ΠΑΤΡΑ: ΠΑΡΠΑΡΟΥΣΗΣ: Αποχαιρετίζοντας έναν μεγάλο τεχνίτη του κρασιού

    Ημερομηνία:

    Mavropoulis

    Πριν από εξήντα χρόνια, το να φύγει κανείς από την Ελλάδα για να σπουδάσει οινολογία στην Ντιζόν της Βουργουνδίας χρειαζόταν μεγάλη τόλμη και όραμα. Εκείνη την εποχή, ο George Mikes έγραφε στο «Eureka» ότι «το ελληνικό κρασί είναι φθηνό και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην είναι» και συνιστούσε στους τουρίστες να το αποφεύγουν γιατί κατέστρεφε την υπέροχη γεύση των παραδοσιακών πιάτων.

    Ο Θανάσης Παρπαρούσης, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, ήταν από τους πρώτους Ελληνες, λίγο μετά τον επίσης αείμνηστο, Βασίλη Κουρτάκη, που έμαθαν την τέχνη της αμπέλου και του οίνου στην κορυφαία τότε, για το συγκεκριμένο αντικείμενο, Γαλλία.

    Επιστρέφοντας στην Ελλάδα και αφού εργάστηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα σε οινοπνευματοποιείο άνοιξε το δικό του οινοποιείο. Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση –ο πατέρας του έφτιαχνε κονιάκ, ούζο, τεντούρα και γλυκό κρασί στην Πάτρα– αλλά και τη μοναδική αμπελουργική και οινολογική παρακαταθήκη του alma mater του, της Βουργουνδίας, υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της αναγέννησης του ελληνικού κρασιού.

    Ηταν ένας αθόρυβος καλλιτέχνης που επικοινωνούσε με τους cognoscenti μέσα από το ίδιο το κρασί, όπως ένας συγγραφέας μέσα από τα βιβλία του. Για τους μυημένους η προσωπικότητά του, η φιλοσοφία του, η «σφραγίδα» του ήταν απολύτως αντιληπτές όταν έπιναν κάποιο από αυτά. Χωρίς να καταφύγει ποτέ σε «νεοκοσμίτικες» τεχνικές ή στις εκάστοτε μόδες –βλ. φυσικά κρασιά– ακολουθούσε τη λογική ότι «το κρασί γίνεται στο αμπέλι». Φύτεψε Σιδερίτη σε ένα μοναδικό αλλουβιακό terroir, δίπλα στον Λάρισσο ποταμό στο δάσος της Στροφιλιάς όπου οι μεγάλες κροκάλες δίνουν μια χαρακτηριστική μεταλλικότητα. Φροντίζοντας ευλαβικά το αμπέλι σαν να ήταν grand cru, έφτιαξε σπουδαία κρασιά από αυτήν τη μάλλον ταπεινή ποικιλία της περιοχής. Με Σιδερίτη γινόταν επίσης, στο καζάνι που ανήκε αρχικά στον πατέρα του, το εξαιρετικό απόσταγμα «Παλαιωθέν» (το οποίο πολλοί αδικούν αποκαλώντας το τσίπουρο) που άφηνε για δώδεκα χρόνια σε δρύινα βαρέλια. Oταν τα γέμιζε, έλεγε γελώντας, με το μοναδικό του χιούμορ, ότι κάποια θα εμφιαλωθούν μετά θάνατον. Το Αγιωργίτικό του, ο «Επιλεγμένος», είχε και έχει μία μοναδική ευγένεια και φινέτσα, ένα μεγάλο κρασί που τιμά την ποικιλία.

    GYMALL

    Στις αρχές του χρόνου βρέθηκα στο Μπορντό σε ένα reunion και είχα πάρει μαζί μου μερικά μπουκάλια Αγιωργίτικο του Θανάση. Δύο Ιταλοί συμφοιτητές μου είπαν sotto voce ότι το βρήκαν καλύτερο από τα ντόπια. Εκτός από τον Σιδερίτη, ο Θανάσης ήταν από τους πρώτους που οινοποίησαν ξηρή Μαυροδάφνη –το οινοποιείο του φημιζόταν εδώ και δεκαετίες για τη γλυκιά Μαυροδάφνη αλλά και το Μοσχάτο Ρίου-Πατρών–, μια δύσκολη και απαιτητική διαδικασία που έδωσε το γνωστό «Ταώς», ένα πραγματικά ξεχωριστό κρασί. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι ετικέτες «Παρπαρούση» διαπρέπουν στο εξωτερικό από τις ΗΠΑ και τον Καναδά, που είναι από τις σημαντικότερες αγορές του κτήματος, στην Ευρώπη έως και τη μακρινή Ιαπωνία.

    Για τους μυημένους η προσωπικότητά του, η φιλοσοφία του, η «σφραγίδα» του ήταν απολύτως αντιληπτές όταν έπιναν κάποιο από τα κρασιά του.

    Εκτός από κορυφαίος κρασάς (όρος με τον οποίο κατά κανόνα αυτοπροσδιορίζονται οι οινοποιοί) ήταν μαζί με τη γυναίκα του Βάσω και τις κόρες – συνεργάτιδές του Δήμητρα και Εριφύλη αλλά και τη Γεωργία που ακολούθησε άλλον επαγγελματικό δρόμο, καταπληκτικός οικοδεσπότης.

    Στο αρχοντικό – αγροικία 19ου αιώνα στο κέντρο του κτήματος, οργάνωνε μοναδικού επιπέδου τσιμπούσια, το καλοκαίρι κάτω από τον υπεραιωνόβιο πλάτανο και τα πολύχρωμα παγώνια και τον χειμώνα στην παλιά κουζίνα του σπιτιού που είχε μετατραπεί σε τραπεζαρία-χώρο γευσιγνωσίας. Η ορειβάτις και ταλαντούχα μαγείρισσα Βάσω μάζευε διάφορα καλούδια στο βουνό και έφτιαχνε καταπληκτικά πιάτα, αριστοτεχνικά ταιριασμένα με τα κρασιά του κτήματος. Γαστρονομικά, οινικά αλλά και από πλευράς παρέας τα τραπέζια αυτά ήταν αξεπέραστα. Στο τέλος καταλήγαμε όλοι «οινοβαρείς» που ήταν και η προσφιλής έκφραση του Θανάση όταν ήθελε να πει ότι είχαμε γίνει φέσι. Το μικρό κτήμα όπου βρίσκεται το σπίτι είχε αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον για ανάπτυξη πριν από την οικονομική κρίση, γιατί είχε βρεθεί πρακτικά εντός της οικιστικής εξάπλωσης της Πάτρας. Για τον Θανάση όμως το κτήμα και τα κρασιά του δεν ήταν απλώς μία εμπορική δραστηριότητα, ήταν η ζωή του, γι’ αυτό και το κράτησε όπως ακριβώς ήταν εδώ και περισσότερες από τέσσερις γενιές που βρίσκεται στα χέρια της οικογένειας. Γιατί, όπως είχε πει ο Βέρντι, «η τέχνη έχει τιμή για τους αδαείς και αξία για τους μυημένους».

    Ο Θανάσης ήταν μια σπάνια προσωπικότητα. Βαθύτατα καλλιεργημένος και μορφωμένος, με τεράστιες γνώσεις και πείρα για το κρασί δεν αναζήτησε ποτέ τη δόξα και δεν έκανε θόρυβο. Σε έναν κλάδο όπου το μάρκετινγκ και ο «μύθος» έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία από την οργανοληπτική πραγματικότητα του προϊόντος, άφηνε πάντα τα υπέροχα κρασιά του να «μιλήσουν». Οταν αρρώστησε και έφυγε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα δεν το είπε σε κανέναν για να μη στεναχωρήσει τους φίλους του. Ενας άνθρωπος με στόφα, εξόχως ευγενής, ειλικρινής και αυθεντικός ανήκε σε ένα είδος που δύσκολα απαντάται στις μέρες μας. Θα μας λείψει πολύ. Μόνη παρηγοριά ότι η Δήμητρα και η Εριφύλη, οι οποίες εδώ και χρόνια έχουν κρίσιμες θέσεις στο οινοποιείο, θα συνεχίσουν την παράδοση του πατέρα τους, ο οποίος θα εξακολουθεί να ζει στη μνήμη των φίλων του και μέσα από τα κρασιά του.

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    Αεροδρόμιο Αράξου: Ξεκινάει με Σλοβάκους η φετινή τουριστική σεζόν

    Από την Μεγάλη Πέμπτη ξεκινάνε τελικά οι πτήσεις στο...

    Στην Πάτρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης

    Την τελευταία εβδομάδα του Μαΐου θα βρίσκεται στην  Πάτρα ο Κυριάκος...

    Σε επίπεδα ρεκόρ η ταξιδιωτική κίνηση – Δυναμικά ξεκινάει η σεζόν

    Με 100% πληρότητα τη Μεγάλη Πέμπτη και τη Μεγάλη...