουν καταστήματα εστίασης. Φυσικά διαδραματίζει και αυτό τον ρόλο του στο να εγκαταλείψουν μερικοί τα εμπορικά καταστήματα και να επιλέξουν άλλου είδους μαγαζιά.
Στα παραπάνω προστίθεται ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας που δυσχεράνει τη συντήρηση ενός καταστήματος λιανικής πώλησης και σχετίζεται με τα λειτουργικά κόστη. Έχοντας ανέβει πολύ, η ενεργειακή κάλυψη και τα ενοίκια είναι από μόνα τους πολύ συχνά δυσβάσταχτα για τον μικρομεσαίο επιχειρηματία που κυριολεκτικά «παλεύει» για να ανταπεξέλθει ακόμη και στα πιο βασικά – πόσο μάλλον να έχει και κέρδος. Τέλος, και η τεκμαρτή φορολόγηση έχει συμβάλει με τον τρόπο της στην εδραίωση του υπάρχοντος προβλήματος.
Δεν είναι πρόβλημα οι πολυεθνικές
Σε αντίθεση πάντως με όσα πολλοί ενδεχομένως να πίστευαν, οι μεγάλες αλυσίδες και οι πολυεθνικές δεν αποτελούν επί της ουσίας τόσο μεγάλο μέρος του προβλήματος. Όπως εξηγεί ο κ. Βαγενάς, ο κόσμος που ξέρει πια να ψωνίζει, προτιμά τα μικρά καταστήματα. «Το πρόβλημα λοιπόν είναι το κόστος συντήρησης ενός καταστήματος και σίγουρα μια πολυεθνική έχει περισσότερα όπλα για να το αντιμετωπίσει. Ούτε τα e-shops είναι το πρόβλημα, γιατί οι περισσότεροι που ασχολούνται με το λιανικό εμπόριο, έχουν και οι ίδιοι ηλεκτρονικά καταστήματα» επισημαίνει.
Ακόμη, τονίζει: «Είναι η πρώτη φορά που σε πανελλαδικό επίπεδο, σύμφωνα με μελέτες που έχω στα χέρια μου από την Ελληνική Συνομοσπονδία, έχουν πτώση και οι πολυεθνικές και οι αλυσίδες και το ηλεκτρονικό εμπόριο. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα τα οποία θα στηρίξουν την πολύ μικρή επιχειρηματικότητα, συνεχώς θα βρισκόμαστε μπροστά σε κλεισίματα περισσότερων εμπορικών καταστημάτων και εγκατάλειψη του εμπορικού ιστού από αυτού του είδους τα καταστήματα, κάτι που καταλαβαίνετε όλοι τι μπορεί να συνεπάγεται».
