Αίσθηση έχει προκαλέσει η έρευνα της «Πελοποννήσου» για τα ηχηρά «λουκέτα» που παρατηρούνται το τελευταίο διάστημα στην αγορά της εστίασης στην Πάτρα, με επώνυμα καταστήματα να προχωρούν σε κλείσιμο, κάτι που δεν βλέπαμε ούτε στην περίοδο της πανδημίας και των σκληρών lock down.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν κλείσει στην Πάτρα, το Max Perry στην οδό Γεωργίου Παπανδρέου (προ καιρού και το κατάστημα της Ρήγα Φεραίου), το Pedonale επί του πεζοδρόμου Ρ. Φεραίου, το «Ελληνικόν» πολύ μεγάλο «καφέ» στα Υψηλά Αλώνια και το «Aquarella» στον πεζόδρομο Γεροκωστοπούλου και Ηφαίστου, ενώ προχθές έκλεισε και το Due Piani στην οδό Αγίου Νικολάου. Ο χώρος αποτελούσε σημείο αναφοράς για την εστίαση, διεξαγωγής εκδηλώσεων και συνάντησης για πολλούς Πατρινούς, αλλά και για επισκέπτες της πόλης.
Ο πρόεδρος του ΣΚΕΑΝΑ Τάσος Γιατράς, δήλωσε χθες στον Peloponnisos FM 104,1 ότι η αγορά της εστίασης στην Πάτρα έδειχνε μέχρι τώρα μια ανθεκτικότητα, ωστόσο, ο κλάδος βρίσκεται πλέον στα όριά του και το ποιος θα περάσει την «κόκκινη γραμμή» εξαρτάται από τον βαθμό αντοχής του.
«Δεν θέλω να κινδυνολογήσω, αλλά, σίγουρα η κατάσταση είναι δύσκολη για τις επιχειρήσεις με υψηλά κόστη λειτουργίας και κέρδη συνεχώς μειούμενα και για πολλούς με ζημιές. Το επόμενο διάστημα κάποιοι θα καταφέρουν να ισορροπήσουν, άλλοι όμως δεν θα τα καταφέρουν και θα αναγκαστούν να κλείσουν» τόνισε ο κ. Γιατράς.
Ο πρόεδρος του ΣΚΕΑΝΑ αναφερόμενος στην κατάσταση που επικρατεί με την ακρίβεια στην αγορά, τόνισε ότι τα κόστη λειτουργίας και προμηθειών στην εστίαση συνεχώς αυξάνονται ανά 15 ημέρες περίπου. Υπάρχει μεγάλη ανησυχία από την αυξανόμενη πληθωριστική πίεση και την αύξηση των τιμών, είπε.
Την ίδια στιγμή, τα τιμολόγια στην ενέργεια παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και πολύ δύσκολα θα πέσουν κάτω από τα 15 λεπτά ανά κιλοβατώρα και αν λάβουμε υπόψη ότι θα κοπεί και η επιδότηση στους καταναλωτές και στις επιχειρήσεις, το μίγμα αυτό προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία για τον χειμώνα που έρχεται, είπε ο Τάσος Γιατράς.
Πολλοί επιχειρηματίες λένε ότι τα δύσκολα είναι μπροστά και πως θα είναι σχεδόν ακατόρθωτο να μην αυξήσουν έστω και λίγο τον τιμοκατάλογό τους, όταν τουλάχιστον το 90% των πρώτων υλών έχει ανατιμηθεί. Και μεταξύ των προϊόντων που ακούγεται πως θα γίνουν ανατιμήσεις, είναι ο καφές και το ποτό.
Πάντως ο Τάσος Γιατράς διέψευσε σενάρια για συνεννόηση μεταξύ επιχειρηματιών του κλάδου στην Πάτρα και ειδικά στο κέντρο, για ενιαία αύξηση στην τιμή του καφέ και του ποτού. Οπως είπε, ενιαία τιμολογιακή πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει και όσα ακούγονται είναι φήμες που κινούνται στη σφαίρα της φαντασίας. Η τιμολογιακή πολιτική είναι επιλογή κάθε καταστηματάρχη, ώστε να κρατά την επιχείρησή του βιώσιμη.
Ακόμα όμως κι αν ίσχυε αυτό το σενάριο, είναι αδύνατον να επιβεβαιωθεί, καθώς οποιαδήποτε τέτοια φήμη, μπαίνει αμέσως στο στόχαστρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που βάζει βαρύτατα πρόστιμα σε περιπτώσεις εναρμονισμένων τιμολογιακών πολιτικών.
Στην τιμή του καφέ, όπως είπε ο πρόεδρος του ΣΚΕΑΝΑ, υπάρχει ένα ψυχολογικό όριο για τον καταναλωτή. Πέρυσι ήταν στα 3-3,5 ευρώ και φέτος στα 4 ευρώ. Πολλές επιχειρήσεις προσπάθησαν να απορροφήσουν το συνεχώς αυξανόμενο κόστος λειτουργίας, αλλά, είδαν ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχίζεται διαρκώς, γιατί στο τέλος θα καταστούν ζημιογόνες.
Πάντως, η Πάτρα παραμένει σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Pricefox.gr, η φθηνότερη από τις μεγάλες πόλεις στις τιμές των διαφόρων τύπων καφέ στο χέρι. Με βάση την τελευταία έρευνα, οι καταναλωτές πληρώνουν μέχρι και 2,68 ευρώ για έναν καφέ φίλτρου στο χέρι. Οι μέσες τιμές κινούνται γύρω στο 1,70 ευρώ για φρέντο, καπουτσίνο και φραπέ με τον ελληνικό να κινείται στα 1,34 ευρώ. Στα 2,30 ευρώ πωλείται ο ακριβότερος καπουτσίνο και στα 1,60 ευρώ ο ακριβότερος ελληνικός καφές.
Συγκεκριμένα, οι διακύμανση των τιμών είναι η εξής:
– Καπουτσίνο 1,20€–2,30€
– Φρέντο Καπουτσίνο 1,60€–2,30€
– Εσπρέσο 1,10€–1,80€
– Φρέντο Εσπρέσο 1,60€–2,30€
– Φίλτρου 1,30€–2,70€
– Ελληνικός 1,20€–1,60€
– Φραπέ 1,30€–1,80€
Ως προς την επίδραση των ανατιμήσεων στην έξοδο για καφέ, περισσότεροι από τους μισούς καταναλωτές καφέ (54%) απαντούν ότι έχουν περιορίσει τις εξόδους τους εξαιτίας του γενικότερου κλίματος ανατιμήσεων στην αγορά, ενώ το 45% από αυτούς αναφέρει ότι δεν έχει περιορίσει τις εξόδους παρά το γενικότερο κλίμα αυξήσεων.