Πωλείται το ιστορικό και ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής κτίριο της Αλάμπρας στα Ψηλά Αλώνια, στην Πάτρα με την τιμή να διαμορφώνεται στο ποσό των 1.300.000 ευρώ. Η αγγελία έχει δημοσιευτεί στον spitogato και αναφέρει: “ΥΨΗΛΑ ΑΛΩΝΙΑ, στην πλατεία, εκπληκτικό, ιστορικό, κτίριο, χαρακτηρισμένο ως διατηρητέο, νεότερο μνημείο, συνολικού εμβαδού 1372 τ.μ., σε οικόπεδο 478 τ.μ., το διαμάντι της Πάτρας, με χαρακτηριστική εκλεκτιστική, art nouveau και νεοκλασική αρχιτεκτονική, σημείο αναφοράς και αξιοθέατο της πόλης, διαθέτει χώρους καταστημάτων και κήπο, ακάλυπτο χώρο προς την πλατεία, και χώρους κατάλληλους για ξενοδοχείο, εστιατόριο, μουσείο, γραφεία, τράπεζα, κλπ. Πωλείται 1.300.000 €”.
Το κτίριο ήταν ιδιοκτησίας του Κωνσταντίνου Γκολφινόπουλου ο οποίος είχε διατελέσει και Δήμαρχος Πατρέων και του αδελφού του Σπύρου. Ο Γκολφινόπουλος ήταν νομικός και διπλωμάτης, καθώς και πρόξενος της Δυτικής Γερμανίας στην Πάτρα. Το κτίριο κτίστηκε το 1917 στα Ψηλά Αλώνια. Είναι διώροφο και ενσωματώνει στοιχεία αρτ νουβό. Ξεχωριστό χαρακτηριστικό του η κυκλική διαμόρφωση του γωνιακού τμήματος που καταλήγει σε θόλο καλυμμένο με μεταλλικά ελάσματα. Το κτίριο είναι γνωστό ως «Αλάμπρα».Αποτελεί σήμα κατατεθέν για την Πάτρα όχι μόνο αρχιτεκτονικά καθώς έχει μείνει η “σφραγίδα” μέσα από τη λειτουργία του καταστήματος Αλάμπρα, ενώ δίπλα λειτουργούσε και το ομώνυμο θερινό σινεμά.
Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Γιώτας Κοντογεωργοπούλου, “Ιστορίες Εστίασης στην Πάτρα του 20ου αιώνα” (ΣΚΕΑΝΑ, το δόντι), μέσα από την αφήγηση του Θανάση Σολωμού:
«Το μαγαζί αυτό πριν τη δικτατορία του Μεταξά, ήτανε σχολείο. Γύρω στα 1942 έγινε καφενείο, το είχε θυμάμαι ο κυρ Κώστας και η γυναίκα του η Κατίνα. Μετά το πήρε ένας Γιαχόπουλος και στη συνέχεια η αστυνομία που το έκανε λέσχη της. Εκεί δίπλα από τη λέσχη της αστυνομίας που ήταν στο μεγάλο το μαγαζί, υπήρχε και μια υπόγεια αποθήκη. Λέω του συγχωρεμένου του συνεταίρου μου του Νίκου του Αγγελογιαννόπουλου που o πατέρας του είχε το περίπτερο στα Ψηλά Αλώνια από το 1929, “δεν την κάνουμε την αποθήκη καφενείο;” Tου άρεσε η ιδέα.
Είπαμε τότε στα παιδιά στη λέσχη, “ρε παιδιά να πάρουμε την πλατεία να τη δουλεύουμε να φτιάξουμε την αποθήκη ένα μικρό μαγαζί και να το λειτουργήσουμε σαν καφενείο;” Μας είπανε “πάρτε το, εμείς δεν πάμε σαν αστυνομία να σερβίρουμε στην πλατεία ”. Πήγαμε τότε και βρήκαμε τον Κώστα τον Γκολφινόπουλο και μας το έδωσε το υπόγειο και τo νοικιάσαμε.
Το Μάρτιο του 1966, κάναμε τα εγκαίνια. Μείναμε εκεί γύρω στα 6 χρόνια. Δίπλα ήταν το καλοκαιρινό σινεμά η “Αλάμπρα”. Όλοι λοιπόν όταν θέλανε να πούνε για μας, λέγανε “πάμε δίπλα στην Αλάμπρα” και έτσι μας έμεινε το όνομα.
Στη συνέχεια η λέσχη έφυγε και πήγε Γεροκωστοπούλου. Βρήκαμε τότε την ευκαιρία και του λέμε του Γκολφινόπουλου “θα το πάρουμε εμείς το μαγαζί. Μας απαντάει “το δικαιούστε” και μας το έδωσε με ένα μικρό ενοίκιο. Και έτσι το ένα το μικρό το κάναμε ψησταριά με σουβλάκια και το μεγάλο το κάναμε καθαρό καφενείο.
Εγώ τότε έφταχνα σάντουιτς. Η Πάτρα το ΄70 δεν ήξερε τι θα πει σάντουιτς. Μου ήρθε η ιδέα και πήγα σε ένα φούρνο εδώ πέρα του Σταρίδη που λέγανε και του είπα “θέλω να μου βγάλεις ένα ψωμί τόσο μακρύ που θα το κόβω στη μέση και θα το φτιάχνω σάντουιτς. Μου το έφτιαξε λοιπόν και έγραψα κσι εγώ μια ταμπέλα έξω από το μαγαζί που έλεγε “το χωριάτικο σάντουιτς” και το πούλαγα τόσο φτηνά που να φανταστείς ερχόσαντε από το Ρίο με μηχανάκια και αρχινάγανε και λέγανε “βάλε πέντε, βάλε δέκα…”